Εισαγωγική δήλωση στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου σχετικά με την Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για την εποπτική δραστηριότητα το 2016
Danièle Nouy, Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, και Sabine Lautenschläger, Αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Φρανκφούρτη, 27 Μαρτίου 2017
Danièle Nouy, Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ
Κυρίες και κύριοι,
Είναι απίστευτο το πόσο γρήγορα περνά ο καιρός. Μόλις πριν από πέντε χρόνια, τον Ιούνιο του 2012, οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν να μεταφέρουν την αρμοδιότητα για την τραπεζική εποπτεία από το εθνικό στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Και να που βρισκόμαστε σήμερα στον τρίτο χρόνο της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας.
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το 2016 ήταν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ή εν συντομία ΜΕΔ. Τα ΜΕΔ θα εξακολουθήσουν να αποτελούν βασική προτεραιότητα για αρκετό καιρό ακόμη. Μέχρι στιγμής, τα καλά νέα είναι ότι τα ΜΕΔ στη ζώνη του ευρώ μειώθηκαν κατά 54 δισεκ. ευρώ σε επίπεδο 921 δισεκ. ευρώ από το γ΄ τρίμηνο του 2015 έως το γ΄ τρίμηνο του 2016. Ως αποτέλεσμα, ο λόγος των ΜΕΔ υποχώρησε από 7,3% σε 6,5%. Ωστόσο, σε ορισμένα κράτη μέλη, τα ΜΕΔ συνεχίζουν να αποτελούν σοβαρό ζήτημα. Επηρεάζουν αρνητικά την κερδοφορία των τραπεζών και περιορίζουν την ικανότητά τους να χρηματοδοτούν την οικονομία.
Μόλις πριν από μια εβδομάδα δημοσιεύσαμε έγγραφο κατευθύνσεων προς τις τράπεζες όσον αφορά τις προσδοκίες μας για τον τρόπο αντιμετώπισης των ΜΕΔ. Οι τράπεζες υποχρεούνται να χαράξουν σαφή στρατηγική για τη μείωση των ΜΕΔ, στρατηγική που περιλαμβάνει τον καθορισμό φιλόδοξων αλλά ρεαλιστικών στόχων και τη δημιουργία σχετικών δομών διακυβέρνησης και λειτουργίας. Αυτές οι κατευθύνσεις θα διασφαλίσουν ότι οι τράπεζες ακολουθούν συνεπή και αποτελεσματική προσέγγιση όσον αφορά τη μείωση των ΜΕΔ.
Αλλά οι τράπεζες και οι επόπτες δεν είναι οι μόνοι που χρειάζεται να προβούν σε ενέργειες. Σε ορισμένες χώρες, το νομικό και το δικαστικό πλαίσιο εμποδίζουν την ταχεία επίλυση των ΜΕΔ. Είναι λοιπόν απαραίτητη η ανάληψη δράσης και εκ μέρους των νομοθετών σε εθνικό επίπεδο. Με βάση τις εθνικές πρακτικές που έχουμε καταγράψει, θα μπορούσαν να καταστήσουν τα δικαστικά συστήματα πιο αποτελεσματικά, να θεσπίσουν ταχύρρυθμες διαδικασίες εξωδικαστικής διευθέτησης, να αυξήσουν την πρόσβαση στις εξασφαλίσεις και να ευθυγραμμίσουν τα φορολογικά κίνητρα.
Ένα ακόμη σημαντικό σχέδιο που θέσαμε σε εφαρμογή είναι η στοχευμένη αξιολόγηση των εσωτερικών υποδειγμάτων, εν συντομία TRIM (targeted review of internal models). Πολλές τράπεζες χρησιμοποιούν εσωτερικά υποδείγματα για να προσδιορίσουν τον βαθμό κινδύνου που παρουσιάζουν τα στοιχεία ενεργητικού τους. Το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ενεργητικό αποτελεί τη βάση για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Αυτό σημαίνει ότι τα εσωτερικά υποδείγματα έχουν ιδιαίτερη σημασία από τη σκοπιά της προληπτικής εποπτείας.
Με την πάροδο του χρόνου, οι τράπεζες χρησιμοποιούν ολοένα πιο σύνθετα υποδείγματα σε μια προσπάθεια να χαρτογραφήσουν τους κινδύνους με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια. Ωστόσο, όσο πιο σύνθετα είναι τα υποδείγματα τόσο πιο επιρρεπή είναι σε σφάλματα ή ακόμη και σε χειραγώγηση.
