Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά

Ενίσχυση της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας και της εστίασης της ευρωπαϊκής εποπτείας στους κινδύνους

Οι σταθερές τράπεζες αποτελούν το θεμέλιο μιας ισχυρής οικονομίας. Από τότε που θεσπίστηκε η ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία, οι τράπεζες στη ζώνη του ευρώ έχουν γίνει πιο σταθερές και διαθέτουν καλύτερη κεφαλαιοποίηση, με χαμηλότερα επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το ισχύον εποπτικό και κανονιστικό πλαίσιο έχει βοηθήσει τον τραπεζικό τομέα να παραμείνει ανθεκτικός, επιτρέποντάς του να συνεχίσει να παρέχει υπηρεσίες σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ακόμη και σε περιόδους εντάσεων. 

Όλα όσα έχουν επιτευχθεί μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση αποτελούν γερό θεμέλιο. Ωστόσο, το περιβάλλον στο οποίο λειτουργούν οι τράπεζες μεταβάλλεται με ταχείς ρυθμούς. Καθώς η τεχνολογία αλλάζει ταχύτατα και το τοπίο των κινδύνων εξελίσσεται, η εποπτεία πρέπει να ανταποκρίνεται στις νέες προκλήσεις και να προσαρμόζεται σε αυτές ώστε να παραμένει όσο το δυνατόν πιο αποδοτική και αποτελεσματική. Οι τράπεζες και οι εποπτικές αρχές πρέπει να διαθέτουν τις αναλυτικές ικανότητες για την αντιμετώπιση αναδυόμενων κινδύνων. Στο πλαίσιο αυτό, επεξεργαζόμαστε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση της περιττής πολυπλοκότητας στην εποπτεία, εστιάζοντας εκ νέου τους πόρους μας χωρίς να διακυβεύεται η ανθεκτικότητα των τραπεζών.

Μεταρρύθμιση της SREP – τακτικοί έλεγχοι ευρωστίας των τραπεζών

Τον Σεπτέμβριο του 2022 η ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία ξεκίνησε διαδικασία επανεξέτασης από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες όσον αφορά τον τακτικό έλεγχο της ευρωστίας των τραπεζών που διενεργεί – τη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP). Με βάση τις συστάσεις της εν λόγω επανεξέτασης, καθιστούμε τη SREP πιο αποδοτική και αποτελεσματική, με μεγαλύτερη έμφαση στην εποπτεία βάσει κινδύνων. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις αλλαγές παρέχονται στις απαντήσεις σε συνήθεις ερωτήσεις σχετικά με τη SREP του αύριο.

Η μεταρρύθμιση της SREP οδηγεί σε ουσιώδεις βελτιώσεις με τις εξής ενέργειες:

Περισσότερο εστιασμένες αξιολογήσεις των κινδύνων

Εξορθολογίσαμε τη SREP προκειμένου να την εστιάσουμε περισσότερο στους κινδύνους και να μειώσουμε τα χρονοδιαγράμματα: η βασιζόμενη στους κινδύνους, αναλογική εποπτεία την οποία προάγει το πλαίσιο ανοχής κινδύνων, που εφαρμόζεται από το 2023, και μια πολυετής προσέγγιση παρέχουν μεγαλύτερη ευελιξία για την έγκαιρη αξιολόγηση των κινδύνων που αφορούν συγκεκριμένες τράπεζες.

Ολοκληρωμένος σχεδιασμός των εποπτικών δραστηριοτήτων

Βελτιώνουμε τον συντονισμό εποπτικών δραστηριοτήτων, όπως επιτόπιες επιθεωρήσεις, διεξοδικές αναλύσεις και οριζόντιοι θεματικοί έλεγχοι, που μας δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα των κινδύνων των τραπεζών. Αυτό βοηθά τόσο τις εποπτικές αρχές όσο και τις τράπεζες να κατανέμουν ανάλογα τους πόρους τους.

