Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά

1 Εισαγωγή

Η γεωπολιτική διαταραχή που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι άμεσες μακροχρηματοπιστωτικές συνέπειές της έχουν εντείνει τις αβεβαιότητες σχετικά με την εξέλιξη της οικονομίας και των χρηματοπιστωτικών αγορών και έχουν αυξήσει τους κινδύνους για τον τραπεζικό τομέα. Η τρέχουσα κατάσταση απαιτεί εξαιρετική σύνεση εκ μέρους των τραπεζών και των αρχών τραπεζικής εποπτείας. Στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2022, τα εποπτευόμενα ιδρύματα παρουσίασαν συνολικά καλές επιδόσεις, υποβοηθούμενα από την οικονομική ανάκαμψη που σημειώθηκε μετά από τη σταδιακή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων που είχαν ληφθεί στο πλαίσιο της πανδημίας του κορωνοϊού (COVID-19) και τη βαθμιαία εξομάλυνση των επιτοκίων. Οι τράπεζες ανέφεραν εύρωστους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και άφθονα αποθέματα ρευστότητας καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου, γεγονός που αντανακλά την ισχυρή ανθεκτικότητα του τομέα, ενώ ο συνολικός όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) συνέχισε να μειώνεται.

Ενώ ο άμεσος αντίκτυπος του πολέμου στην Ουκρανία παραμένει μέχρι στιγμής συγκρατημένος για τα περισσότερα εποπτευόμενα ιδρύματα, η μακροοικονομική διαταραχή, η οποία επιτείνει τις προϋπάρχουσες πληθωριστικές πιέσεις και τα συνεχιζόμενα φαινόμενα συμφόρησης στις εφοδιαστικές αλυσίδες, έχει εξαπλωθεί, ιδίως στην Ευρώπη. Κατά συνέπεια, οι χρηματοοικονομικοί και οι μη χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι έχουν αυξηθεί για τον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό τομέα. Τυχόν όξυνση των γεωπολιτικών εντάσεων στο μέλλον ενδέχεται να αυξήσει περαιτέρω τους κινδύνους ανατιμολόγησης στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις κυβερνοαπειλές. Συνολικά, η εξέλιξη της οικονομίας και των χρηματοπιστωτικών αγορών παραμένει ιδιαίτερα αβέβαιη, αφήνοντας μεγαλύτερα περιθώρια για καθοδικές αντί για ανοδικές εκπλήξεις.

Πέρα από τους επικείμενους κινδύνους που προκαλεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι κίνδυνοι και οι ευπάθειες που προϋπάρχουν και είναι πιο διαρθρωτικοί απαιτούν επίσης την κατάλληλη προσοχή των τραπεζών και των εποπτικών αρχών, όπως η αντιμετώπιση των προκλήσεων που απορρέουν από την ανάπτυξη και την εκτέλεση των στρατηγικών ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζών ή η αντιμετώπιση των φυσικών κινδύνων και των κινδύνων μετάβασης από την κλιματική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές, επανεξέτασε τις στρατηγικές της προτεραιότητες για την επόμενη τριετία σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον. Η επανεξέταση βασίζεται σε ενδελεχή αξιολόγηση των βασικών κινδύνων και ευπαθειών για τις εποπτευόμενες τράπεζες, αποτιμά την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά τις προτεραιότητες που εγκρίθηκαν πέρυσι και στηρίζεται στα αποτελέσματα της Διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process — SREP) για το 2022. Παρόλο που οι συνθήκες έχουν αλλάξει ουσιωδώς σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αυξάνοντας την πιθανότητα εμφάνισης των κινδύνων που αντιμετωπίζει ο τραπεζικός τομέας καθώς και τη σοβαρότητά τους, οι εποπτικές προτεραιότητες και οι αντίστοιχες δραστηριότητες που ορίστηκαν το 2022 συνολικά εξακολουθούν να είναι κατάλληλες για την αντιμετώπιση τόσο των πιεστικών προκλήσεων όσο και των πιο διαρθρωτικών ευπαθειών του τραπεζικού τομέα.

Ωστόσο, απαιτούνται ορισμένες προσαρμογές για την αντιμετώπιση των νεοεμφανιζόμενων κινδύνων που απορρέουν από τον πόλεμο και τον υψηλό πληθωρισμό. Ο επικαιροποιημένος σχεδιασμός αντανακλά επίσης την πρόοδο που έχουν επιτύχει οι εποπτικές αρχές όσον αφορά την αντιμετώπιση των ευπαθειών και των κινδύνων στους οποίους είχε δοθεί προτεραιότητα τα προηγούμενα έτη. Οι κίνδυνοι επιτοκίου και πιστωτικού περιθωρίου, ο πιστωτικός κίνδυνος αντισυμβαλλομένου και η μοχλευμένη χρηματοδότηση αποτελούν παραδείγματα επίμονων κινδύνων με ιδιαίτερα μεγάλη σημασία, ιδίως στις τρέχουσες συνθήκες, που έχουν αντιμετωπιστεί με σημαντική εποπτική προσπάθεια το 2022. Οι εποπτικές αρχές παρακολουθούν με στοχευμένο τρόπο τις επηρεαζόμενες τράπεζες μέσω τακτικών εποπτικών δραστηριοτήτων ώστε να διασφαλίζουν ότι η διαχείριση αυτών των κινδύνων είναι επαρκής και ότι οι διαπιστωθείσες ελλείψεις αντιμετωπίζονται πλήρως.

Το σημερινό περιβάλλον απαιτεί επίσης σύνεση. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο οι εποπτικές αρχές να εξακολουθήσουν να παρακολουθούν και να επανεξετάζουν την επάρκεια και την ευρωστία των πρακτικών σχηματισμού προβλέψεων και των κεφαλαιακών θέσεων, καθώς και τις προβολές και τα σχέδια διανομής μερισμάτων και εξαγοράς μετοχών των τραπεζών στο πλαίσιο των τακτικών εποπτικών δραστηριοτήτων τους. Αυτό περιλαμβάνει την αξιολόγηση της πορείας των τραπεζών προς τη συμμόρφωση με την ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (minimum requirement for own funds and eligible liabilities - MREL), ιδίως εν όψει της σημερινής μακροχρηματοπιστωτικής κατάστασης.

Οι εποπτικές προτεραιότητες του ΕΕΜ για την περίοδο 2023-2025 αποσκοπούν στην ενίσχυση των εποπτικών προσπαθειών για την επίτευξη των μεσοπρόθεσμων στρατηγικών στόχων, προσαρμόζοντας παράλληλα την εστίαση στις μεταβαλλόμενες προκλήσεις. Τα εποπτευόμενα ιδρύματα θα κληθούν να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους στις άμεσες μακροχρηματοπιστωτικές και γεωπολιτικές διαταραχές (προτεραιότητα 1), να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του ψηφιακού μετασχηματισμού και να ενισχύσουν τις διευθυντικές ικανότητες των διοικητικών οργάνων (προτεραιότητα 2), καθώς και να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής (προτεραιότητα 3) (βλ. Σχήμα 1).

Σχήμα 1

Εποπτικές προτεραιότητες για την περίοδο 2023-2025, με σκοπό την αντιμετώπιση των ευπαθειών που εντοπίστηκαν στις τράπεζες

Πηγή: ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Το σχήμα παρουσιάζει τις τρεις εποπτικές προτεραιότητες και τις αντίστοιχες ευπάθειες που αναμένεται να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες τα προσεχή έτη. Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα διεξαγάγει στοχευμένες δραστηριότητες, με σκοπό την αξιολόγηση, την παρακολούθηση και την περαιτέρω ανάληψη ενεργειών όσον αφορά τις ευπάθειες που εντοπίζονται. Κάθε ευπάθεια συνδέεται με την αντίστοιχη κυρίαρχη κατηγορία κινδύνου. Ευάλωτοι είναι οι τομείς που είναι πιο ευαίσθητοι στο σημερινό μακροοικονομικό περιβάλλον.