Χάρη στην ευαισθησία τους στον κίνδυνο, τα υποδείγματα αποτελούν ικανοποιητικά εργαλεία διαχείρισης. Όμως τα αποτελέσματά τους θα πρέπει να είναι συμβατά και συγκρίσιμα. Στο πλαίσιο αυτό, η TRIM θα αξιολογήσει πόσο εύρωστα και αξιόπιστα είναι στην πραγματικότητα τα εσωτερικά υποδείγματα των τραπεζών. Σκοπός είναι να διασφαλιστεί ότι ο υπολογισμός του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού καθοδηγείται από πραγματικούς κινδύνους και όχι από επιλογές κατά τη διαμόρφωση των υποδειγμάτων.
Για να είμαστε σαφείς, ο στόχος μας δεν είναι μια γενικευμένη αύξηση του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού. Ωστόσο, ενδέχεται να σημειωθεί κάποια αύξηση του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού σε ορισμένες τράπεζες. Συνολικά, η TRIM θα συμβάλει στην ενίσχυση της ευρωστίας των εσωτερικών υποδειγμάτων καθιστώντας τα έτσι πιο αξιόπιστα. Επιπλέον, θα συμβάλει και στη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού για τις τράπεζες στη ζώνη του ευρώ. Ταυτόχρονα, η TRIM θα συμβάλει σε έναν σταθερότερο τραπεζικό τομέα.
Το τραπεζικό σύστημα δεν έχει να κάνει μόνο με τη σταθερότητα αλλά και με την κερδοφορία. Και τα κέρδη είναι το αδύναμο σημείο των τραπεζών της ζώνης του ευρώ: πολλές τράπεζες στη ζώνη του ευρώ δεν βγάζουν ούτε το κόστος του κεφαλαίου τους. Αυτό αφορά τις τράπεζες και τους επενδυτές και αφορά και εμάς τους επόπτες. Άλλωστε, η σταθερότητα και η κερδοφορία αποτελούν τις δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος.
Η κερδοφορία των τραπεζών και τα επιχειρηματικά τους μοντέλα βρίσκονται μεταξύ των βασικών μας προτεραιοτήτων εδώ και αρκετό καιρό. Φυσικά, δεν υποδεικνύουμε στις τράπεζες ποια θα πρέπει να είναι τα επιχειρηματικά τους μοντέλα. Αυτό που κάνουμε είναι να επαληθεύουμε τη βιωσιμότητά τους και να παρακολουθούμε στενά το ζήτημα. Και υπάρχουν κερδοφόρες τράπεζες. Ποια είναι το μυστικό τους; Λοιπόν ένα κοινό χαρακτηριστικό αυτών των τραπεζών είναι οι σταθερές δομές κόστους – αυτό θα πρέπει να αποτελέσει ένδειξη και για τις άλλες τράπεζες.
Όμως δεν είναι μόνο θέμα κόστους. Οι τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με πολλές προκλήσεις σήμερα. Αναφέρθηκα ήδη στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και θα μπορούσα να αναφερθώ επίσης στην πολιτική αβεβαιότητα και την υποτονική ανάπτυξη, στο δύσκολο περιβάλλον επιτοκίων, τους αυστηρότερους κανόνες και τους νέους ανταγωνιστές. Ο κόσμος αλλάζει και οι τράπεζες θα πρέπει να ενστερνίζονται αυτή την αλλαγή: πρέπει να προσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα ώστε να επιστρέψουν σε κερδοφορία.
Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι, σε ορισμένες χώρες, εξακολουθεί να παρατηρείται πολύ μεγάλος κατακερματισμός του τραπεζικού τομέα. Το επακόλουθο πλεονάζον δυναμικό οδηγεί σε ισχυρό ανταγωνισμό και χαμηλά κέρδη. Σε μια τέτοια κατάσταση, θα πρέπει να περιμένει κανείς ότι κάποιες τράπεζες θα εξωθηθούν από την αγορά. Κατά την άποψή μου, υπάρχουν σαφή επιχειρήματα υπέρ της ενοποίησης, για παράδειγμα μέσω συγχωνεύσεων. Ωστόσο, δεν έχουν πραγματοποιηθεί πολλές συγχωνεύσεις μέχρι τώρα, και όσες έχουν λάβει χώρα έχουν γίνει εντός μιας συγκεκριμένης χώρας και όχι σε διασυνοριακή βάση εντός της ζώνης του ευρώ.
Αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος της τραπεζικής ένωσης. Σκοπός της τραπεζικής ένωσης είναι να χτίσει τα θεμέλια για μια αληθινά ευρωπαϊκή τραπεζική αγορά, μια αγορά στην οποία θα πραγματοποιούνταν διασυνοριακές συγχωνεύσεις. Οι τράπεζες θα αποκτούσαν περισσότερο ευρωπαϊκή οπτική, θα προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ και θα ωφελούνταν από μια μεγαλύτερη αγορά. Ταυτόχρονα, οι πελάτες θα μπορούσαν να επιλέξουν από ένα ευρύ φάσμα τραπεζών που εποπτεύονται σύμφωνα με τα ίδια υψηλά πρότυπα. Αυτό είναι το όραμά μας για το μέλλον.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Sabine Lautenschläger, Αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ
Κυρίες και κύριοι,
Έργο της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας είναι να καθιστά τις τράπεζες ανθεκτικές. Έτσι, συμβάλλει στη δημιουργία ενός ασφαλούς και υγιούς ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα, ενός τραπεζικού τομέα που μπορεί να αποτελέσει αξιόπιστο εταίρο για την οικονομία.
Όμως, μπορούμε να επιτελέσουμε το έργο μας μόνο όταν στηριζόμαστε σε ένα ισχυρό κανονιστικό πλαίσιο. Μετά την κρίση, οι φορείς χάραξης πολιτικής ενδυνάμωσαν το κανονιστικό πλαίσιο και εισήγαγαν τις απαραίτητες τροποποιήσεις. Χάρη σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις, οι εποπτικές αρχές σε όλο τον κόσμο είναι σε θέση να ασκούν καλύτερα το έργο τους.
Και έτσι βοηθούν τις τράπεζες να ασκούν και εκείνες το δικό τους έργο καλύτερα. Άλλωστε μόνο οι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες τράπεζες με ορθές δομές διακυβέρνησης μπορούν να χρηματοδοτήσουν αποτελεσματικά την οικονομία. Μόνο οι σταθερές τράπεζες μπορούν να χρηματοδοτήσουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και την ευημερία. Χρειαζόμαστε λοιπόν ένα κανονιστικό πλαίσιο και αυτό θα πρέπει να στηρίζεται σε παγκόσμια πρότυπα.
Κατά τη γνώμη μου, αυτό το σημείο έχει ζωτική σημασία. Αποτελεί ένα ακόμη δίδαγμα από την κρίση που δεν θα πρέπει να ξεχνάμε. Για να διασφαλιστεί η σταθερότητα, πρέπει να ακολουθήσουμε μια παγκόσμια προσέγγιση όσον αφορά το κανονιστικό πλαίσιο. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι τόσο σημαντικό το πλαίσιο της Βασιλείας. Και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο πρέπει να ολοκληρώσουμε τις μεταρρυθμίσεις της Βασιλείας ΙΙΙ το συντομότερο δυνατόν.
Μέχρι τώρα έχουν παρουσιαστεί λύσεις για διάφορα ζητήματα. Σε τελική ανάλυση, τα μέτρα της Βασιλείας ΙΙΙ μπορούν να υιοθετηθούν μόνο όλα μαζί ως δέσμη - η Επιτροπή της Βασιλείας βρίσκεται όμως κοντά σε συμφωνία. Σε αυτό το πλαίσιο, χαιρετίζουμε τη δέσμευση της Ομάδας των 20 (G20) για οριστικοποίηση της Βασιλείας ΙΙΙ.
Μεταβαίνοντας από το παγκόσμιο στο ευρωπαϊκό επίπεδο, εκφράζουμε την πολύ μεγάλη ικανοποίησή μας για την τρέχουσα αναθεώρηση του ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υποβάλει προτάσεις για τον τρόπο προσαρμογής και τροποποίησης των σχετικών νομοθετικών διατάξεων.
Η ΕΚΤ θα δημοσιεύσει επίσημη γνώμη σχετικά με αυτές τις προτάσεις τον Μάιο. Προσωπικά, θεωρώ ότι οι προτάσεις περιέχουν πολλά καλά στοιχεία.
