- ΑΠΑΝΤΉΣΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΉΘΕΙΣ ΕΡΩΤΉΣΕΙΣ
Απαντήσεις σε συνήθεις ερωτήσεις σχετικά με την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2025 για τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ
1η Αυγούστου 2025
Σε τι αφορά η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2025; Ποιος ο στόχος της;
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων παρέχει ένα κοινό πλαίσιο ανάλυσης που επιτρέπει τη σύγκριση και την αξιολόγηση της ανθεκτικότητας των τραπεζών της ζώνης του ευρώ σε μακροχρηματοπιστωτικές διαταραχές και σε διαταραχές που αφορούν συγκεκριμένες χώρες. Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2025 καλύπτει 96 τράπεζες υπό την άμεση εποπτεία της ΕΚΤ. Από αυτές, οι 51 είναι οι μεγαλύτερες τράπεζες της ζώνης του ευρώ που περιλαμβάνονται στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ, την οποία συντονίζει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ). Οι υπόλοιπες 45 είναι τράπεζες μεσαίου μεγέθους εκτός του δείγματος της ΕΑΤ, για τις οποίες η ΕΚΤ διενήργησε δική της άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων χρησιμοποιεί στοιχεία τέλους έτους από το 2024 για να αναλύσει πώς θα εξελιχθούν οι ζημίες και η κεφαλαιακή θέση μιας τράπεζας στη διάρκεια τριετούς περιόδου μέχρι το τέλος του 2027 στο πλαίσιο βασικού και δυσμενούς σεναρίου.
Η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για να αξιολογήσει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών βάσει του Πυλώνα 2 στο πλαίσιο της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP). Τα ποιοτικά αποτελέσματα (βλ. την τελευταία ερώτηση) θα συμπεριληφθούν στην ενότητα της SREP που αφορά τη διακυβέρνηση κινδύνων, απαιτώντας συνεπώς τη λήψη εποπτικών μέτρων και επηρεάζοντας τη διαδικασία καθορισμού της απαίτησης του Πυλώνα 2 (P2R). Τα ποσοτικά αποτελέσματα θα χρησιμοποιηθούν ως βασική συνεισφορά στον καθορισμό των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2 (P2G) και των κατευθύνσεων P2G για τον δείκτη μόχλευσης.
Η άσκηση έχει σχεδιαστεί με σκοπό να στηριχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να ενισχυθεί η πειθαρχία της αγοράς με τη δημοσιοποίηση, σε επίπεδο μεμονωμένων τραπεζών, συνεπών και λεπτομερών πληροφοριών που δείχνουν πώς οι ισολογισμοί τους επηρεάζονται από κοινές διαταραχές. Οι εποπτικές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δεν υποκαθιστούν τις αντίστοιχες εσωτερικές ασκήσεις των τραπεζών, οι οποίες βασίζονται σε σενάρια προσαρμοσμένα στα συγκεκριμένα προφίλ κινδύνου και τις συγκεκριμένες ευπάθειές τους.
Επίσης, δεν λαμβάνονται υπόψη οι ευρύτερες επιδράσεις μέσω των μακροχρηματοπιστωτικών διαύλων, οι οποίες εξετάζονται χωριστά από τις αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας στο πλαίσιο συμπληρωματικών ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων από πάνω προς τα κάτω.
Πώς επιλέγεται ένα ενιαίο σενάριο για την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, μεταξύ διαφόρων δυνατοτήτων;
Σκοπός του δυσμενούς σεναρίου είναι να δοκιμάσει την ανθεκτικότητα και την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών υπό σοβαρές αλλά αληθοφανείς συνθήκες, ούτως ώστε να εντοπιστούν ευπάθειες και να ενισχυθεί η συνολική χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Το δυσμενές σενάριο μακροχρηματοπιστωτικών εξελίξεων έχει σχεδιαστεί από την ομάδα εργασίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) που είναι αρμόδια για τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ. Η περιγραφή του σεναρίου της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων βασίζεται σε ένα υποσύνολο των βασικών κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στους οποίους είναι εκτεθειμένος ο τραπεζικός τομέας της ΕΕ, όπως προσδιορίστηκαν από το Γενικό Συμβούλιο του ΕΣΣΚ, και σε εκτιμήσεις κινδύνου από την ΕΑΤ και την ΕΚΤ.