Πλήρης χρήση της εποπτικής εργαλειοθήκης

Θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα εποπτικά εργαλεία που θέτει στη διάθεσή μας η νομοθεσία, σύμφωνα με το πλαίσιο κλιμάκωσης που εφαρμόζουμε, προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι οι τράπεζες αντιμετωπίζουν εγκαίρως τους κινδύνους. Εάν οι τράπεζες δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς τις αδυναμίες, μπορούμε να επιβάλλουμε ποιοτικές απαιτήσεις και λαμβάνουμε μέτρα επιβολής συμμόρφωσης, για παράδειγμα επιβάλλοντας περιοδικές χρηματικές ποινές.

Ενισχυμένη επικοινωνία με τις τράπεζες

Οι επιστολές προς τις τράπεζες στο πλαίσιο της SREP έγιναν βραχύτερες και εστιάζουν περισσότερο στους βασικούς κινδύνους. Το κύριο σώμα των αποφάσεων SREP επικεντρώνεται στις βασικές εποπτικές ανησυχίες που καθοδηγούν τις απαιτήσεις και τις συστάσεις στο πλαίσιο της SREP. Μόλις διαπιστωθεί κάποια αδυναμία, ενημερώνουμε τις τράπεζες για τα μέτρα ποιοτικού χαρακτήρα και η αντιμετώπιση των λιγότερο σοβαρών ευρημάτων γίνεται πλέον μέσω μιας απλούστερης διαδικασίας ανάληψης περαιτέρω ενεργειών.

Πιο σταθερές μεθοδολογίες

Οι σταθερές και λιγότερο πολύπλοκες μεθοδολογίες διασφαλίζουν τη διαχρονική συνέπεια, καθιστώντας τις εποπτικές ενέργειες πιο προβλέψιμες. Η ραχοκοκαλιά των μεθοδολογιών αξιολόγησής μας είναι πλέον σταθερή και η επικείμενη απλούστευση της προσέγγισης για τον καθορισμό των απαιτήσεων του πυλώνα 2 αποτελεί το τελευταίο σημαντικό ορόσημο. Για τα επόμενα έτη δεν έχουμε προγραμματίσει σημαντικές αναθεωρήσεις.

Καλύτερη χρήση των πληροφοριακών συστημάτων και των αναλυτικών εργαλείων

Η χρήση και η προώθηση προηγμένων εργαλείων πληροφορικής και ανάλυσης που υποστηρίζουν την εκτέλεση των καθημερινών καθηκόντων αποδεσμεύουν πόρους και χρόνο για την ενασχόληση με βασικούς κινδύνους που αφορούν συγκεκριμένες τράπεζες. Γι’ αυτό έχουμε επενδύσει σε πληροφοριακά συστήματα και αναλυτικά εργαλεία και εναρμονίζουμε και ενοποιούμε τα δεδομένα και τις υποδομές πληροφορικής.

Η μεταρρύθμιση της SREP βασίζεται σε προηγούμενες αποφάσεις και εφαρμόζεται στη διάρκεια τριετούς περιόδου (2024-26). Ως εκ τούτου, τα οφέλη της θα εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου και θα παρακολουθούμε και θα τεκμηριώνουμε την πρόοδο μέσω δεικτών όπως η διάρκεια του κύκλου της SREP, η έκταση και η σαφήνεια των αποφάσεων SREP και οι πληροφορίες σχετικά με εκκρεμή ευρήματα.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη μεταρρύθμιση της SREP:

Η επιδίωξή μας να αυξήσουμε την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα, παραμένοντας παράλληλα πλήρως επικεντρωμένοι στους κινδύνους, δεν περιορίζεται στη SREP. Αξιοποιώντας τις εμπειρίες των εποπτών και τις παρατηρήσεις εξωτερικών ενδιαφερόμενων μερών, δημιουργήσαμε έξι άξονες εργασίας που απλουστεύουν περαιτέρω τις εποπτικές διεργασίες και διαδικασίες.

Σύμφωνα με την προσέγγιση βάσει κινδύνου, ο συνολικός στόχος κάθε άξονα εργασίας είναι να επικεντρώνεται σε συναφείς κινδύνους και να διασφαλίζει την ανθεκτικότητα των τραπεζών, μειώνοντας παράλληλα τον χρόνο που αφιερώνεται σε τυπικά αιτήματα και καθήκοντα. Αυτό θα μας επιτρέψει να εστιάσουμε τους πόρους στην αντιμετώπιση αναδυόμενων κινδύνων και σε τομείς μεγαλύτερης ανησυχίας και πολυπλοκότητας.