Η ανάπτυξη μιας άρτιας στρατηγικής για την Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ για την επόμενη τριετία είναι ο κύριος σκοπός του στρατηγικού σχεδιασμού της. Ακολουθώντας μια ολιστική και συνεργατική προσέγγιση, η άσκηση αυτή περιλαμβάνει μια συνολική αξιολόγηση των βασικών κινδύνων και ευπαθειών του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα. Οι εποπτικές προτεραιότητες προάγουν την αποτελεσματικότητα και τη συνέπεια στον εποπτικό σχεδιασμό των μεικτών εποπτικών ομάδων (ΜΕΟ) και στηρίζουν την αποτελεσματικότερη κατανομή των πόρων. Οι εποπτικές προτεραιότητες στηρίζουν επίσης τον καθορισμό επιπέδων ανοχής κινδύνου και παρέχουν κατευθύνσεις για την ιεράρχηση των κινδύνων στο πλαίσιο της SREP, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευπάθειες και οι προκλήσεις μπορεί να διαφέρουν από τράπεζα σε τράπεζα. Τέλος, με τη συνδρομή των εποπτικών προτεραιοτήτων οι εθνικές εποπτικές αρχές καθορίζουν αναλόγως τις δικές τους προτεραιότητες για την εποπτεία των λιγότερο σημαντικών ιδρυμάτων. Με τη διαφανή κοινοποίηση των προτεραιοτήτων διευκρινίζονται επίσης οι εποπτικές προσδοκίες έναντι των τραπεζών, ενισχύεται η επίδραση της εποπτείας στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα και προάγεται η διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού.

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ παρακολουθεί και αξιολογεί συνεχώς τόσο τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται οι κίνδυνοι και οι ευπάθειες των εποπτευόμενων ιδρυμάτων όσο και την πρόοδο που σημειώνεται στην υλοποίηση των επιλεγμένων προτεραιοτήτων. Η τακτική επανεξέταση των στρατηγικών προτεραιοτήτων επιτρέπει στην Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ να προσαρμόζει με ευελιξία την εστίαση και τις δραστηριότητές της στις μεταβολές του τοπίου κινδύνων. Αυτή η ευελιξία είναι ιδιαίτερα σημαντική στο σημερινό αβέβαιο οικονομικό και γεωπολιτικό κλίμα.

Οι ενότητες που ακολουθούν παρέχουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της διαδικασίας εντοπισμού και αξιολόγησης κινδύνων και καθορίζουν τις εποπτικές προτεραιότητες και τα υποκείμενα προγράμματα εργασίας για την περίοδο 2023-2025. Άλλες τακτικές δραστηριότητες διεξάγονται παράλληλα από τις εποπτικές αρχές στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης συνεργασίας τους με τις τράπεζες και συμπληρώνουν τις εργασίες για τις προτεραιότητες.

2 Εποπτικές προτεραιότητες και αξιολόγηση κινδύνων για την περίοδο 2023-2025

2.1 Περιβάλλον εντός του οποίου λειτουργούν τα εποπτευόμενα ιδρύματα

Οι προοπτικές ανάπτυξης για τη ζώνη του ευρώ επιδεινώθηκαν σημαντικά στη διάρκεια του έτους λόγω του υψηλού πληθωρισμού και των συνεπειών του ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Ο βαθμός αβεβαιότητας εξακολουθεί να είναι υψηλός τους προσεχείς μήνες. Η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας που παρατηρήθηκε το α΄ εξάμηνο του 2022, ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, της σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων που συνδέονται με την πανδημία, επιβραδύνθηκε. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία προκάλεσε την επιβολή σειράς κυρώσεων από τη Δύση και ακολούθησαν αντίποινα από τη Ρωσία, τα οποία οδήγησαν σε απότομη άνοδο των τιμών της ενέργειας, των τροφίμων και των βασικών εμπορευμάτων, καθώς και σε διαταράξεις του ενεργειακού εφοδιασμού. Ως εκ τούτου, οι πληθωριστικές πιέσεις αυξήθηκαν, καθώς ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ έφθασε σε ιστορικώς υψηλά επίπεδα. Οι επιδράσεις αυτές, σε συνδυασμό με την επακόλουθη διαταραχή της εμπιστοσύνης, επέτειναν τα προϋπάρχοντα φαινόμενα συμφόρησης στις εφοδιαστικές αλυσίδες και οδήγησαν σε επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών. Σε ένα περιβάλλον πολύ αυξημένης αβεβαιότητας, οι κυριότεροι καθοδικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές ανάπτυξης είναι μεταξύ άλλων ο πιο μακροχρόνιος από τον αναμενόμενο πόλεμος στην Ουκρανία, η κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων, η άνοδος του ενεργειακού κόστους και του πληθωρισμού που, σε συνδυασμό με περαιτέρω διαταράξεις του ενεργειακού εφοδιασμού και την επιβολή ποσοτικών περιορισμών στην κατανάλωση ενέργειας, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ύφεση στην Ευρώπη.

Τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού ανά την υφήλιο οδήγησαν τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, να επιταχύνουν τον ρυθμό εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής τους. Μετά την αύξηση των λόγων του χρέους του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα προς το ΑΕΠ στη διάρκεια της πανδημίας, ο συνδυασμός αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης μετά την αύξηση των επιτοκίων πολιτικής και της επιδείνωσης των προοπτικών ανάπτυξης αναμένεται να θέσει περαιτέρω υπό αμφισβήτηση την ικανότητα των αντισυμβαλλομένων των τραπεζών να εξυπηρετούν το χρέος τους. Οι επιχειρήσεις, ιδίως στο τμήμα των ομολόγων υψηλής απόδοσης ή στους τομείς έντασης ενέργειας, αναμένεται επίσης να αντιμετωπίσουν δυσκολίες ως αποτέλεσμα της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης, του κόστους των εισροών και του λειτουργικού κόστους, καθώς και των λιγότερο ευνοϊκών προοπτικών ανάπτυξης που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε άνοδο των ποσοστών αθέτησης. Τέλος, η φερεγγυότητα των νοικοκυριών με υψηλότερα επίπεδα δανειακής επιβάρυνσης, χαμηλότερα εισοδήματα ή στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου μπορεί επίσης να υποβαθμιστεί στο μέλλον, αν και τα δημοσιονομικά μέτρα, οι αποταμιεύσεις που συσσωρεύθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας και μια συνολικά ανθεκτική αγορά εργασίας ενδέχεται να συμβάλουν στην άμβλυνση, τουλάχιστον εν μέρει, των επιπτώσεων του πληθωρισμού και των υψηλότερων επιτοκίων.

Οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, η άνοδος των επιτοκίων και οι φόβοι για οικονομική ύφεση στην Ευρώπη επηρεάζουν δυσμενώς τη δυναμική των χρηματοπιστωτικών αγορών. Τα επιτόκια σε όλο τον κόσμο ακολούθησαν τον ρυθμό των αποφάσεων των κεντρικών τραπεζών και παρουσίασαν επεισόδια μεταβλητότητας το 2022 ως αποτέλεσμα των αβεβαιοτήτων σχετικά με τον χρόνο και την έκταση των προσαρμογών των επιτοκίων πολιτικής. Μετά την απότομη πτώση των αποτιμήσεων το α΄ εξάμηνο του έτους, οι αγορές μετοχών ανέκαμψαν ελαφρώς αλλά εξακολουθούν να είναι επιρρεπείς σε περαιτέρω διορθώσεις των τιμών. Όσον αφορά το μέλλον, η υψηλή αβεβαιότητα μπορεί να μεταφραστεί σε μεγαλύτερη αναταραχή στις αγορές και σε επεισόδια υψηλής μεταβλητότητας, που με τη σειρά τους μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω ανατιμολόγηση στις χρηματοπιστωτικές αγορές και επακόλουθες ζημίες στους ισολογισμούς των τραπεζών, λόγω αποτίμησης με βάση τις αγοραίες τιμές, ή σε χαμηλότερα κέρδη από επιχειρηματικές δραστηριότητες που συνδέονται με την αγορά.