Ενώ θα μπορούσαν να καταρτιστούν διάφορα εναλλακτικά σενάρια, το σενάριο που υιοθετείται επιλέγεται με σκοπό να διατηρηθεί η πλήρης συνέπεια με την αξιολόγηση των σχετικών κινδύνων από τις ευρωπαϊκές αρχές. Ταυτόχρονα, αυτό γίνεται κατά τρόπο που διασφαλίζει την εσωτερική συνέπεια, την οικονομική ερμηνευσιμότητα και την ευθυγράμμιση με τα επικυρωμένα υποδείγματα, τα οποία αναπτύσσονται σε συνεργασία με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες. Η περιγραφή του δυσμενούς σεναρίου του 2025 αντανακλά τις αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις που προκαλούν αβεβαιότητα, εντείνουν τους μακροοικονομικούς κινδύνους, τον πιστωτικό κίνδυνο και τον κίνδυνο αγοράς και καθιστούν τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων πιο ευμετάβλητες. Επιπλέον, αναγνωρίζει το ενδεχόμενο άτακτης προσαρμογής στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές λόγω των διογκωμένων αποτιμήσεων ορισμένων περιουσιακών στοιχείων.
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι περιορισμοί που συνεπάγεται η χρήση ενιαίου σεναρίου, απαιτείται από τις τράπεζες να διενεργούν εσωτερικές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (π.χ. για τον κεφαλαιακό προγραμματισμό τους) και αντίστροφες ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Οι ασκήσεις αυτές παρέχουν πληρέστερη κατανόηση των κινδύνων και των ευπαθειών που αφορούν αποκλειστικά κάθε τράπεζα.
Πώς επιλέγονται τα δείγματα των τραπεζών της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ και της παράλληλης άσκησης της ΕΚΤ;
Οι τράπεζες που συμμετείχαν στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ την οποία συντόνισε η ΕΑΤ επελέγησαν ώστε να αντιστοιχούν περίπου στο 75% του συνολικού ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στη ζώνη του ευρώ. Για να συμπεριληφθούν στην άσκηση, οι τράπεζες έπρεπε να διαθέτουν στοιχεία ενεργητικού ύψους τουλάχιστον 30 δισεκ. ευρώ κατά τον χρόνο επιλογής του δείγματος. Οι τράπεζες με συγκεκριμένα επιχειρηματικά μοντέλα μπορούσαν να εξαιρεθούν εάν η μεθοδολογία της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ θεωρείτο λιγότερο κατάλληλη για την αξιολόγηση της ανθεκτικότητας και της κεφαλαιακής επάρκειάς τους. Το 2025 στο δείγμα της ΕΑΤ περιλαμβάνονταν συνολικά 51 τράπεζες της ζώνης του ευρώ που υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ.
Για τις μικρότερες τράπεζες που εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ και δεν περιλαμβάνονταν στο δείγμα της ΕΑΤ, η ΕΚΤ διενήργησε παράλληλη άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Το 2025 ο συνολικός αριθμός των τραπεζών που συμμετείχαν σε αυτήν την άσκηση ήταν 45, οι οποίες αντιπροσώπευαν περίπου το 7% του ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στη ζώνη του ευρώ.
Κάποιες τράπεζες που εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ δεν συμμετείχαν σε καμία από τις δύο ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Σε αυτές συγκαταλέγονταν, για παράδειγμα, θυγατρικές ή υποκαταστήματα τραπεζών εκτός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) που συμμετείχαν στην άσκηση σε επίπεδο ΕΕ. Άλλοι λόγοι εξαίρεσης ενδεχομένως αφορούσαν το γεγονός ότι η τράπεζα βρισκόταν σε διαδικασία αναδιάρθρωσης τη δεδομένη στιγμή ή συμμετείχε σε συγχώνευση ή εξαγορά.
