- ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Απαντήσεις σε συνήθεις ερωτήσεις σχετικά με την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2023
Φρανκφούρτη, 28 Ιουλίου 2023
Σε τι αφορά η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2023 σε επίπεδο ΕΕ; Ποιος ο στόχος της;
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ χρησιμοποιεί στοιχεία τέλους έτους από το 2022 για να αναλύσει πώς εξελίσσεται η κεφαλαιακή θέση μιας τράπεζας στη διάρκεια τριετούς περιόδου μέχρι το τέλος του 2025 στο πλαίσιο βασικού και δυσμενούς σεναρίου. Η εν λόγω άσκηση παρέχει στους φορείς εποπτείας, τις τράπεζες και άλλους συμμετέχοντες στην αγορά ένα κοινό πλαίσιο ανάλυσης που επιτρέπει τη σύγκριση και αξιολόγηση της ανθεκτικότητας των τραπεζών της ΕΕ σε οικονομικές διαταραχές που αφορούν συγκεκριμένες χώρες.
Η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για να αξιολογήσει τις κεφαλαιακές ανάγκες των επιμέρους τραπεζών βάσει του Πυλώνα 2 στο πλαίσιο της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP). Τα ποιοτικά αποτελέσματα θα συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της διακυβέρνησης κινδύνων στο πλαίσιο της SREP, επηρεάζοντας συνεπώς τη διαδικασία καθορισμού της απαίτησης του Πυλώνα 2 (P2R). Τα ποσοτικά αποτελέσματα θα χρησιμοποιηθούν ως βασική συνεισφορά στον καθορισμό των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2 (P2G) και, για πρώτη φορά, των κατευθύνσεων P2G όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης.
Η άσκηση έχει σχεδιαστεί με σκοπό να ενισχύσει την πειθαρχία της αγοράς μέσω της δημοσιοποίησης συνεπών και λεπτομερών πληροφοριών σε επίπεδο τραπεζών, οι οποίες παρουσιάζουν πώς οι ισολογισμοί επηρεάζονται από κοινές διαταραχές. Οι εποπτικές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δεν υποκαθιστούν τις αντίστοιχες εσωτερικές ασκήσεις των τραπεζών οι οποίες βασίζονται σε σενάρια προσαρμοσμένα στα δικά τους προφίλ κινδύνου και στις δικές τους ευπάθειες.
Πώς επιλέγονται τα δείγματα των τραπεζών της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ και της παράλληλης άσκησης της ΕΚΤ;
Οι τράπεζες που συμμετείχαν στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ την οποία συντόνισε η ΕΑΤ επελέγησαν ώστε να αντιστοιχούν περίπου στο 75% του συνολικού ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στη ζώνη του ευρώ. Για να συμπεριληφθούν στην άσκηση, οι τράπεζες έπρεπε να διαθέτουν στοιχεία ενεργητικού ύψους τουλάχιστον 30 δισεκ. ευρώ κατά τον χρόνο επιλογής του δείγματος. Ωστόσο, οι τράπεζες με συγκεκριμένα επιχειρηματικά μοντέλα μπορούσαν να εξαιρεθούν εάν η μεθοδολογία της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ θεωρείτο λιγότερο κατάλληλη για την αξιολόγηση της ανθεκτικότητας και της κεφαλαιακής επάρκειάς τους. Το 2023 στο δείγμα της ΕΑΤ περιλαμβάνονταν 57 τράπεζες της ζώνης του ευρώ που υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ.
Για τις μικρότερες τράπεζες που υπόκεινται σε άμεση εποπτεία και, ως εκ τούτου, δεν περιλαμβάνονταν στο δείγμα της ΕΑΤ, η ΕΚΤ διενήργησε παράλληλα τη δική της άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Το 2023, 41 συνολικά τράπεζες συμμετείχαν σε αυτήν την άσκηση.
