Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά

Οι εποπτικές προτεραιότητες καθορίζουν τους τομείς στους οποίους θα επικεντρωθεί το εποπτικό έργο το 2020. Βασίζονται στην αξιολόγηση των κυριότερων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι εποπτευόμενες τράπεζες στο τρέχον οικονομικό, κανονιστικό και εποπτικό περιβάλλον.

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, σε συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές, προσδιόρισε πηγές κινδύνου για τον τραπεζικό τομέα, αξιοποιώντας τη συνεισφορά των μεικτών εποπτικών ομάδων (ΜΕΟ), αναλύσεις μικροπροληπτικής και μακροπροληπτικής εποπτείας της ΕΚΤ, καθώς και εκθέσεις διεθνών οργάνων. Οι βασικοί παράγοντες κινδύνου για τον τραπεζικό τομέα όπως προσδιορίστηκαν είναι οι εξής: (i) οι οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις καθώς και οι προκλήσεις που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα του χρέους στη ζώνη του ευρώ, (ii) η βιωσιμότητα των επιχειρηματικών μοντέλων και (iii) το έγκλημα στον κυβερνοχώρο και οι δυσλειτουργίες των πληροφοριακών συστημάτων. Περαιτέρω σημαντικοί παράγοντες κινδύνου είναι οι εξής: ο κίνδυνος εκτέλεσης που συνδέεται με τις στρατηγικές των τραπεζών για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ), η χαλάρωση των πιστοδοτικών κριτηρίων, η ανατιμολόγηση κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η παραβατική συμπεριφορά/η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ (Brexit), οι παγκόσμιες προοπτικές και οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες, η αντίδραση στο κανονιστικό πλαίσιο και οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή.[1]

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικό τρόπο αυτές τις βασικές προκλήσεις, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ αναθεώρησε τις εποπτικές προτεραιότητές της. Ενώ στη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν τη δημιουργία του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) η αποκατάσταση της «ευρωστίας» των ισολογισμών ήταν καίριας σημασίας για το εποπτικό έργο, το επίκεντρο ενδιαφέροντός του μετατοπίστηκε σταδιακά προκειμένου να συμπεριληφθεί η μελλοντική ανθεκτικότητα των τραπεζών και η βιωσιμότητα των επιχειρηματικών μοντέλων τους. Επομένως, οι εποπτικές προτεραιότητες ευθυγραμμίστηκαν εκ νέου με τους ακόλουθους τομείς υψηλής προτεραιότητας:

  • συνέχιση της εξυγίανσης των ισολογισμών·
  • ενίσχυση της μελλοντικής ανθεκτικότητας·
  • άλλες προτεραιότητες.

Οι εποπτικές δραστηριότητες που λαμβάνουν προτεραιότητα ομαδοποιήθηκαν εκ νέου υπό αυτούς τους τομείς.

1 Συνέχιση της εξυγίανσης των ισολογισμών

Ακόλουθες ενέργειες όσον αφορά το έγγραφο κατευθύνσεων για τα ΜΕΔ

Παρά την πρόοδο που σημειώθηκε προς τη μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) στη ζώνη του ευρώ, το τρέχον συνολικό επίπεδο των ΜΕΔ παραμένει υψηλό σε σύγκριση με το διεθνές επίπεδο. Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει επομένως την προσπάθειά της για την αντιμετώπιση του αποθέματος των ΜΕΔ και την αποτροπή της συσσώρευσης νέων ΜΕΔ στο μέλλον. Θα συνεχίσει τον διάλογο με τα ιδρύματα που επηρεάζονται αναλαμβάνοντας ακόλουθες ενέργειες που αφορούν συγκεκριμένες εποπτικές προσδοκίες ανά τράπεζα εντός ενός εναρμονισμένου πλαισίου. Σκοπός είναι να διατηρηθεί η πρόοδος που έχει σημειωθεί προς τη μείωση των υφιστάμενων κινδύνων και να επιτευχθεί συνεπής κάλυψη του αποθέματος και των ροών ΜΕΔ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