Πώς το σενάριο μεταφράζεται σε μείωση κεφαλαίου;
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων μεταφράζει τις ζημίες που προκύπτουν από ένα δυσμενές μακροοικονομικό σενάριο σε μείωση κεφαλαίου μέσω διαφόρων μηχανισμών μετάδοσης. Οι μηχανισμοί αυτοί δείχνουν πώς οι μεταβολές του μακροοικονομικού περιβάλλοντος μπορούν να οδηγήσουν σε χρηματοπιστωτική πίεση για τις τράπεζες με διάφορους τρόπους:
- Καθαρά έσοδα: Η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης και η μείωση των εσόδων από αμοιβές και προμήθειες περιορίζουν την ικανότητα των τραπεζών να απορροφούν ζημίες. Ταυτόχρονα, οι πληθωριστικές διαταραχές αυξάνουν τις διοικητικές δαπάνες, ασκώντας πρόσθετη αρνητική επίδραση στη δυνατότητα των τραπεζών να δημιουργούν έσοδα.
- Πιστωτικές ζημίες: Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας αυξάνει την πιθανότητα αδυναμίας των δανειοληπτών να εκπληρώσουν τις δανειακές υποχρεώσεις τους, πράγμα που οδηγεί σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Οι τράπεζες πρέπει να σχηματίζουν πρόσθετες προβλέψεις για αυτά τα επισφαλή δάνεια, με αποτέλεσμα να μειώνεται άμεσα το κεφάλαιό τους.
- Κίνδυνος αγοράς: Τα δυσμενή σενάρια προκαλούν σημαντική μεταβλητότητα και αναπροσαρμογές αξίας στις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίες επιφέρουν ζημίες στα χαρτοφυλάκια συναλλαγών και στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Έτσι μειώνεται η αξία των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που διακρατούν οι τράπεζες, με αποτέλεσμα τη μείωση κεφαλαίου.
- Λειτουργικός κίνδυνος: Οι ακραίες συνθήκες αυξάνουν τους λειτουργικούς κινδύνους, όπως οι κυβερνοεπιθέσεις, η απάτη, οι αστοχίες του συστήματος και οι παραβάσεις συμμόρφωσης. Τα συμβάντα αυτά αυξάνουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, ασκώντας πίεση στα συνολικά αποθεματικά των τραπεζών.
Η συνδυαστική επίδραση αυτών των μηχανισμών μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές ζημίες για μεμονωμένες τράπεζες και συνεπώς σε μείωση κεφαλαίου, που μετρείται βάσει μεταβολών σε βασικούς δείκτες κεφαλαίου όπως ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 - CET1). Οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων τονίζουν την ανάγκη για ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες παραμένουν σταθερές υπό δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, πράγμα που τους επιτρέπει να συνεχίσουν να παρέχουν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις ακόμη και σε περιόδους εντάσεων.
Τι αποκάλυψε η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σχετικά με την ικανότητα των τραπεζών να αναπτύσσουν υποδείγματα σε σχέση με κινδύνους που αφορούν συγκεκριμένους τομείς;
Σε σύγκριση με την άσκηση του 2023, η ικανότητα των τραπεζών να αναπτύσσουν υποδείγματα σε σχέση με κινδύνους που αφορούν συγκεκριμένους τομείς έχει βελτιωθεί. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης. Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων έδειξε ότι πολλές τράπεζες εξακολουθούν να στηρίζονται σε βασικές προσεγγίσεις ανάπτυξης υποδειγμάτων για την αξιολόγηση συναφών τομεακών κινδύνων. Για παράδειγμα, ορισμένες τράπεζες χρησιμοποιούν γενικές υποθέσεις όσον αφορά μακροοικονομικά σενάρια αντί για υποδείγματα προσαρμοσμένα σε συγκεκριμένους κλάδους. Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη να συνεχιστούν οι προσπάθειες των τραπεζών να αναπτύξουν περαιτέρω τα υποδείγματά τους για την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων προκειμένου να ενισχύσουν την ικανότητά τους να εντοπίζουν ευπάθειες στους διαφορετικούς τομείς υπό μια προοπτική στραμμένη προς το μέλλον.