Κάποιες τράπεζες που υπόκεινται σε άμεση εποπτεία δεν συμμετείχαν σε καμία από τις δύο ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Αυτό συνέβη, για παράδειγμα, στην περίπτωση θυγατρικών ή υποκαταστημάτων τραπεζών εκτός Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) που συμμετείχαν στην άσκηση σε επίπεδο ΕΕ. Άλλοι λόγοι για τους οποίους μπορεί να μην συμμετείχαν ήταν ότι μια τράπεζα βρισκόταν σε διαδικασία αναδιάρθρωσης τη δεδομένη στιγμή ή συμμετείχε σε συγχώνευση ή εξαγορά.
Ποιες πληροφορίες διατίθενται σχετικά με τα αποτελέσματα;
Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) δημοσιεύει αναλυτικά αποτελέσματα για τις επιμέρους τράπεζες που συμμετέχουν στην άσκηση σε επίπεδο ΕΕ.
Για τις τράπεζες που συμμετέχουν στην παράλληλη άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του ΕΕΜ, η ΕΚΤ δημοσιεύει συγκεντρωτικά αποτελέσματα και επιλεγμένες πληροφορίες για κάθε τράπεζα. Η δημοσίευση για αυτό το δείγμα γίνεται με βάση την αρχή της αναλογικότητας, καθώς οι εν λόγω τράπεζες είναι μικρότερες από εκείνες που συμμετέχουν στην άσκηση σε επίπεδο ΕΕ.
Τι θα κάνει η ΕΚΤ με τις τράπεζες που παρουσιάζουν (σοβαρή) υστέρηση κεφαλαίου στο πλαίσιο του δυσμενούς σεναρίου;
Όπως και τα προηγούμενα έτη, στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2023 δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας. Επομένως, δεν υφίσταται «υστέρηση» με τη συνήθη έννοια του όρου. Αντ’ αυτού, η άσκηση παρέχει σημαντικές πληροφορίες που ενσωματώνονται στις αποφάσεις της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation process - SREP ) για κάθε ίδρυμα. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (ιδίως τα επίπεδα μείωσης κεφαλαίου) θα χρησιμοποιηθούν ως σημείο εκκίνησης για τον καθορισμό των κατευθύνσεων P2G (όπως προβλέπεται στις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ για την SREP και τις εποπτικές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων).
Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, οι τράπεζες με (σοβαρή) μείωση κεφαλαίου υπό το δυσμενές σενάριο θα πρέπει γενικά να αναμένουν υψηλότερο επίπεδο κατευθύνσεων P2G σε σύγκριση με τράπεζες των οποίων τα αποτελέσματα είναι καλύτερα.
Στις περιπτώσεις όπου η σοβαρή μείωση κεφαλαίου προβάλλει ιδιαίτερους κινδύνους σε ορισμένους τομείς δραστηριότητας, οι μεικτές εποπτικές ομάδες χρησιμοποιούν αυτές τις πληροφορίες για την περαιτέρω ανάληψη στοχευμένων εποπτικών πρωτοβουλιών και, κατά περίπτωση, τη λήψη μέτρων με σκοπό να διασφαλιστεί η ορθή διαχείριση των εν λόγω κινδύνων.
Πώς ενσωματώνονται τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων στη SREP;
Τα αποτελέσματα ενσωματώνονται στην SREP κατά τρόπο ποσοτικό και ποιοτικό.
1. Ποσοτικό αποτέλεσμα
- Η μεθοδολογία για τον καθορισμό των κατευθύνσεων P2G ακολουθεί προσέγγιση δύο σταδίων. Κατά το πρώτο στάδιο η τράπεζα κατατάσσεται σε μια κατηγορία ανάλογα με τη μέγιστη μείωση κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 - CET1) που σημειώνεται κατά την εποπτική άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Οι κατηγορίες έχουν σχεδιαστεί με βάση την πρόσφατη εποπτική εμπειρία, την ανοχή στον κίνδυνο εντός του ΕΕΜ και τη στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Κατά το δεύτερο στάδιο οι μεικτές εποπτικές ομάδες ασκούν την εξειδικευμένη κρίση τους για να προσαρμόσουν τις κατευθύνσεις P2G στο προφίλ κάθε ιδρύματος. Οι μεικτές εποπτικές ομάδες μπορούν να κάνουν προσαρμογές εντός του εύρους της αντίστοιχης κατηγορίας και, κατ’ εξαίρεση, και πέραν αυτού.