Πρώτον, συνάδουν με την παγκόσμια προσέγγιση, καθώς ενσωματώνουν ορισμένα παγκόσμια πρότυπα, όπως ο δείκτης μόχλευσης, στο ευρωπαϊκό δίκαιο.
Δεύτερον, υποστηρίζουν την ιδέα της τραπεζικής ένωσης, καθώς επιτρέπουν απαλλαγές από την εφαρμογή κεφαλαιακών απαιτήσεων και απαιτήσεων ρευστότητας στο εσωτερικό ενός τραπεζικού ομίλου σε διασυνοριακή βάση εντός της Ένωσης.
Και, τρίτον, ενισχύουν την αρχή της αναλογικότητας, καθώς επιδιώκουν να περιορίσουν την κανονιστική επιβάρυνση των μικρότερων τραπεζών.
Φυσικά, υπάρχουν επίσης ζητήματα που ενδεχομένως να χρειάζονται περαιτέρω εξέταση.
Πρώτον, ενώ οι εποπτικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να ενεργούν γρήγορα και ευέλικτα με βάση την πείρα και την κρίση τους, ορισμένες από τις προτάσεις επιδιώκουν να θέσουν τις εποπτικές ενέργειες σε αυστηρά πλαίσια. Αυτό θα περιόριζε την ικανότητά μας να προσαρμόζουμε τις ενέργειές μας σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο χρηματοπιστωτικό κλάδο - έναν κλάδο που επιδιώκει πάντα τις καλύτερες συνθήκες και εκμεταλλεύεται οποιαδήποτε ευκαιρία για να επωφεληθεί από τους ευνοϊκότερους κανόνες - κανόνες που δεν μπορούν να προσαρμοστούν με την ίδια ταχύτητα με την οποία οι τράπεζες δοκιμάζουν τα όριά τους.
Και, δεύτερον, υπάρχουν ακόμη περιθώρια για περαιτέρω εναρμόνιση των κανόνων - για παράδειγμα σε ό,τι αφορά τα εθνικά δικαιώματα και διακριτικές ευχέρειες.
Κυρίες και κύριοι, μιλήσαμε για την εποπτεία και μιλήσαμε για το κανονιστικό πλαίσιο. Υπάρχει ένα ακόμη θέμα στο οποίο θα ήθελα να αναφερθώ: την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ (Brexit). Τις προηγούμενες εβδομάδες, η Danièle και εγώ μιλήσαμε δημοσίως για το Brexit και παρουσιάσαμε τον τρόπο με τον οποίο θα προσεγγίσουμε το ζήτημα και τον τρόπο με τον οποίο αναμένουμε ότι θα το προσεγγίσουν οι τράπεζες. Επιτρέψτε μου λοιπόν να αναφερθώ εν συντομία σε ορισμένα σημεία.
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη. Ωστόσο, τόσο οι τράπεζες όσο και οι εποπτικές αρχές πρέπει να προετοιμαστούν για κάθε ενδεχόμενο σενάριο. Για τις τράπεζες είναι κυρίως ζήτημα που αφορά την πρόσβαση στην αγορά.
Πολλές τράπεζες του Ηνωμένου Βασιλείου δραστηριοποιούνται στην ενιαία αγορά στηριζόμενες στο ευρωπαϊκό διαβατήριο. Χάρη σε αυτό έχουν πρόσβαση σε ολόκληρη την ενιαία αγορά εφόσον είναι εγκατεστημένες σε χώρα της ΕΕ. Σε περίπτωση «σκληρού» Brexit πιθανόν να χάσουν αυτό το διαβατήριο και να πρέπει να αναζητήσουν κάποιον άλλο τρόπο πρόσβασης στην ενιαία αγορά.
Η πλέον προφανής λύση θα ήταν να λάβουν άδεια λειτουργίας σε μια χώρα της ΕΕ προκειμένου να ανακτήσουν το διαβατήριο. Το όργανο που χορηγεί τις άδειες λειτουργίες στη ζώνη του ευρώ είναι η ΕΚΤ. Και για να είμαστε σαφείς: εμείς θα χορηγήσουμε άδειες λειτουργίες μόνο σε επαρκώς κεφαλαιοποιημένες τράπεζες με ορθές δομές διαχείρισης.