Πόσο καλά προετοιμασμένες είναι οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ για να αντιμετωπίσουν τους εμπορικούς δασμούς, σύμφωνα με την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων;
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2025 αξιολόγησε την ανθεκτικότητα των τραπεζών υπό ένα σενάριο αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων και εσωστρεφών εμπορικών πολιτικών, το οποίο περιλάμβανε την επιβολή υψηλότερων δασμών και κατακερματισμένες παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Αν και η άσκηση δεν ποσοτικοποιούσε συγκεκριμένα την επίδραση των εμπορικών δασμών, ενσωμάτωσε τις επιδράσεις τους στο ευρύτερο περιβάλλον μακροχρηματοπιστωτικών εντάσεων. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι το τραπεζικό σύστημα της ζώνης του ευρώ παραμένει συνολικά ανθεκτικό, αν και αναδεικνύονται ευπάθειες που απορρέουν από ανοίγματα σε τομείς με υψηλότερο βαθμό έκθεσης στο διεθνές εμπόριο. Επιπλέον, η ανάλυση ευαισθησίας που διενεργήθηκε γύρω από τα κύρια αποτελέσματα υπογραμμίζει την ύπαρξη σημαντικής αβεβαιότητας σχετικά με τις επιπτώσεις των εμπορικών εντάσεων.
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι οι τράπεζες να διατηρούν μελλοντικό προσανατολισμό όσον αφορά τον κεφαλαιακό προγραμματισμό και τη διαχείριση κινδύνων τους. Οι τράπεζες καλούνται να προνοήσουν και να προετοιμαστούν για διαρθρωτικές αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία, συμπεριλαμβανομένων όσων οφείλονται σε αλλαγές στην εμπορική πολιτική. Η θεματική άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων της ΕΚΤ για τους γεωπολιτικούς κινδύνους, η οποία έχει προγραμματιστεί για το 2026, στηρίζει περαιτέρω αυτήν την προσανατολισμένη προς το μέλλον προσέγγιση και βοηθά τις εποπτικές αρχές και τις τράπεζες να εντοπίσουν και να αντιμετωπίσουν εγκαίρως τους αναδυόμενους κινδύνους. Θα βασιστεί στα υποδείγματα και τις δομές υποβολής στοιχείων που ήδη διαθέτουν οι τράπεζες, πράγμα που αναμένεται να ελαχιστοποιήσει το πρόσθετο κόστος και την προσπάθεια. Περισσότερες σχετικές λεπτομέρειες θα δημοσιοποιηθούν πλήρως όταν ξεκινήσει η άσκηση και θα συζητηθούν με τις τράπεζες σε ειδικούς γύρους διαβουλεύσεων.
Τι σημαίνει η υπόθεση «σταθερού ισολογισμού», στην οποία βασίζεται η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων;
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων βασίζεται στην υπόθεση «σταθερού ισολογισμού». Αυτό σημαίνει ότι ο ισολογισμός κάθε τράπεζας θεωρείται ότι θα παραμείνει αμετάβλητος καθ’ όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα της άσκησης. Με άλλα λόγια, η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δεν λαμβάνει υπόψη τις ενέργειες διαχείρισης που μπορεί να αναλάβει μια τράπεζα ως αντίδραση σε δυσμενείς συνθήκες, όπως η άντληση πρόσθετων κεφαλαίων, η πώληση περιουσιακών στοιχείων ή η μεταβολή της επιχειρηματικής στρατηγικής της. Αντ’ αυτού, υποθέτει ότι η τράπεζα εξακολουθεί να παρέχει τον ίδιο όγκο χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών όπως κατά την ημερομηνία έναρξης της άσκησης (δηλ. στο τέλος του 2024). Η προσέγγιση αυτή διασφαλίζει τη συνέπεια και τη συγκρισιμότητα των αποτελεσμάτων μεταξύ των διαφόρων τραπεζών και σεναρίων. Υποδηλώνει επίσης ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι επιδράσεις που ασκούν στην πραγματική οικονομία οι δυναμικές αντιδράσεις των τραπεζών και οι επιδράσεις μετάδοσης που αντανακλούν τη διάδοση διαταραχών μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Γιατί η έκθεση αποτελεσμάτων της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων επικεντρώνεται σε μεταβατικά στοιχεία, ενώ ο προσδιορισμός των κατευθύνσεων P2G βασίζεται σε πλήρως υλοποιημένα στοιχεία;
Κατά τη φετινή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, οι τράπεζες έπρεπε να λάβουν υπόψη τους κανόνες του αναθεωρημένου κανονισμού για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις III (CRR3) που τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2025. Ορισμένες από τις διατάξεις του CRR3 υπόκεινται σε μεταβατικές ρυθμίσεις που θα καταργηθούν σταδιακά έως το 2033. Τα πλήρως υλοποιημένα αριθμητικά στοιχεία προϋποθέτουν την πλήρη εφαρμογή των νέων κανόνων, αλλά δεν λαμβάνουν υπόψη την ικανότητα των τραπεζών να προσαρμόζουν τους ισολογισμούς τους κατά τα προσεχή έτη. Κατά συνέπεια, η έκθεση σχετικά με την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων επικεντρώνεται στα αποτελέσματα των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας σε μεταβατικούς όρους, καθώς αυτά εφαρμόζονται στον χρονικό ορίζοντα του σεναρίου (2025-27).