- Στο πλαίσιο της SREP του 2023, η ΕΚΤ θα εφαρμόσει για πρώτη φορά νέα μεθοδολογία για τον καθορισμό των κατευθύνσεων P2G όσον αφορά την αντιμετώπιση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης. Αυτή η παροχή κατευθύνσεων επιδιώκει να διασφαλίσει ότι τα ίδια κεφάλαια μιας τράπεζας μπορούν να απορροφήσουν τις δυνητικές ζημίες που προκύπτουν από τα σενάρια ακραίων καταστάσεων. Για τον καθορισμό των κατευθύνσεων P2G όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει ως σημείο εκκίνησης τις προβολές για τον δείκτη μόχλευσης στο σενάριο δυσμενών εξελίξεων της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και θα ακολουθήσει παρόμοια διαδικασία δύο σταδίων όπως περιγράφεται για τις κατευθύνσεις P2G παραπάνω. Οι κατευθύνσεις P2G όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης επιβάλλονται μόνο για ορισμένες τράπεζες, για παράδειγμα όταν ο δείκτης μόχλευσης, βάσει των προβολών, μειώνεται κάτω από την απαίτηση του συνολικού δείκτη μόχλευσης.
2. Ποιοτικό αποτέλεσμα
- Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων παρέχει στους φορείς εποπτείας πολλές πληροφορίες για τους κινδύνους και τις ευπάθειες μιας τράπεζας, καθώς και για τις ικανότητές της όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνων. Οι μεικτές εποπτικές ομάδες εξετάζουν διαφορετικές πτυχές όταν αξιολογούν την εσωτερική διακυβέρνηση και τη διαχείριση κινδύνων μιας τράπεζας στο πλαίσιο της SREP, πράγμα που επηρεάζει τελικά τον προσδιορισμό των απαιτήσεων του Πυλώνα 2 (P2R). Αυτές οι πτυχές περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, την έγκαιρη παροχή και την ακρίβεια των δεδομένων, καθώς και την ποιότητα των λαμβανόμενων πληροφοριών. Ομοίως, σκοπός των ποσοτικών δεικτών μέτρησης που καταρτίζονται απευθείας από στοιχεία είναι να παρέχουν στις μεικτές εποπτικές ομάδες μετρήσιμα κριτήρια για την αξιολόγηση των επιδόσεων των τραπεζών με την εφαρμογή βαθμολογίας βασιζόμενης σε τέσσερα επίπεδα. Μετρείται η ικανότητα των τραπεζών να αντεπεξέρχονται στις απαιτήσεις στοιχείων και να απαντούν σε όλη τη διάρκεια της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Επιπλέον, οι μεικτές εποπτικές ομάδες διενεργούν ποιοτική αξιολόγηση των επιδόσεων των τραπεζών στη διάρκεια των κύκλων διασφάλισης ποιότητας της άσκησης.
Σημειώσεις
- Οι προβολές των τραπεζών στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2023 υπολογίστηκαν με βάση τους λογιστικούς κανόνες που ίσχυαν στις 31 Δεκεμβρίου 2022. Το λογιστικό πρότυπο ΔΠΧΑ 17 για τις ασφαλιστικές δραστηριότητες δεν ελήφθη υπόψη στην άσκηση καθώς τέθηκε σε ισχύ μόλις την 1η Ιανουαρίου 2023. Ωστόσο, για να διασφαλιστεί επαρκής διαφάνεια, η ΕΑΤ γνωστοποίησε επιλεγμένα υπομνηματικά στοιχεία που περιλαμβάνουν τις επιπτώσεις από την εφαρμογή του ΔΠΧΑ 17. Αυτό αναμένεται να διευκολύνει τη σύγκριση μεταξύ των αποτελεσμάτων της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και των σχετικών δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας από την 1η Ιανουαρίου 2023. Ωστόσο, τα εν λόγω υπομνηματικά στοιχεία δεν έχουν υποβληθεί στην ίδια διεξοδική διασφάλιση ποιότητας με εκείνη που διενεργούν οι αρμόδιες αρχές για τα άλλα δημοσιευμένα στοιχεία των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.