2.2 Κίνδυνοι και προτεραιότητες για την περίοδο 2023-2025

Οι εποπτικές προτεραιότητες του ΕΕΜ περιλαμβάνουν αφενός τους στρατηγικούς στόχους τους οποίους η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ δεσμεύεται να επιδιώξει την επόμενη τριετία για να αντιμετωπίσει τις ευπάθειες στις οποίες δίδεται προτεραιότητα και αφετέρου τις εποπτικές δραστηριότητες που έχουν προγραμματιστεί για την επίτευξη αυτών των στόχων. Στις ενότητες που ακολουθούν παρουσιάζονται οι προτεραιότητες αυτές για την περίοδο 2023-2025.

2.2.1 Προτεραιότητα 1: Ενίσχυση της ανθεκτικότητας στις άμεσες μακροχρηματοπιστωτικές και γεωπολιτικές διαταραχές

Η υψηλή αβεβαιότητα και οι καθοδικοί κίνδυνοι που συνδέονται με το τρέχον μακροχρηματοπιστωτικό και γεωπολιτικό περιβάλλον επηρεάζουν σημαντικά τις προοπτικές του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα. Τα εποπτευόμενα ιδρύματα πρέπει να επιδεικνύουν σύνεση κατά την ανάπτυξη και τον σχεδιασμό των επιχειρηματικών στρατηγικών τους, να συνεχίζουν να παρακολουθούν στενά τους κινδύνους που συνδέονται με το ταχέως μεταβαλλόμενο χρηματοπιστωτικό περιβάλλον και να επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους στη διαχείριση κινδύνων. Στο πλαίσιο αυτό αναπτύσσουν άρτια και αξιόπιστα σχέδια κάλυψης κεφαλαιακών αναγκών, ρευστότητας και χρηματοδότησης που λαμβάνουν υπόψη τις τρέχουσες αβέβαιες προοπτικές και είναι έτοιμα να τα προσαρμόσουν στο διαρκώς εξελισσόμενο τοπίο κινδύνων με ευέλικτο και έγκαιρο τρόπο.

Σε αυτό το περιβάλλον, πρωταρχικός στόχος της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ για τους επόμενους μήνες είναι να διασφαλίσει ότι οι τράπεζες υπό την άμεση εποπτεία της ενισχύουν την ανθεκτικότητά τους σε άμεσες μακροχρηματοπιστωτικές και γεωπολιτικές διαταραχές. Η πανευρωπαϊκή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2023, την οποία συντονίζει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), θα στηρίξει αυτή την προσπάθεια και θα ενσωματωθεί στα αποτελέσματα του επόμενου κύκλου της SREP, συμβάλλοντας στις εποπτικές προτεραιότητες για το 2023. Άλλες εποπτικές δραστηριότητες που επικεντρώνονται περισσότερο σε συγκεκριμένους κινδύνους περιγράφονται στην επόμενη ενότητα. Περιλαμβάνονται επίσης δραστηριότητες ανάληψης περαιτέρω ενεργειών για ορισμένες προτεραιότητες του προηγούμενου έτους οι οποίες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του τακτικού εποπτικού έργου.

Ευπάθεια στην οποία δίδεται προτεραιότητα: Αδυναμίες στη διαχείριση πιστωτικού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των ανοιγμάτων σε ευάλωτους τομείς

Στρατηγικός στόχος: Οι τράπεζες θα πρέπει να διορθώνουν αποτελεσματικά τις διαρθρωτικές ανεπάρκειες του κύκλου διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου τους, από τη χορήγηση δανείων έως τον περιορισμό και την παρακολούθηση των κινδύνων, και να αντιμετωπίζουν εγκαίρως τυχόν αποκλίσεις από τις κανονιστικές απαιτήσεις και τις εποπτικές προσδοκίες.

Θα πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίζουν και να μετριάζουν γρήγορα τυχόν συσσώρευση κινδύνων όσον αφορά τα ανοίγματά τους σε τομείς που είναι πιο ευαίσθητοι στο τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των τομέων που επηρεάζονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και των χαρτοφυλακίων ακινήτων.

Ενώ ο όγκος των ΜΕΔ συνέχισε να μειώνεται το α΄ εξάμηνο του 2022, οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης και ο αυξανόμενος κίνδυνος ύφεσης έχουν αρχίσει να επηρεάζουν τις πιστωτικές συνθήκες στην Ευρώπη. Αυτό θα επηρεάσει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αν και σε διαφορετικό βαθμό, ανάλογα με παράγοντες όπως το επίπεδο της δανειακής τους επιβάρυνσης ή οι δυσμενείς ευαισθησίες στο τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον. Πιο συγκεκριμένα, η διαταραχή των τιμών της ενέργειας και οι διαταράξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες που προκλήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία πλήττουν συνήθως οικονομικούς τομείς που συνδέονται με την παραγωγή και την επεξεργασία πρώτων υλών, τους προμηθευτές ενέργειας και τους τομείς έντασης ενέργειας, όπως η γεωργία και οι αεροπορικές, χερσαίες και πλωτές μεταφορές. Οι υψηλές τιμές των συντελεστών παραγωγής επιδρούν αρνητικά και στις κατασκευές, ενώ, για ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ, οι διαταράξεις του εφοδιασμού με φυσικό αέριο ενδέχεται να επηρεάσουν περαιτέρω σημαντικούς καταναλωτές φυσικού αερίου, όπως οι παραγωγοί μετάλλων, χημικών προϊόντων, ειδών διατροφής και ποτών.

Μετά την απότομη διόρθωση των τιμών στην αρχή της πανδημίας, οι συνθήκες στις αγορές εμπορικών ακινήτων φαίνεται να σταθεροποιούνται. Ωστόσο, ο τομέας των ακινήτων για γραφεία στην Ευρώπη εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις από την άνοδο των επιτοκίων και την απότομη αύξηση του κόστους κατασκευής, γεγονός που επιτείνει τη στροφή που παρατηρήθηκε στη διάρκεια της πανδημίας προς την εξ αποστάσεως εργασία. Παρά τις επίμονες ενδείξεις υπερτίμησης στη ζώνη του ευρώ, οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν το α΄ εξάμηνο του 2022, διευρύνοντας περαιτέρω τη διαφορά από τα μισθώματα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους διαβίωσης, τη μείωση των πραγματικών μισθών και την άνοδο των επιτοκίων, εγείρει ανησυχίες, ιδίως για τις τράπεζες που δραστηριοποιούνται σε χώρες όπου ένα υψηλό ποσοστό στεγαστικών δανείων έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο.