Για τον προσδιορισμό των κατευθύνσεων P2G χρησιμοποιούνται πλήρως υλοποιημένες μειώσεις κεφαλαίου. Αυτή η μέθοδος είναι ο πιο απλός τρόπος καθορισμού των σημείων εκκίνησης των κατευθύνσεων P2G, διαχωρίζοντας την επίδραση του οικονομικού σεναρίου από τις επιδράσεις της σταδιακής εφαρμογής του CRR3.
Ποιες πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα είναι διαθέσιμες;
Η ΕΑΤ δημοσιεύει αναλυτικά αποτελέσματα για τις επιμέρους τράπεζες που συμμετέχουν στην άσκηση σε επίπεδο ΕΕ.
Για τις τράπεζες που συμμετέχουν στην παράλληλη άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του ΕΕΜ, η ΕΚΤ δημοσιεύει συγκεντρωτικά αποτελέσματα και επιλεγμένες πληροφορίες για κάθε τράπεζα. Η δημοσίευση για αυτό το δείγμα γίνεται με βάση την αρχή της αναλογικότητας, καθώς οι εν λόγω τράπεζες είναι μικρότερες από εκείνες που συμμετέχουν στην άσκηση σε επίπεδο ΕΕ.
Τι θα κάνει η ΕΚΤ με τις τράπεζες που παρουσιάζουν (σοβαρή) υστέρηση κεφαλαίου στο πλαίσιο του δυσμενούς σεναρίου;
Όπως και τα προηγούμενα έτη, στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2025 δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας. Επομένως, δεν υφίσταται «υστέρηση» με τη συνήθη έννοια του όρου. Αντ’ αυτού, η άσκηση παρέχει σημαντικές πληροφορίες που ενσωματώνονται στις αποφάσεις της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation process - SREP) για κάθε τράπεζα. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (ιδίως τα επίπεδα πλήρως υλοποιημένης μείωσης κεφαλαίου) θα χρησιμοποιηθούν ως σημείο εκκίνησης για τον καθορισμό των κατευθύνσεων P2G (όπως προβλέπεται στις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ για την SREP και τις εποπτικές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων).
Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, οι τράπεζες με (σοβαρή) μείωση κεφαλαίου υπό το δυσμενές σενάριο θα πρέπει γενικά να αναμένουν υψηλότερο επίπεδο κατευθύνσεων P2G σε σύγκριση με τράπεζες των οποίων τα αποτελέσματα είναι καλύτερα.
Στις περιπτώσεις όπου η σοβαρή μείωση κεφαλαίου προβάλλει ιδιαίτερους κινδύνους σε ορισμένους τομείς δραστηριότητας, οι μεικτές εποπτικές ομάδες (ΜΕΟ) χρησιμοποιούν αυτές τις πληροφορίες για την περαιτέρω ανάληψη στοχευμένων εποπτικών πρωτοβουλιών και, κατά περίπτωση, τη λήψη μέτρων με σκοπό να διασφαλιστεί η ορθή διαχείριση των εν λόγω κινδύνων.
Πώς ενσωματώνονται τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων στη SREP;
Τα αποτελέσματα ενσωματώνονται στην SREP κατά τρόπο ποσοτικό και ποιοτικό.