Δεν θα δεχτούμε επιχειρήσεις φαντάσματα. Κάθε νέα οντότητα πρέπει να διαχειρίζεται επαρκώς τον κίνδυνο σε τοπικό επίπεδο, να διαθέτει επαρκές τοπικό προσωπικό και να είναι λειτουργικά ανεξάρτητη. Για να δώσουμε τη δυνατότητα στις τράπεζες να συμμορφωθούν πλήρως με τις απαιτήσεις μας, θα παρέχουμε συγκεκριμένες για κάθε τράπεζα περιόδους σταδιακής εφαρμογής των απαιτήσεων. Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα λάβουμε υπόψη τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και το προφίλ κινδύνου κάθε τράπεζας.
Θα είμαστε προσεκτικοί όσον αφορά τυχόν κανονιστικό και εποπτικό αρμπιτράζ και δεν θα λάβουμε μέρος σε μια εξίσωση των όρων ανταγωνισμού προς τα κάτω προς τον σκοπό αυτό. Γι' αυτό θα παρακολουθούμε προσεκτικά με ποιον τρόπο οι τραπεζικοί όμιλοι οργανώνουν τη δομή των οντοτήτων τους στη ζώνη του ευρώ.
Ορισμένες τράπεζες μπορεί να θέλουν να χρησιμοποιήσουν μια πολύπλοκη και πολυποίκιλη δομή, προσαρμοσμένη στο εύρος των δραστηριοτήτων που σχεδιάζουν να ασκήσουν στη ζώνη του ευρώ.
Πολλές εισερχόμενες τράπεζες μπορεί να σχεδιάζουν να θεσπίσουν σημαντικά ή λιγότερα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα ή να επεκτείνουν τα ήδη υφιστάμενα. Αυτές οι τράπεζες είτε θα εποπτεύονται απευθείας από την ΕΚΤ είτε από τις εθνικές αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την κοινή ευρωπαϊκή εποπτική προσέγγιση της ΕΚΤ.
Ορισμένοι τραπεζικοί όμιλοι μπορεί να εξετάσουν την περίπτωση να χρησιμοποιήσουν ένα υποκατάστημα εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα για ένα μέρος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους. Τα υποκαταστήματα που είναι εγκατεστημένα σε τρίτες χώρες υπόκεινται επίσης σε τραπεζική εποπτεία αλλά σε εθνικό επίπεδο και σύμφωνα με τα εθνικά πρότυπα. Και αυτά τα πρότυπα μπορούν να διαφέρουν σημαντικά από χώρα σε χώρα. Ορισμένες εθνικές εποπτικές αρχές, για παράδειγμα, υποχρεώνουν τα υποκαταστήματα σε τρίτες χώρες να έχουν δική τους επάρκεια κεφαλαίων και ρευστότητας, άλλες όχι.
Όλα αυτά αντίκεινται στην ιδέα των ισότιμων όρων ανταγωνισμού στη ζώνη του ευρώ. Προσκαλούν τις τράπεζες να συμμετέχουν σε κανονιστικό ή ρυθμιστικό αρμπιτράζ. Και όμως, ίσως υπάρχει μια ευκαιρία να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα στο πλαίσιο της τρέχουσας αναθεώρησης του ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου στην οποία αναφέρθηκα πριν από λίγο.
Το Brexit θα φέρει σημαντικές αλλαγές. Αυτό είναι σαφές. Ένα όμως πράγμα δεν πρόκειται να αλλάξει. Οι χρηματοπιστωτικοί τομείς του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ θα εξακολουθούν να είναι στενά συνδεδεμένοι.
Κυρίες και κύριοι, είμαστε προετοιμασμένοι για οποιαδήποτε έκβαση των διαπραγματεύσεων και το ίδιο θα πρέπει να κάνουν και οι τράπεζες. Επιτρέψτε μου να σας διαβεβαιώσω ακόμη μία φορά ότι ως εποπτική αρχή δεν θα συμμετέχουμε σε μια εξίσωση των όρων ανταγωνισμού προς τα κάτω. Εξάλλου, το κοινό συμφέρον όλων μας - και στις δύο πλευρές της Μάγχης - είναι ένας σταθερός τραπεζικός τομέας.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας
- Sonnemannstrasse 20
- 60314 Frankfurt am Main, Germany
- +49 69 1344 7455
- media@ecb.europa.eu
Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εφόσον γίνεται αναφορά στην πηγή.
Εκπρόσωποι Τύπου