Στο πλαίσιο αυτό, και οι εποπτικές δραστηριότητες που ξεκίνησαν μετά την εκδήλωση της πανδημίας με στόχο την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών ανεπαρκειών στα πλαίσια διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών παραμένουν σε γενικές γραμμές σημαντικές για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που απορρέουν από το σημερινό περιβάλλον. Ενώ οι τράπεζες έχουν σημειώσει κάποια πρόοδο τα τελευταία έτη, η SREP του 2022 επιβεβαίωσε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες στους ελέγχους κινδύνου των εποπτευόμενων ιδρυμάτων, ιδίως σε σχέση με τη χορήγηση και παρακολούθηση δανείων, την ταξινόμηση δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες και τα πλαίσια σχηματισμού προβλέψεων. Ενώ οι περισσότερες τράπεζες έχουν αναπτύξει σχέδια διορθωτικών ενεργειών για να καλύψουν τα κενά που εντοπίστηκαν στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Dear CEO letter» του 2020[1], ορισμένα κενά εξακολουθούν να υφίστανται, συμπεριλαμβανομένων των ανεπαρκειών ως προς τις ρυθμίσεις δανείων, την αβέβαιη είσπραξη και τις πρακτικές σχηματισμού προβλέψεων. Ως εκ τούτου, οι εποπτικές αρχές θα ενισχύσουν και θα εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ σε αυτόν τον τομέα και, ενώ οι περισσότερες από τις προγραμματισμένες δραστηριότητες αποτελούν συνέχεια του περσινού προγράμματος εργασίας για τις προτεραιότητες, η εστίαση θα προσαρμοστεί ώστε να καλύψει και τους τομείς που επλήγησαν περισσότερο από τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία (π.χ. τομείς έντασης ενέργειας) και από το μακροοικονομικό περιβάλλον.

Κύριες δραστηριότητες στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για τις εποπτικές προτεραιότητες
  • Στοχευμένες αξιολογήσεις[2] της χορήγησης και παρακολούθησης δανείων, στο πλαίσιο των οποίων εκτιμάται η συμμόρφωση με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ με έμφαση στα χαρτοφυλάκια οικιστικών ακινήτων.
  • Στοχευμένες αξιολογήσεις του ΔΠΧΑ 9, με σκοπό την εκτίμηση της συμμόρφωσης επιλεγμένων τραπεζών με τις εποπτικές προσδοκίες, όπως ορίζονται στην επιστολή του 2020 με τίτλο «Dear CEO » (με έμφαση σε εναπομείναντα ζητήματα) και τη διερεύνηση συγκεκριμένων πτυχών της ανάπτυξης υποδειγμάτων (συμπεριλαμβανομένων των επικαλύψεων εργασιών).
  • Σε βάθος αναλύσεις των πολιτικών ρύθμισης δανείων και αβέβαιης είσπραξης, σε συνέχεια των εναπομείναντων ζητημάτων που προσδιορίστηκαν στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Dear CEO letter», λαμβανομένου υπόψη του τρέχοντος μακροχρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος.
  • Εκστρατείες επιτόπιας επιθεώρησης σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 – με έμφαση στα χαρτοφυλάκια των μεγάλων εταιρειών, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της λιανικής τραπεζικής – και τα εμπορικά ακίνητα/τις εξασφαλίσεις (επέκταση από το 2022).
  • Στοχευμένες επιτόπιες επιθεωρήσεις σε διαπραγματευτές ενέργειας ή/και βασικών εμπορευμάτων.
  • Στοχευμένες κοινές επιτόπιες διερευνήσεις/διερευνήσεις εσωτερικών υποδειγμάτων για ορισμένα σημαντικά χαρτοφυλάκια σε επιλεγμένους ευάλωτους τομείς, με σκοπό την αξιολόγηση της επάρκειας των αντίστοιχων υποδειγμάτων που βασίζονται σε εσωτερικές διαβαθμίσεις (internal ratings-based models - IRB), λογιστικών υποδειγμάτων και πλαισίων διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου.
  • Διερευνήσεις εσωτερικών υποδειγμάτων και περαιτέρω παρακολούθηση από τις ΜΕΟ, με σκοπό την αξιολόγηση των μεταβολών των βασιζόμενων σε εσωτερικές διαβαθμίσεις υποδειγμάτων (IRB), οι οποίες σχετίζονται με νέες κανονιστικές απαιτήσεις[3] και την περαιτέρω παρακολούθηση των ευρημάτων προηγούμενων στοχευμένων αξιολογήσεων εσωτερικών υποδειγμάτων (targeted review of internal models - TRIM).
Δραστηριότητες ανάληψης περαιτέρω ενεργειών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του τακτικού εποπτικού έργου

Ενώ η έκδοση μοχλευμένων δανείων επιβραδύνθηκε τα τελευταία τρίμηνα, καθώς οι εκδότες και οι επενδυτές προσαρμόζονται στη μακροοικονομική αβεβαιότητα, ο όγκος των ανεξόφλητων υπολοίπων και οι υποκείμενες ευπάθειες των εποπτευόμενων ιδρυμάτων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα δεδομένης της φύσης των αντισυμβαλλομένων (υψηλής απόδοσης/χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης ή/και υψηλής μόχλευσης) και των μέσων [συνήθως δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου και δανείων με περιορισμένες συμβατικές απαιτήσεις (covenant-lite)]. Εφέτος η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ ενέτεινε τις προσπάθειές της να ενισχύσει τη συμμόρφωση των τραπεζών με τις εποπτικές προσδοκίες, όπως καθορίζονται στο έγγραφο κατευθύνσεων της ΕΚΤ. Στο μέλλον, οι εποπτικές αρχές θα παρακολουθούν τις αντιδράσεις των τραπεζών σε αυτή την άσκηση, με σκοπό να καλύψουν τα κενά που εξακολουθούν να υφίστανται σε σχέση με τις αντίστοιχες εποπτικές προσδοκίες. Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ είναι έτοιμη να επιβάλει πρόσθετες κεφαλαιακές επιβαρύνσεις στα εποπτευόμενα ιδρύματα που δεν έχουν σημειώσει αρκετή πρόοδο στην αντιμετώπιση αυτών των κενών.

Αν και έχει αρχίσει να συντελείται σημαντικό εποπτικό έργο το 2022 για την αντιμετώπιση των ευπαθειών που απορρέουν από τις ουσιώδεις ευαισθησίες των τραπεζών στα επιτόκια και τα πιστωτικά περιθώρια και από την έκθεσή τους στον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, οι σχετικοί κίνδυνοι δεν έχουν υποχωρήσει και η πιθανότητα περαιτέρω επεισοδίων υψηλής μεταβλητότητας και ανατιμολόγησης στις χρηματοπιστωτικές αγορές τους επόμενους μήνες παραμένει μεγάλη. Στο πλαίσιο αυτό, τα εποπτευόμενα ιδρύματα αναμένεται να συνεχίσουν να παρακολουθούν προσεκτικά και να διαχειρίζονται με σύνεση τους υποκείμενους κινδύνους, οι οποίοι εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά σημαντικοί και ουσιώδεις υπό τις τρέχουσες συνθήκες. Οι εποπτικές προσπάθειες θα συνεχιστούν αναλόγως, καθώς οι ΜΕΟ αναμένεται ότι θα αναλάβουν στοχευμένες περαιτέρω ενέργειες το 2023 με βάση το αποτέλεσμα των στοχευμένων αξιολογήσεων που θα διενεργηθούν το τρέχον έτος.

Ευπάθεια στην οποία δίδεται προτεραιότητα: Έλλειψη διαφοροποίησης των πηγών χρηματοδότησης και ανεπάρκειες των σχεδίων χρηματοδότησης

Στρατηγικός στόχος: Οι τράπεζες που αναφέρουν υψηλή συγκέντρωση, ιδίως λιγότερο σταθερών, πηγών χρηματοδότησης θα πρέπει να διαφοροποιούν τη δομή χρηματοδότησής τους, αναπτύσσοντας και εκτελώντας εύρωστα και αξιόπιστα πολυετή σχέδια χρηματοδότησης, λαμβάνοντας υπόψη τις προκλήσεις που απορρέουν από τις μεταβαλλόμενες συνθήκες χρηματοδότησης.

Στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2022, κατά μέσο όρο, τα εποπτευόμενα ιδρύματα ανέφεραν ικανοποιητικούς δείκτες κάλυψης ρευστότητας (liquidity coverage ratio – LCR) και δείκτες καθαρής σταθερής χρηματοδότησης (net stable funding ratio – NSFR), το οποίο αποτελεί σαφή ένδειξη ανθεκτικότητας στην εκδήλωση δυνητικών διαταραχών ρευστότητας και χρηματοδότησης. Ωστόσο, η έλλειψη διαφοροποίησης των πηγών χρηματοδότησης καθιστά ορισμένα ιδρύματα πιο ευάλωτα σε διαταραχές της αγοράς. Τα έκτακτα μέτρα νομισματικής πολιτικής που λήφθηκαν κατά την έναρξη της πανδημίας οδήγησαν ιδίως ορισμένες τράπεζες να αντλήσουν περισσότερη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα [π.χ. μέσω της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΣΠΜΑ III)] και, ως εκ τούτου, να μειώσουν το μερίδιο της χρηματοδότησής τους από την αγορά (π.χ. μέσω εμπορικών χρεογράφων και καλυμμένων ομολογιών). Οι αναμενόμενες αποπληρωμές, κατά τη λήξη ή με πρόωρη εξόφληση, θα απαιτήσουν από τις τράπεζες να διαφοροποιήσουν περαιτέρω τις πηγές χρηματοδότησής τους και να αντικαταστήσουν μέρος της χρηματοδότησης από την κεντρική τράπεζα με πιο δαπανηρές και ενδεχομένως πιο βραχυπρόθεσμες εναλλακτικές λύσεις. Αυτό θα ασκήσει πίεση στους δείκτες προληπτικής εποπτείας και στην κερδοφορία τους, ιδίως σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων οικονομικών κινδύνων και προοδευτικά πιο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής. Οι κίνδυνοι που απορρέουν λόγω της υψηλής εξάρτησης των τραπεζών από τη χρηματοδότηση μέσω ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ και λόγω των σχετικών στρατηγικών εξόδου απαιτούν συνεχή εποπτικό έλεγχο, όπως επισημαίνουν ορισμένες ΜΕΟ στο πλαίσιο του φετινού κύκλου της SREP. Σε αυτό το περιβάλλον, τα εποπτευόμενα ιδρύματα θα κληθούν να καταρτίσουν, να εκτελέσουν και να προσαρμόσουν, ανάλογα με τις ανάγκες, ένα άρτιο και αξιόπιστο σχέδιο ρευστότητας και χρηματοδότησης, το οποίο θα καλύπτει τις στρατηγικές εξόδου και τον περιορισμό των κινδύνων αναχρηματοδότησης και των συγκεντρώσεων στις δομές χρηματοδότησης.

Κύριες δραστηριότητες στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για τις εποπτικές προτεραιότητες
  • Στοχευμένη αξιολόγηση των στρατηγικών εξόδου από τις ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ επιλεγμένων τραπεζών οι οποίες εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από αυτή την πηγή χρηματοδότησης και είναι πιο ευάλωτες στην αύξηση του κόστους χρηματοδότησης από την αγορά. Αυτή η στοχευμένη αξιολόγηση θα συμπληρωθεί από μια ευρύτερη ανάλυση των σχεδίων ρευστότητας και χρηματοδότησης των τραπεζών με στόχο τον εντοπισμό αδύναμων πρακτικών και πιο ευάλωτων ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων στοχευμένων επιτόπιων επιθεωρήσεων, όπου κρίνεται σκόπιμο. Οι ΜΕΟ θα παρακολουθούν τα ευρήματα αυτών των ασκήσεων και θα ζητούν πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη και την εκτέλεση άρτιων σχεδίων διορθωτικών ενεργειών, μεταξύ άλλων μέσω στοχευμένων επιτόπιων επιθεωρήσεων.

2.2.2 Προτεραιότητα 2: Αντιμετώπιση των προκλήσεων του ψηφιακού μετασχηματισμού και ενίσχυση των διευθυντικών ικανοτήτων των διοικητικών οργάνων

Τα εποπτευόμενα ιδρύματα θα πρέπει να συνεχίσουν να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προκλήσεων και των κινδύνων που απορρέουν από τον ψηφιακό μετασχηματισμό των τραπεζικών τους υπηρεσιών, με σκοπό τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας και της βιωσιμότητας των επιχειρηματικών μοντέλων τους. Ενώ η ισχυρή εσωτερική διακυβέρνηση και η αποτελεσματική στρατηγική καθοδήγηση από τα διοικητικά όργανα είναι καίριας σημασίας για την ανάπτυξη και την εκτέλεση επιτυχημένων στρατηγικών ψηφιακού μετασχηματισμού, οι τράπεζες πρέπει επίσης να αντιμετωπίζουν τις ευπάθειες και τους κινδύνους που απορρέουν από μια μεγαλύτερη επιχειρησιακή εξάρτηση από συστήματα πληροφορικής, υπηρεσίες τρίτων μερών και καινοτόμες τεχνολογίες. Ταυτόχρονα, οι τράπεζες λειτουργούν σε ένα εξαιρετικά ευμετάβλητο και αβέβαιο περιβάλλον. Η λήψη αποφασιστικών μέτρων προς την επίτευξη ισχυρής στρατηγικής καθοδήγησης, χρηστής διακυβέρνησης και κατάλληλων ικανοτήτων συγκέντρωσης και αναφοράς δεδομένων για τους κινδύνους μπορεί να βοηθήσει τις τράπεζες να στηρίξουν τη βιωσιμότητα των επιχειρηματικών μοντέλων τους έναντι των μελλοντικών προκλήσεων.

Ευπάθεια στην οποία δίδεται προτεραιότητα: Ανεπάρκειες όσον αφορά τις στρατηγικές ψηφιακού μετασχηματισμού

Στρατηγικός στόχος: Οι τράπεζες θα πρέπει να αναπτύσσουν και να εκτελούν άρτια σχέδια ψηφιακού μετασχηματισμού μέσω κατάλληλων ρυθμίσεων (π.χ. επιχειρηματική στρατηγική, διαχείριση κινδύνων, κ.λπ.) προκειμένου να ενισχύουν τη βιωσιμότητα των επιχειρηματικών μοντέλων τους και να περιορίζουν τους κινδύνους που σχετίζονται με τη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών.

Τα εποπτευόμενα ιδρύματα αναπτύσσουν, εκτελούν και προσαρμόζουν συνεχώς τις στρατηγικές, με σκοπό τη στήριξη του ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζικών τους υπηρεσιών και των πρακτικών τους, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις συνεχώς εξελισσόμενες ανάγκες και προτιμήσεις των καταναλωτών. Ταυτόχρονα, η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών μπορεί επίσης να στηρίξει τη βελτίωση της αποδοτικότητας που συμβάλλει στη βελτίωση της κερδοφορίας των τραπεζών. Παρόλο που τα εποπτευόμενα ιδρύματα πρόσφατα ανέφεραν υψηλότερη κερδοφορία λόγω των προσδοκιών για υψηλότερα επιτόκια, η εντατικοποίηση του ανταγωνισμού με τους ψηφιακούς πρωταθλητές στον τραπεζικό τομέα και με την ψηφιακή γενιά εκτός αυτού –π.x. εταιρείες χρηματοπιστωτικής τεχνολογίας (fintech) και τεχνολογικούς κολοσσούς– μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών αν αυτές δεν μπορέσουν να προσαρμοστούν εγκαίρως στο εξελισσόμενο τοπίο. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον και μετά τις πρωτοβουλίες στις οποίες δόθηκε προτεραιότητα εφέτος και οι οποίες αποσκοπούσαν στην καλύτερη κατανόηση και συγκριτική αξιολόγηση των πρακτικών των τραπεζών, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει τις προσπάθειές της σε αυτόν τον τομέα και θα διενεργεί στοχευμένες επιτόπιες επιθεωρήσεις και στοχευμένες αξιολογήσεις σε συγκεκριμένες πτυχές των στρατηγικών ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζών και της χρήσης από αυτές καινοτόμων τεχνολογιών. Οι ΜΕΟ θα παρακολουθούν επίσης ιδρύματα που παρουσιάζουν ακραία αποτελέσματα σε αυτές τις ασκήσεις, με σκοπό να συμπληρώνουν τη συνολική στρατηγική και να παρακινούν τις τράπεζες να αντιμετωπίσουν τις διαρθρωτικές ανεπάρκειες που εντοπίστηκαν.