Οι άξονες εργασίας θα καλύπτουν έξι βασικούς τομείς:
Βελτίωση της λήψης αποφάσεων και αξιοποίηση του ψηφιακού μετασχηματισμού:

Επιταχύνουμε τις εποπτικές αποφάσεις μας με τη βοήθεια ψηφιακών εργαλείων και ταχείας διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Για παράδειγμα, η μέση διάρκεια των αξιολογήσεων της καταλληλότητας, οι οποίες αντιπροσωπεύουν κατά πολύ τον μεγαλύτερο αριθμό αποφάσεων της ΕΚΤ, μειώθηκε σε 97 ημέρες το 2024 (πολύ κάτω από τον στόχο των 120 ημερών που είχε θέσει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών). Επίσης, δρομολογούμε πιλοτικά μια ταχεία διαδικασία για την αξιολόγηση της σημαντικής μεταβίβασης κινδύνου στον τομέα των τιτλοποιήσεων, την οποία αναπτύξαμε σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τραπεζών. Χάρη στη διαδικασία αυτήν μειώνεται ο χρόνος που απαιτείται για την αξιολόγηση επαρκώς απλών και τυποποιημένων τιτλοποιήσεων – χωρίς να διακυβεύεται η ανθεκτικότητα – από τρεις μήνες σε δέκα εργάσιμες ημέρες. Όσον αφορά τις σύνθετες και καινοτόμες τιτλοποιήσεις, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να διενεργεί λεπτομερή αξιολόγηση και να εξετάζει διεξοδικά κατά πόσον έχει επιτευχθεί σημαντική μεταβίβαση κινδύνου.

Εσωτερικά υποδείγματα

Τα εσωτερικά υποδείγματα που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού βοηθούν να προσδιοριστεί το ύψος του κεφαλαίου που πρέπει να διαθέτει μια τράπεζα και επομένως επηρεάζουν την ανθεκτικότητά της. Ως εκ τούτου, η βελτίωση του τοπίου υποδειγμάτων αποτελεί εξαρχής προτεραιότητα του ΕΕΜ. Οι εποπτικές αρχές πρέπει να εγκρίνουν εκ των προτέρων τη χρήση τέτοιων υποδειγμάτων και να συνεχίσουν να παρακολουθούν τον τρόπο χρήσης τους, και σε περίπτωση (ουσιωδών) μεταβολών. Διερευνούμε τρόπους εξορθολογισμού των εποπτικών διαδικασιών που σχετίζονται με τα εσωτερικά υποδείγματα. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών επανεξετάζει τα ρυθμιστικά τεχνικά της πρότυπα για την ταξινόμηση των μεταβολών υποδειγμάτων, γεγονός που αποτελεί μια καλή ευκαιρία για να μειωθεί ο αριθμός των ουσιωδών μεταβολών υποδειγμάτων για τις οποίες απαιτείται εποπτική έγκριση. 

Ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων:

Οι εποπτικές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων χρησιμοποιούνται για να αξιολογείται κατά πόσον οι τράπεζες είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν σε χρηματοπιστωτικές και οικονομικές διαταραχές. Τα αποτελέσματα των ασκήσεων αυτών συμβάλλουν στον εντοπισμό ευπαθειών και στην έγκαιρη αντιμετώπισή τους στο πλαίσιο του εποπτικού διαλόγου με τις τράπεζες. Θέλουμε να βελτιώσουμε τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων – σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών όπου απαιτείται – καταργώντας άσκοπες και πολύπλοκες διαδικασίες έντασης πόρων. Έτσι, θα ενισχύσουμε την ικανότητά μας να ανταποκρινόμαστε ταχύτερα στους αναδυόμενους κινδύνους, μειώνοντας παράλληλα τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων σε σχέση με τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων καθώς και το κόστος συμμόρφωσης για τις τράπεζες.