Ακόλουθες ενέργειες όσον αφορά τα υποδείγματα βάσει εσωτερικών διαβαθμίσεων (internal ratings-based models – IRB)

Θα συνεχιστούν οι εργασίες για τη διασφάλιση της επάρκειας των εσωτερικών υποδειγμάτων που χρησιμοποιούν οι τράπεζες για τον υπολογισμό των κανονιστικών κεφαλαιακών απαιτήσεών τους. Οι ενέργειες που θα αναληφθούν σε συνέχεια των επιτόπιων διερευνήσεων που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια της στοχευμένης αξιολόγησης εσωτερικών υποδειγμάτων (targeted review of internal models - TRIM) θα επικεντρωθούν στη διόρθωση των ελλείψεων που εντοπίστηκαν. Επιπροσθέτως, σε ό,τι αφορά τα υποδείγματα πιστωτικού κινδύνου, θα ζητηθεί από τις τράπεζες να αναλάβουν σημαντικές εποπτικές δραστηριότητες προκειμένου να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) που αφορά τη διόρθωση της μεθόδου IRB[2].

Κίνδυνος συναλλαγών και αποτιμήσεις στοιχείων ενεργητικού

Θα συνεχιστεί η διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων με ειδική έμφαση σε πτυχές που αφορούν τον κίνδυνο συναλλαγών και τον κίνδυνο αγοράς. Πιο συγκεκριμένα, θα πραγματοποιηθούν διερευνήσεις σε τράπεζες που είναι εκτεθειμένες σε πολύπλοκα μέσα τα οποία αποτιμώνται στην εύλογη αξία. Ενδέχεται να διενεργηθούν σε βάθος αναλύσεις και εστιασμένες αναλύσεις προκειμένου να προσαρμοστεί το πεδίο εφαρμογής των επιτόπιων επιθεωρήσεων στους σχετικούς τομείς κινδύνων.

2 Ενίσχυση της μελλοντικής ανθεκτικότητας

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα διενεργήσει διάφορες εποπτικές δραστηριότητες με σκοπό την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των τραπεζών. Οι πιο σημαντικές από αυτές τις δραστηριότητες παρουσιάζονται παρακάτω.

Ποιότητα των κριτηρίων έγκρισης πιστώσεων και των ανοιγμάτων (π.χ. ανοίγματα σε ακίνητα, μοχλευμένη χρηματοδότηση)

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει να αξιολογεί την ποιότητα των κριτηρίων έγκρισης πιστώσεων που χρησιμοποιούν οι τράπεζες. Βασιζόμενη στην περιεκτική συλλογή δεδομένων για τον εντοπισμό θυλάκων κινδύνων, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα διενεργήσει ακόλουθη ανάλυση προκειμένου να γίνουν βαθύτερα κατανοητές οι πρακτικές και οι διαδικασίες χορήγησης δανείων που ακολουθούν οι τράπεζες. Ανάλογα με τα ευρήματα, θα εξεταστεί το ενδεχόμενο ανάληψης συγκεκριμένων ενεργειών ανά τράπεζα. Επιπλέον, ειδικές επιτόπιες επιθεωρήσεις σε τομείς που αφορούν μεταξύ άλλων τα εμπορικά ακίνητα, τα οικιστικά ακίνητα και τη μοχλευμένη χρηματοδότηση θα συμβάλλουν στην εξέταση της ποιότητας των ανοιγμάτων σε συγκεκριμένες κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού.

Διαχείριση κεφαλαίου και ρευστότητας, διαδικασίες ICAAP και ILAAP και περαιτέρω ενσωμάτωση στη SREP

Οι εσωτερικές διαδικασίες αξιολόγησης της κεφαλαιακής επάρκειας (Internal Capital Adequacy Assessment Processes - ICAAP) και οι εσωτερικές διαδικασίες αξιολόγησης της επάρκειας ρευστότητας (Internal Liquidity Adequacy Assessment Processes - ILAAP) αποτελούν βασικά εργαλεία διαχείρισης κινδύνου για τα πιστωτικά ιδρύματα. Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει να εργάζεται για τη βελτίωση των διαδικασιών ICAAP και ILAAP των τραπεζών, προάγοντας την κοινή αντίληψη των προσδοκιών της ΕΚΤ για αυτές. Επιπλέον, οι διαδικασίες ICAAP των τραπεζών θα αποτελέσουν το επίκεντρο ενδιαφέροντος ειδικών επιτόπιων επιθεωρήσεων. Θα συνεχιστούν επίσης οι εργασίες για τη βελτίωση της διαφάνειας σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις του Πυλώνα ΙΙ.