Κύριες δραστηριότητες στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για τις εποπτικές προτεραιότητες
  • Δημοσίευση των εποπτικών προσδοκιών σχετικά με τις στρατηγικές ψηφιακού μετασχηματισμού, καθώς και των αποτελεσμάτων της συγκριτικής αξιολόγησης που διενεργήθηκε το 2022.[4]
  • Στοχευμένες αξιολογήσεις που αφορούν α) τις στρατηγικές ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζών και β) τη χρήση από αυτές καινοτόμων τεχνολογιών. Οι αξιολογήσεις αυτές συμπληρώνονται από ενέργειες περαιτέρω παρακολούθησης που διενεργούνται από τις ΜΕΟ σε τράπεζες στις οποίες εντοπίζονται ουσιώδεις ανεπάρκειες.
  • Στοχευμένες επιτόπιες επιθεωρήσεις σχετικά με τον ψηφιακό μετασχηματισμό, οι οποίες συνδυάζουν τις πτυχές των στρατηγικών που αφορούν τόσο τα πληροφοριακά συστήματα όσο και τα επιχειρηματικά μοντέλα.

Ευπάθεια στην οποία δίδεται προτεραιότητα: Ανεπάρκειες των πλαισίων επιχειρησιακής ανθεκτικότητας, δηλαδή των κινδύνων που συνδέονται με την εξωτερική ανάθεση εργασιών πληροφορικής, την ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων και τις κυβερνοαπειλές

Στρατηγικός στόχος: Οι τράπεζες θα πρέπει να διαθέτουν άρτιες ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των κινδύνων εξωτερικής ανάθεσης εργασιών, καθώς και πλαίσια για την ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων και την ανθεκτικότητα σε κυβερνοαπειλές, προκειμένου να αντιμετωπίζουν προνοητικά μη μετριασμένους κινδύνους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σημαντικές διαταράξεις κρίσιμων δραστηριοτήτων ή υπηρεσιών, διασφαλίζοντας παράλληλα τη συμμόρφωση με τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις και εποπτικές προσδοκίες.

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός που συντελείται στον τραπεζικό τομέα και η αυξημένη εξάρτηση από τεχνολογίες και τρίτους φορείς παροχής τραπεζικών υπηρεσιών έχουν δημιουργήσει πρόσθετη πολυπλοκότητα και διασυνδέσεις εντός του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με αποτέλεσμα την αύξηση των προκλήσεων που αφορούν την επιχειρησιακή ανθεκτικότητα των τραπεζών σε όλο τον κόσμο. Ενώ τα εποπτευόμενα ιδρύματα επέδειξαν ισχυρή ανθεκτικότητα στη διάρκεια της πανδημίας αναφέροντας περιορισμένες λειτουργικές ζημιές σε ένα περιβάλλον αυξημένου κινδύνου, ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιουργεί νέες προκλήσεις. Ορισμένες συγκεκριμένες ανησυχίες, τις οποίες εξέφρασαν και κάποιες ΜΕΟ στο πλαίσιο της SREP του 2022, σχετίζονται με τους αυξημένους κινδύνους που απορρέουν από την εξωτερική ανάθεση ορισμένων δραστηριοτήτων ή κρίσιμων υπηρεσιών σε χώρες που επηρεάζονται δυσμενώς από το καθεστώς κυρώσεων (ή αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους γεωπολιτικούς κινδύνους) και μπορεί να είναι περισσότερο ευάλωτες, για παράδειγμα, σε μια ενδεχόμενη αύξηση των κυβερνοεπιθέσεων ως αντίποινα στις κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας.

Επιπλέον, η υψηλή εξάρτηση από τρίτους για κρίσιμες υπηρεσίες πληροφορικής και οι ανεπάρκειες στις ρυθμίσεις εξωτερικής ανάθεσης εργασιών πληροφορικής εξακολουθούν να παρουσιάζουν ουσιώδη ευπάθεια, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των ζημιών λόγω της μη διαθεσιμότητας ή της κακής ποιότητας των υπηρεσιών που ανατίθενται σε εξωτερικούς συνεργάτες. Στο πλαίσιο αυτό, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει να εξετάζει τις ρυθμίσεις εξωτερικής ανάθεσης εργασιών και τα μέτρα κυβερνοασφάλειας των τραπεζών και θα διενεργεί στοχευμένες αξιολογήσεις και επιτόπιες επιθεωρήσεις για την περαιτέρω παρακολούθηση τυχόν ελλείψεων που έχουν εντοπιστεί.

Κύριες δραστηριότητες στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για τις εποπτικές προτεραιότητες
  • Συλλογή δεδομένων και οριζόντια ανάλυση των μητρώων εξωτερικής ανάθεσης εργασιών για τον εντοπισμό διασυνδέσεων μεταξύ σημαντικών ιδρυμάτων και τρίτων παρόχων καθώς και για τον εντοπισμό δυνητικών συγκεντρώσεων σε ορισμένους παρόχους.
  • Στοχευμένες αξιολογήσεις των ρυθμίσεων εξωτερικής ανάθεσης, των μέτρων κυβερνοασφάλειας και των ελέγχων κινδύνου για τα πληροφοριακά συστήματα.
  • Στοχευμένες επιτόπιες επιθεωρήσεις για τη διαχείριση της εξωτερικής ανάθεσης εργασιών και της κυβερνοασφάλειας.

Ευπάθεια στην οποία δίδεται προτεραιότητα: Ανεπάρκειες όσον αφορά τη λειτουργία και τις διευθυντικές ικανότητες των διοικητικών οργάνων

Στρατηγικός στόχος: Οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις ουσιώδεις ελλείψεις στη λειτουργία, την επίβλεψη και τη σύνθεση των διοικητικών οργάνων τους, αναπτύσσοντας και εφαρμόζοντας γρήγορα άρτια σχέδια διορθωτικών ενεργειών, τηρώντας τις εποπτικές προσδοκίες.

Οι άρτιες ρυθμίσεις εσωτερικής διακυβέρνησης και η αποτελεσματική στρατηγική καθοδήγηση είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των επιχειρηματικών μοντέλων των τραπεζών, τόσο σε περιόδους κρίσεων όσο και σε κανονικές συνθήκες, καθώς και για την επιτυχή προσαρμογή στις εξελισσόμενες τάσεις, όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η πράσινη μετάβαση. Η συλλογική καταλληλότητα, μεταξύ άλλων οι επαρκείς συλλογικές γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρίες, και η ποικιλομορφία των διοικητικών οργάνων των τραπεζών ενισχύουν τον ρόλο τους στην επίβλεψη κινδύνων και είναι απαραίτητες για την αποτελεσματική λειτουργία τους.