Αποφάσεις σχετικά με το κεφάλαιο:

Η επαρκής κεφαλαιοποίηση είναι καίριας σημασίας για την ασφάλεια και την ευρωστία. Οι τράπεζες αναλαμβάνουν κινδύνους και μπορεί να υποστούν ζημίες σε περίπτωση υλοποίησης των κινδύνων. Πρέπει να είναι σε θέση να απορροφούν τέτοιες ζημίες για να συνεχίσουν να εξυπηρετούν τους πελάτες τους και σε δυσμενείς περιόδους. Λόγω αυτού του σημαντικού ρόλου, ορισμένες αποφάσεις που αφορούν το κεφάλαιο απαιτούν εποπτική έγκριση. Θα φροντίσουμε οι εσωτερικές διαδικασίες μας για αποφάσεις που αφορούν το κεφάλαιο, όπως η έγκριση της επαναγοράς μετοχών, να βασίζονται περισσότερο στον κίνδυνο και να γίνουν ταχύτερες, μεταξύ άλλων με τη χρήση ψηφιακών εργαλείων. Για τις τράπεζες, αυτό θα σημαίνει σαφέστερες εποπτικές κατευθύνσεις, περισσότερο τυποποιημένα υποδείγματα και ταχύτερους χρόνους ανάκαμψης.

Υποβολή στοιχείων:

Για να είναι σε θέση να παρακολουθούν τους κινδύνους και να επιβάλλουν την κανονιστική ρύθμιση, οι εποπτικές αρχές χρειάζονται σχετικές πληροφορίες που συνήθως συλλέγονται μέσω της τυποποιημένης υποβολής στοιχείων. Το πλαίσιο των τραπεζών για την υποβολή στοιχείων έχει εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου, αντανακλώντας τις ανάγκες διαφορετικών τομέων πολιτικής σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Καθώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα πολύπλοκο πλαίσιο υποβολής στοιχείων, χαρτογραφούμε το τοπίο της υποβολής και της δημοσιοποίησης στοιχείων για σκοπούς προληπτικής εποπτείας για τις σημαντικές και τις λιγότερο σημαντικές τράπεζες, λαμβάνοντας υπόψη τις εντολές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό θα μας βοηθήσει να εντοπίζουμε περιπτώσεις αλληλεπικάλυψης, παρωχημένες απαιτήσεις και τομείς στους οποίους η υποβολή στοιχείων μπορεί να εξορθολογιστεί.

Επιτόπιες επιθεωρήσεις:

Οι επιθεωρήσεις αποτελούν κρίσιμο εργαλείο για την τραπεζική εποπτεία. Περιλαμβάνουν διεξοδική ανάλυση διαφορετικών κινδύνων, συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, επιχειρηματικών μοντέλων ή ρυθμίσεων διακυβέρνησης. Οι επιθεωρήσεις παρέχουν λεπτομερείς πληροφορίες για την κατάσταση συγκεκριμένης τράπεζας και συμπεριλαμβάνουν ανάλυση με προσανατολισμό στο μέλλον. Ενισχύουμε την αποτελεσματικότητα των επιτόπιων επιθεωρήσεων, μεταξύ άλλων και στα στάδια του σχεδιασμού, της εκτέλεσης και της περαιτέρω ανάληψης μέτρων. Θα ακολουθήσουμε μια προσέγγιση που θα βασίζεται περισσότερο στον κίνδυνο κατά τον καθορισμό του πεδίου και της έντασης των επιτόπιων επιθεωρήσεων.

Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εποπτείας

Η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εποπτείας αποτελεί βασικό στοιχείο του μεταρρυθμιστικού μας προγράμματος. Οι χρηματοοικονομικοί δείκτες όμως δεν αρκούν για να κατανοήσουμε την αποτελεσματικότητα της εποπτείας. Για παράδειγμα, οι χρηματοοικονομικοί δείκτες μιας τράπεζας μπορούν να βελτιωθούν για διάφορους λόγους, όπως η βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών. Για να διαχωρίσουμε αυτούς τους παράγοντες, βελτιώνουμε τα αναλυτικά εργαλεία που διαθέτουμε ούτως ώστε να αξιολογούμε καλύτερα την αποτελεσματικότητα της εποπτείας.