Βιωσιμότητα των επιχειρηματικών μοντέλων

Η κερδοφορία των τραπεζών της ζώνης του ευρώ εξακολουθεί να δέχεται πιέσεις από το οικονομικό περιβάλλον, τα χαμηλά επιτόκια, τα ζητήματα που κληροδότησε η χρηματοπιστωτική κρίση και τον ανταγωνισμό από τα τραπεζικά και μη τραπεζικά ιδρύματα. Επιπροσθέτως, ο ψηφιακός μετασχηματισμός θέτει σημαντικές προκλήσεις για τις τράπεζες, ενώ ταυτόχρονα παρέχει ευκαιρίες για ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Ως εκ τούτου, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει να αξιολογεί τα επιχειρηματικά μοντέλα και την κερδοφορία των τραπεζών, στο πλαίσιο επίσης και του αυξανόμενου ψηφιακού μετασχηματισμού, σε συνδυασμό με τη διενέργεια οριζόντιων αναλύσεων.

Κίνδυνος για τα συστήματα πληροφορικής και τον κυβερνοχώρο

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει να αξιολογεί τους κινδύνους για τα συστήματα πληροφορικής και τον κυβερνοχώρο τους οποίους αντιμετωπίζουν οι τράπεζες, διενεργώντας επιτόπιες επιθεωρήσεις και παρακολουθώντας αυτούς τους κινδύνους στο πλαίσιο της Διαδικασίας Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP). Επιπλέον, οι σημαντικές τράπεζες θα υποβάλλουν στην ΕΚΤ αναφορές για τυχόν σημαντικά συμβάντα στον κυβερνοχώρο στο πλαίσιο της διαδικασίας του ΕΕΜ για την αναφορά τέτοιων περιστατικών.

Ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ (ανά διετία) και/ή ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων της ΕΚΤ

Οι επόμενες εποπτικές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για τις σημαντικές τράπεζες θα πραγματοποιηθούν το 2020. Θα διενεργηθούν δύο συμπληρωματικές ασκήσεις. Η ΕΑΤ θα συντονίσει άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ στην οποία θα συμμετάσχει ένα δείγμα μεγάλων σημαντικών τραπεζών. Παράλληλα, η ΕΚΤ θα διενεργήσει πρόσθετη άσκηση για τις υπόλοιπες σημαντικές τράπεζες που δεν περιλαμβάνονται στην άσκηση σε επίπεδο ΕΕ. Τα αποτελέσματα και των δύο ασκήσεων θα ενσωματωθούν στη διαδικασία SREP. Σκοπός της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων είναι επίσης να ενθαρρύνει τις τράπεζες να βελτιώσουν τις ικανότητές τους όσον αφορά τη διενέργεια τέτοιων ασκήσεων και τη διαχείριση κινδύνων.

Διακυβέρνηση

Ένα σημαντικό αποτέλεσμα του εποπτικού έργου το 2019 ήταν ότι το πλαίσιο διακυβέρνησης των τραπεζών εξακολουθεί να χρειάζεται περαιτέρω βελτιώσεις. Η διακυβέρνηση θα παραμείνει επομένως στο επίκεντρο του εποπτικού έργου και το 2020. Δεδομένου ότι η επίδραση που ασκεί από τη φύση της η διακυβέρνηση είναι ευρεία, οι εποπτικές αρχές θα επικεντρωθούν στη συμμόρφωση των τραπεζών προς τις προσδοκίες διακυβέρνησης για καθεμία από τις δραστηριότητες που παρουσιάζονται παραπάνω, με σκοπό την ενδυνάμωση της μελλοντικής ανθεκτικότητας. Ανάλογα με την αντίστοιχη εποπτική δραστηριότητα, οι εποπτικές αρχές θα αξιολογούν τις πτυχές διακυβέρνησης από διάφορες προοπτικές, οι οποίες αφορούν μεταξύ άλλων τη λειτουργία των διοικητικών οργάνων και το οργανωτικό πλαίσιο, τις λειτουργίες εσωτερικού ελέγχου και τη συγκέντρωση και ποιότητα δεδομένων, συμπληρώνοντας έτσι την αξιολόγηση της διακυβέρνησης που διενεργούν οι ΜΕΟ σε διαρκή βάση στο πλαίσιο της διαδικασίας SREP.