Οι τράπεζες σημείωσαν πρόοδο ως προς την προσαρμογή των πολιτικών πολυμορφίας που εφαρμόζουν, μεταξύ άλλων ως συνέπεια της ανάληψης εποπτικών περαιτέρω ενεργειών στις αρχές του 2022 σε τράπεζες που δεν διέθεταν τέτοιες πολιτικές ή εσωτερικούς στόχους για την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων σε επίπεδο διοικητικών συμβουλίων. Ορισμένοι τομείς εξακολουθούν να απαιτούν προσοχή, όπως η συμμόρφωση με τους εσωτερικούς ή εθνικούς στόχους εκπροσώπησης των φύλων στα διοικητικά όργανα ή η ανεπαρκής πολυμορφία δεξιοτήτων στα διοικητικά συμβούλια, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της εμπειρογνωμοσύνης σε θέματα συστημάτων πληροφορικής/κυβερνοκινδύνων. Επιπλέον, εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες στη διαδικασία σχεδιασμού διαδοχής και στην ικανότητα των διοικητικών συμβουλίων να παρέχουν επίβλεψη και να θέτουν υπό αμφισβήτηση τις λειτουργίες της διοίκησης, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο των σχετικών επιτροπών. Αυτό μπορεί επίσης να συνδέεται με τις επίμονες αδυναμίες σε ό,τι αφορά την επίσημη ανεξαρτησία των διοικητικών οργάνων ορισμένων ιδρυμάτων.

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα συνεχίσει να επιδιώκει την επίτευξη προόδου σε αυτά τα ζητήματα μέσω στοχευμένων αξιολογήσεων, επιτόπιων επιθεωρήσεων καθώς και στοχευμένων βάσει κινδύνου αξιολογήσεων και επαναξιολογήσεων της καταλληλότητας. Επιπλέον, οι εποπτικές αρχές θα επικαιροποιήσουν επίσης και θα δημοσιεύσουν τις εποπτικές προσδοκίες σχετικά με τη διακυβέρνηση και τη διαχείριση κινδύνων.

Κύριες δραστηριότητες στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για τις εποπτικές προτεραιότητες
  • Στοχευμένες αξιολογήσεις της αποτελεσματικότητας των διοικητικών οργάνων των τραπεζών και στοχευμένες επιτόπιες επιθεωρήσεις.
  • Επικαιροποίηση και εξωτερική δημοσίευση των εποπτικών προσδοκιών σχετικά με τις ρυθμίσεις διακυβέρνησης και τη διαχείριση κινδύνων των τραπεζών.[5]

Ευπάθεια στην οποία δίδεται προτεραιότητα: Ανεπάρκειες στη συγκεντρωτική καταγραφή στοιχείων και στην υποβολή εκθέσεων για τους κινδύνους

Στρατηγικός στόχος: Οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις μακροχρόνιες ανεπάρκειες και να διαθέτουν επαρκή και αποδοτικά πλαίσια συγκεντρωτικής καταγραφής στοιχείων και υποβολής εκθέσεων για τους κινδύνους, προκειμένου να στηρίζουν την αποτελεσματική καθοδήγηση από τα διοικητικά όργανα και να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των εποπτικών αρχών, μεταξύ άλλων σε περιόδους κρίσεων.

Η πρόσβαση σε έγκαιρα και ακριβή στοιχεία και εκθέσεις αποτελεί προϋπόθεση για μια αποτελεσματική στρατηγική καθοδήγηση, αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και λήψη ορθών αποφάσεων, τόσο σε κανονικές συνθήκες όσο και σε περιόδους ακραίων συνθηκών. Στο πλαίσιο αυτό, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα των στοιχείων, στις δυνατότητες συγκεντρωτικής καταγραφής των στοιχειών για τους κινδύνους και στις πρακτικές υποβολής εκθέσεων για τους κινδύνους των εποπτευόμενων ιδρυμάτων. Ουσιώδεις ανεπάρκειες σε αυτούς τους τομείς έχουν εντοπιστεί επανειλημμένα στο πλαίσιο ετήσιων ασκήσεων SREP, καθώς οι τράπεζες σημειώνουν αργή και ανεπαρκή πρόοδο ως προς την κάλυψη κενών που αφορούν τις εποπτικές προσδοκίες και τη συμμόρφωση με τις αρχές της Επιτροπής Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας για την αποτελεσματική συγκεντρωτική καταγραφή στοιχείων και την υποβολή εκθέσεων για τους κινδύνους. Οι κυριότερες ευπάθειες αφορούν την ανεπαρκή επίβλεψη των διοικητικών οργάνων, τα κατακερματισμένα και μη εναρμονισμένα περιβάλλοντα συστημάτων πληροφορικής, τη χαμηλή ικανότητα συγκεντρωτικής καταγραφής στοιχείων σε επίπεδο ομίλου, καθώς και το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής και τις περιορισμένες φιλοδοξίες των σχεδίων διορθωτικών ενεργειών των τραπεζών.

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα εντείνει αντίστοιχα τις προσπάθειές της προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα εποπτευόμενα ιδρύματα σημειώνουν σημαντική πρόοδο ως προς τη διόρθωση των διαρθρωτικών αδυναμιών που έχουν εντοπιστεί.

Κύριες δραστηριότητες στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για τις εποπτικές προτεραιότητες
  • Διευκρίνηση και ενημέρωση των τραπεζών για τις εποπτικές προσδοκίες που αφορούν την εφαρμογή των αρχών συγκεντρωτικής καταγραφής στοιχείων και υποβολής εκθέσεων για τους κινδύνους.
  • Στοχευμένη επικοινωνία και οριζόντια ανάλυση μεταξύ των ΜΕΟ ή/και επιτόπιες επιθεωρήσεις σε τράπεζες με επίμονες ελλείψεις.
  • Εκστρατεία επιτόπιων επιθεωρήσεων σχετικά με τη συγκεντρωτική καταγραφή στοιχείων και υποβολή εκθέσεων για κινδύνους (παράταση από το 2022).

2.2.3 Προτεραιότητα 3: Εντατικοποίηση των προσπαθειών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

Η ανάγκη αντιμετώπισης των προκλήσεων και αξιοποίησης των ευκαιριών για την κλιματική μετάβαση και προσαρμογή καθίσταται επιτακτική για τις τράπεζες. Η κλιματική αλλαγή δεν μπορεί πλέον να θεωρείται μόνο ένας μακροπρόθεσμος ή αναδυόμενος κίνδυνος, δεδομένου ότι ο αντίκτυπός της είναι ήδη ορατός και αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τα προσεχή έτη.[6]

Ευπάθεια στην οποία δίδεται προτεραιότητα: Ουσιώδη ανοίγματα σε παράγοντες που προκαλούν τους φυσικούς κινδύνους και τους κινδύνους μετάβασης

Στρατηγικός στόχος: Οι τράπεζες θα πρέπει να ενσωματώνουν επαρκώς τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους στην επιχειρηματική στρατηγική τους και στα πλαίσια διακυβέρνησης και διαχείρισης των κινδύνων τους, προκειμένου να περιορίζουν και να δημοσιοποιούν τέτοιους κινδύνους, ευθυγραμμίζοντας τις πρακτικές τους με τις ισχύουσες κανονιστικές απαιτήσεις και εποπτικές προσδοκίες.