1. Ποσοτικό αποτέλεσμα
- Η μεθοδολογία για τον καθορισμό των κατευθύνσεων P2G ακολουθεί προσέγγιση δύο σταδίων. Κατά το πρώτο στάδιο, η τράπεζα κατατάσσεται σε μια κατηγορία σύμφωνα με τη μέγιστη μείωση κεφαλαίου CET1 της στο πλαίσιο της εποπτικής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Οι κατηγορίες έχουν σχεδιαστεί με βάση την πρόσφατη εποπτική εμπειρία, την ανοχή στον κίνδυνο εντός του ΕΕΜ και τη στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Κατά το δεύτερο στάδιο οι ΜΕΟ ασκούν την εξειδικευμένη κρίση τους για να προσαρμόσουν τις κατευθύνσεις P2G στο προφίλ κάθε ιδρύματος. Οι ΜΕΟ μπορούν να κάνουν προσαρμογές εντός του εύρους της αντίστοιχης κατηγορίας και, κατ’ εξαίρεση, και πέραν αυτού.
- Η ΕΚΤ εφαρμόζει επίσης κατευθύνσεις P2G, προκειμένου να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο υπερβολικής μόχλευσης. Αυτή η παροχή κατευθύνσεων όσον αφορά το κεφάλαιο επιδιώκει να διασφαλίσει ότι τα ίδια κεφάλαια μιας τράπεζας μπορούν να απορροφήσουν τις δυνητικές ζημίες που προκύπτουν από τα σενάρια ακραίων καταστάσεων. Για τον καθορισμό των κατευθύνσεων P2G όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, η ΕΚΤ χρησιμοποιεί ως σημείο εκκίνησης τις προβολές για τον δείκτη μόχλευσης στο δυσμενές σενάριο της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και θα ακολουθήσει παρόμοια διαδικασία δύο σταδίων όπως περιγράφεται για τις κατευθύνσεις P2G παραπάνω. Οι κατευθύνσεις P2G όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης επιβάλλονται μόνο για ορισμένα ιδρύματα, για παράδειγμα όταν ο δείκτης μόχλευσης, βάσει των προβολών, μειώνεται κάτω από τη συνολική απαίτηση για τον δείκτη μόχλευσης.
2. Ποιοτικό αποτέλεσμα
- Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων παρέχει στις εποπτικές αρχές πολλές πληροφορίες για τους κινδύνους και τις ευπάθειες μιας τράπεζας, καθώς και για τις ικανότητές της όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνων. Οι ΜΕΟ εξετάζουν διαφορετικές πτυχές όταν αξιολογούν την εσωτερική διακυβέρνηση και τη διαχείριση κινδύνων μιας τράπεζας στο πλαίσιο της SREP, που ενδέχεται να οδηγήσουν στη λήψη εποπτικών μέτρων και να επηρεάσουν τον προσδιορισμό των απαιτήσεων του Πυλώνα 2 (P2R). Αυτές οι πτυχές περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, την έγκαιρη παροχή και την ακρίβεια των δεδομένων, καθώς και την ποιότητα των λαμβανόμενων πληροφοριών. Ομοίως, σκοπός των ποσοτικών δεικτών μέτρησης που καταρτίζονται απευθείας από στοιχεία είναι να παρέχουν στις ΜΕΟ μετρήσιμα κριτήρια για την αξιολόγηση των επιδόσεων των τραπεζών με την εφαρμογή βαθμολογίας βασιζόμενης σε τέσσερα επίπεδα. Μετρείται τόσο η ικανότητα των τραπεζών να αντεπεξέρχονται στις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων όσο και η ανταπόκρισή τους σε όλη τη διάρκεια της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Επιπλέον, οι ΜΕΟ διενεργούν ποιοτική αξιολόγηση των επιδόσεων των τραπεζών στη διάρκεια των κύκλων διασφάλισης ποιότητας της άσκησης προσομοίωσης.
- Στο πλαίσιο αυτής της άσκησης, η ΕΚΤ πραγματοποίησε βραχυχρόνιες επιτόπιες επισκέψεις προκειμένου να διασφαλίσει την ποιότητα των προβολών της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που υπέβαλαν οι τράπεζες. Μετά την ολοκλήρωση της άσκησης, επιλεγμένες τράπεζες θα υποβληθούν σε πιο λεπτομερείς επιθεωρήσεις με έμφαση στις ικανότητες που διαθέτουν για την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Αυτές οι επιθεωρήσεις θα συντονιστούν στο πλαίσιο της συνεχούς εποπτείας που ασκούν οι ΜΕΟ, ώστε να δημιουργηθούν συνέργειες και να ελαχιστοποιηθεί η επιπλέον προσπάθεια που καταβάλλουν οι τράπεζες.