3 Άλλες προτεραιότητες

Ακόλουθες ενέργειες όσον αφορά τις εργασίες για το Brexit

Το Brexit αποτελεί υψηλή προτεραιότητα της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ. Η ΕΚΤ αναμένει από τις τράπεζες να προετοιμαστούν για όλα τα πιθανά αποτελέσματα και να οριστικοποιήσουν την εφαρμογή μέτρων εκτάκτου ανάγκης για την περίπτωση ενός Brexit χωρίς συμφωνία. Σε συνεργασία με τις εθνικές εποπτικές αρχές, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή των σχεδίων των τραπεζών για το Brexit και τη συμμόρφωσή τους προς τις εποπτικές προσδοκίες. Αυτό αφορά μεταξύ άλλων την πρόοδο προς τα λειτουργικά μοντέλα που έχουν θέσει ως στόχο στη ζώνη του ευρώ εντός των συμφωνηθέντων χρονοδιαγραμμάτων.

Οι κίνδυνοι και οι εποπτικές προτεραιότητες όπως περιγράφηκαν παραπάνω δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι περιορίζονται στα αναφερθέντα. Δραστηριότητες διαφορετικές από αυτές που παρουσιάζονται ρητά στο παρόν, όπως αυτές που σχετίζονται με την εφαρμογή του ΔΠΧΠ 9, διενεργούνται σε συνεχή βάση. Επιπλέον, μπορεί να χρειαστεί να αναληφθούν διαφορετικές εποπτικές δραστηριότητες σε επίπεδο τραπεζών ανάλογα με το συγκεκριμένο προφίλ κινδύνου των πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι εποπτικές προτεραιότητες αποτελούν ωστόσο ένα απαραίτητο εργαλείο για τον συντονισμό των εποπτικών ενεργειών σε όλες τις τράπεζες με έναν κατάλληλα εναρμονισμένο, αναλογικό και αποτελεσματικό τρόπο. Έτσι, συμβάλλουν στην εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού και ενισχύουν την επίδραση του εποπτικού έργου.

© Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, 2019

Ταχυδρομική διεύθυνση 60640 Frankfurt am Main, Germany
Τηλέφωνο +49 69 1344 0

Δικτυακός τόπος www.bankingsupervision.europa.eu

Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για εκπαιδευτικούς και μη εμπορικούς σκοπούς, εφόσον αναφέρεται η πηγή.

Για την εξειδικευμένη ορολογία, μπορείτε να συμβουλευθείτε το γλωσσάριο του ΕΕΜ (διαθέσιμο μόνο στα αγγλικά).

HTML ISBN 978-92-899-3944-7, ISSN 2599-8463, doi:10.2866/527221 QB-BZ-18-001-EL-Q

  1. https://www.bankingsupervision.europa.eu/ecb/pub/ra/html/ssm.ra2020~a9164196cc.el.html
  2. Το πρόγραμμα αφορά την κανονιστική αξιολόγηση της μεθόδου βάσει εσωτερικών διαβαθμίσεων (internal ratings-based – IRB) από την οποία προκύπτουν ορισμένα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα και κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη μεθοδολογία αξιολόγησης της IRB, ο ορισμός της αθέτησης υποχρεώσεων, η εκτίμηση των παραμέτρων κινδύνου και η αντιμετώπιση των στοιχείων ενεργητικού σε αθέτηση καθώς και ο μετριασμός του πιστωτικού κινδύνου.
Μηχανισμός καταγγελίας παραβάσεων