Οι κίνδυνοι που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή επιταχύνονται και έχουν ήδη αρχίσει να εκδηλώνονται. Η εντατικοποίηση των ακραίων καιρικών φαινομένων που επηρεάζουν την Ευρώπη[7] ανέδειξε την αυξανόμενη πιθανότητα εμφάνισης ζημιών λόγω φυσικών κινδύνων και τη σοβαρότητά τους. Ταυτόχρονα, η διατάραξη της αγοράς ενέργειας που προκλήθηκε από τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο υπογράμμισε περαιτέρω την ανάγκη η Ευρώπη να διατηρήσει τη δυναμική της ως προς τη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, το σχέδιο REPowerEU[8] που ανακοινώθηκε τον Μάιο του 2022 αποσκοπεί στη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα ήδη σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και στην επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης.

Τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε σχέση με τον κλιματικό κίνδυνο[9] και του θεματικού ελέγχου[10] που διενήργησε η ΕΚΤ το 2022 κατέδειξαν ότι οι τράπεζες σημειώνουν πρόοδο ως προς την ενσωμάτωση των κλιματικών και περιβαλλοντικών κινδύνων στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, στα πλαίσια διαχείρισης κινδύνων και στις πρακτικές δημοσιοποίησης στοιχείων τους. Ωστόσο, η ικανότητα των τραπεζών να παράγουν έσοδα εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τομείς που εκπέμπουν υψηλότερους ρύπους ενώ η ευθυγράμμιση των τραπεζών με τις προσδοκίες της ΕΚΤ εξακολουθεί να παρουσιάζει σημαντικά κενά[11]. Αυτά τα κενά αφορούν, μεταξύ άλλων, την έλλειψη άρτιων αξιολογήσεων της σημαντικότητας των ανοιγμάτων των τραπεζών σε κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους, την ανάπτυξη κατάλληλων προσεγγίσεων σχετικά με τη διακυβέρνηση στοιχείων και τον ποσοτικό προσδιορισμό των κινδύνων, τους δείκτες, τα γενικά και τα κατώτατα όρια επιδόσεων και διάθεσης ανάληψης κινδύνου, καθώς και τα άρτια πλαίσια ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σχετικά με τους κλιματικούς κινδύνους. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εποπτικές αρχές θα αναλαμβάνουν περαιτέρω ενέργειες για τις ελλείψεις που εντοπίστηκαν στη διάρκεια αυτών των ασκήσεων, θα παρακολουθούν την πρόοδο και θα λαμβάνουν μέτρα επιβολής, εφόσον κρίνεται απαραίτητο. Για τον σκοπό αυτό, οι εποπτικές αρχές έχουν καθορίσει χρονοδιαγράμματα για τη λήψη διορθωτικών ενεργειών συγκεκριμένων για κάθε ίδρυμα προκειμένου να επιτύχουν πλήρη ευθυγράμμιση με τις προσδοκίες μέχρι το τέλος του 2024.

Επιπλέον, οι εποπτικές αρχές θα διενεργούν στοχευμένους σε βάθος ελέγχους και επιτόπιες επιθεωρήσεις, θα αξιολογούν τη συμμόρφωση των τραπεζών με τις νέες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με τα νέα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα και δημοσιοποίησης στοιχείων βάσει του Πυλώνα 3 και με τις εποπτικές προσδοκίες και θα προετοιμάζονται για την επανεξέταση της ικανότητας των τραπεζών να σχεδιάζουν τη μετάβαση.

Κύριες δραστηριότητες στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας για τις εποπτικές προτεραιότητες
  • Στοχευμένες σε βάθος αναλύσεις για την περαιτέρω παρακολούθηση των αδυναμιών που εντοπίστηκαν στο πλαίσιο της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και του θεματικού ελέγχου σχετικά με τον κλιματικό κίνδυνο που διενεργήθηκαν το 2022.
  • Εξέταση της συμμόρφωσης των τραπεζών με τις νέες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα και δημοσιοποίησης στοιχείων βάσει του Πυλώνα 3 που σχετίζονται με τον κλιματικό κίνδυνο, καθώς και συγκριτική αξιολόγηση των πρακτικών των τραπεζών με τις εποπτικές προσδοκίες.
  • Σε βάθος έλεγχοι του κινδύνου φήμης και του κινδύνου αντιδικίας που συνδέονται με κλιματικές και περιβαλλοντικές στρατηγικές και προφίλ κινδύνου επιλεγμένων τραπεζών.
  • Προπαρασκευαστικές εργασίες για την εξέταση της ικανότητας των τραπεζών να σχεδιάζουν τη μετάβαση και της ετοιμότητάς τους για ανάληψη καθηκόντων που σχετίζονται με το περιβάλλον, την κοινωνία και τη διακυβέρνηση, όπως αναμένονται στην έκτη οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRD VI).
  • Στοχευμένες επιτόπιες επιθεωρήσεις όσον αφορά πτυχές που σχετίζονται με το κλίμα, είτε σε μεμονωμένη βάση είτε στο πλαίσιο του ελέγχου επιμέρους κινδύνων (π.χ. πιστωτικός κίνδυνος, διακυβέρνηση, επιχειρηματικό μοντέλο).

© Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, 2022

Ταχυδρομική διεύθυνση 60640 Frankfurt am Main, Germany
Τηλ.: +49 69 1344 0
Δικτυακός τόπος: www.bankingsupervision.europa.eu

Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για εκπαιδευτικούς και μη εμπορικούς σκοπούς εφόσον αναφέρεται η πηγή.

Για την εξειδικευμένη ορολογία, μπορείτε να συμβουλευθείτε το γλωσσάριο του ΕΕΜ.

HTML ISBN 978-92-899-5454-9, ISSN 2599-8463, doi:10.2866/301 QB-BZ-22-001-EL-Q


  1. Επιστολή προς τις τράπεζες με τίτλο «Identification and measurement of credit risk in the context of the coronavirus (COVID-19) pandemic», Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, Δεκέμβριος 2020.

  2. Μια στοχευμένη αξιολόγηση είναι ένα οριζόντιο έργο/μια οριζόντια επανεξέταση που καλύπτει ένα μεγάλο αλλά στοχευμένο σύνολο εποπτευόμενων ιδρυμάτων (μικρότερο δείγμα από ό,τι μια θεματική εξέταση).

  3. Βλ., π.χ., Progress report on the IRB roadmap, Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), Ιούλιος 2019.

  4. Βλ. τις βασικές προγραμματισμένες εποπτικές δραστηριότητες που αφορούν την ευπάθεια στην οποία δόθηκε προτεραιότητα πέρυσι στην ενότητα «Ανεπάρκειες στις στρατηγικές ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζών»του εγγράφου «Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ — Εποπτικές προτεραιότητες για το 2022-2024», Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, Δεκέμβριος 2021.

  5. Βλ. την «Εποπτική δήλωση του ΕΕΜ σχετικά με τη διακυβέρνηση και τη διάθεση ανάληψης κινδύνου», ΕΚΤ, Ιούνιος 2016.

  6. Πράγματι, πάνω από το 80% των τραπεζών αναγνωρίζουν ότι είναι ουσιωδώς εκτεθειμένες στους κλιματικούς κινδύνους, ενώ πάνω από το 70% διαβλέπουν κίνδυνο στον ορίζοντα τριών έως πέντε ετών του τρέχοντα επιχειρηματικού τους σχεδιασμού. Βλ. «Walking the talk — Banks gearing to management risks from climate change and environmental degradation», Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, Νοέμβριος 2022.

  7. «Economic losses from weather and climate-related extremes in Europe reached around half a trillion euros over past 40 years», Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, 3 Φεβρουαρίου 2022.

  8. Σχέδιο REPowerEU, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Μάιος 2022.

  9. «2022 climate risk stress test», ECB Banking Supervision, July 2022.

  10. Όπως παραπάνω.

  11. Όπως ορίζεται στον «Οδηγό σχετικά με τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους», ΕΚΤ, Νοέμβριος 2020.

Μηχανισμός καταγγελίας παραβάσεων