Τακτική αξιολόγηση

Έχουμε ενσωματώσει τακτική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εποπτείας στη διαδικασία ετήσιου σχεδιασμού μας. Αυτό δίνει ιδιαίτερη έμφαση σε μετρήσιμα αποτελέσματα και διασφαλίζει ότι οι προσπάθειές μας θα παραμείνουν προσανατολισμένες στα αποτελέσματα και θα έχουν αντίκτυπο. Και μια νέα κλιμακωτή προσέγγιση για την παρακολούθηση των ευρημάτων και των μέτρων μας δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουμε τα κρισιμότερα ζητήματα πιο αποτελεσματικά.

Προώθηση μιας εποπτικής νοοτροπίας εστιασμένης στους κινδύνους

Η ΕΚΤ και οι εθνικές εποπτικές αρχές συνεργάζονται για την άσκηση της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας. Οι μεικτές εποπτικές ομάδες συγκεντρώνουν εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ και των εθνικών αρχών για την εποπτεία των σημαντικών τραπεζών, ενώ οι εθνικές αρχές εποπτεύουν τις λιγότερο σημαντικές τράπεζες υπό την επίβλεψη της ΕΚΤ.

Για να υλοποιήσουμε το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα, προωθούμε μια εποπτική νοοτροπία βασισμένη στον κίνδυνο σε ολόκληρο το σύστημα, δίνοντας τη δυνατότητα στις ομάδες να ασκούν την κρίση τους και να αποφασίζουν πού ακριβώς θα πρέπει να εστιάζεται η προσοχή κατά την εποπτεία.

Προκειμένου να ενισχυθεί η συνέπεια σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία, έχουμε αναλάβει μια ειδική πρωτοβουλία για να στηρίξουμε την αλλαγή νοοτροπίας. Έμφαση δίνεται στην ανάπτυξη μιας εποπτικής νοοτροπίας που θα είναι περισσότερο ενοποιημένη, αποδοτική και αποτελεσματική και θα βασίζεται στους κινδύνους. Η ενοποιημένη εποπτική νοοτροπία θα ενισχύσει την εποπτεία μας και θα οδηγήσει σε ομαλότερες διαδικασίες για τις τράπεζες.

Πώς συμβάλλουμε στις πρωτοβουλίες απλούστευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο;

Αποδοτική, αποτελεσματική και εστιασμένη στους κινδύνους εποπτεία

Θέλουμε η εποπτεία να είναι αποδοτική, αποτελεσματική και πάντοτε σαφώς εστιασμένη στους κινδύνους. Για τον σκοπό αυτόν, αν και δεν αποτελούμε ρυθμιστική ή νομοθετική αρχή, στηρίζουμε τις αρμόδιες αρχές στην αξιολόγηση τρόπων απλούστευσης του κανονιστικού πλαισίου διασφαλίζοντας εναρμονισμένες και αναλογικές απαιτήσεις σε επίπεδο ΕΕ – χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια και η ευρωστία των τραπεζών.

Ομάδα δράσης υψηλού επιπέδου για την απλούστευση

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχει συγκροτήσει ομάδα δράσης υψηλού επιπέδου η οποία εξετάζει πιθανούς τομείς στους οποίους θα μπορούσε να απλουστευθεί το ευρωπαϊκό κανονιστικό και εποπτικό πλαίσιο, καθώς και το πλαίσιο υποβολής στοιχείων για σκοπούς προληπτικής εποπτείας. Η ομάδα δράσης σχεδιάζει να υποβάλει προς το Διοικητικό Συμβούλιο τις προτάσεις της για την απλούστευση έως το τέλος του 2025, και στη συνέχεια οι τελικές προτάσεις θα παρουσιαστούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών

Συμμετέχουμε επίσης στην ειδική ομάδα δράσης της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για την αποτελεσματικότητα του κανονιστικού και εποπτικού πλαισίου.

Μηχανισμός καταγγελίας παραβάσεων