Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά
  • ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ παρουσιάζουν συνολικά άνετες θέσεις ρευστότητας, αλλά κάποιες ευπάθειες απαιτούν περισσότερη προσοχή, διαπιστώνει η ΕΚΤ

7 Οκτωβρίου 2019

  • Οι τράπεζες παρουσίασαν επαρκή αποθέματα ρευστότητας για να αντεπεξέρχονται σε διαταραχές.
  • Η άσκηση αξιολόγησε την ικανότητα των τραπεζών να χειρίζονται υποθετικές διαταραχές της ρευστότητας διάρκειας έξι μηνών.
  • Οι ευπάθειες που εντοπίστηκαν και απαιτούν εποπτική παρακολούθηση σχετίζονται ιδίως με τα ξένα νομίσματα, την ποιότητα των δεδομένων και τη διαχείριση εξασφαλίσεων.
  • Τα ευρήματα θα ενσωματωθούν στον ετήσιο εποπτικό έλεγχο.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των τραπεζών που εποπτεύονται άμεσα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) παρουσιάζουν συνολικά άνετες θέσεις ρευστότητας παρά τη διαπίστωση κάποιων ευπαθειών στις οποίες πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της εποπτικής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2019.

Οι διαταραχές που χρησιμοποιήθηκαν στην προσομοίωση προσαρμόστηκαν με βάση την εποπτική εμπειρία που αποκτήθηκε κατά τα πρόσφατα επεισόδια κρίσης, χωρίς καμία αναφορά σε αποφάσεις νομισματικής πολιτικής. Η ανάλυση ευαισθησίας επικεντρώθηκε αποκλειστικά στην πιθανή επίδραση ιδιοσυγκρατικών διαταραχών ρευστότητας σε μεμονωμένες τράπεζες. Δεν αξιολόγησε τα πιθανά αίτια αυτών των διαταραχών ή την επίδραση ευρύτερης αναταραχής στις αγορές. 

Τα αποτελέσματα της άσκησης είναι σε γενικές γραμμές θετικά: σχεδόν οι μισές από τις 103 τράπεζες που συμμετείχαν ανέφεραν περίοδο επιβίωσης άνω των έξι μηνών υπό δυσμενή διαταραχή και άνω των τεσσάρων μηνών υπό ακραία διαταραχή. Ως περίοδος επιβίωσης ορίζεται ο αριθμός ημερών κατά τον οποίο η τράπεζα μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί με χρήση ρευστών διαθεσίμων και εξασφαλίσεων χωρίς πρόσβαση στις αγορές χρηματοδότησης.

Ο χρονικός ορίζοντας των έξι μηνών υπερβαίνει την περίοδο που καλύπτει ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας, βάσει του οποίου απαιτείται από τις τράπεζες να διακρατούν επαρκή αποθέματα ρευστών στοιχείων ενεργητικού υψηλής ποιότητας ούτως ώστε να μπορούν να επιβιώσουν στη διάρκεια περιόδου σημαντικής διαταραχής ρευστότητας επί 30 ημερολογιακές ημέρες. Οι μεγάλες περίοδοι επιβίωσης υπό τις σοβαρές διαταραχές που προέβλεπε η άσκηση θα έδιναν στις τράπεζες σημαντικό χρόνο για να εφαρμόσουν τα σχέδια έκτακτης χρηματοδότησής τους.

Οι θυγατρικές σημαντικών ιδρυμάτων στη ζώνη του ευρώ καθώς και τράπεζες που υπόκεινται σε συγχωνεύσεις ή αναδιάρθρωση εξαιρέθηκαν από το δείγμα.

Οι τράπεζες γενικών εργασιών και οι παγκόσμιες συστημικώς σημαντικές τράπεζες θα επηρεάζονταν γενικά πιο σοβαρά σε σχέση με άλλες από ιδιοσυγκρατικές διαταραχές της ρευστότητας καθώς κατά κανόνα βασίζονται σε λιγότερο σταθερές πηγές χρηματοδότησης, όπως οι καταθέσεις χονδρικής και οι εταιρικές καταθέσεις, οι οποίες ήταν αντικείμενο υψηλότερων ποσοστών εκροής στην άσκηση. Οι τράπεζες εργασιών λιανικής θα επηρεάζονταν λιγότερο έντονα, δεδομένης της πιο σταθερής βάσης καταθέσεών τους.

Με βάση τα ευρήματα της άσκησης, η ΕΚΤ θα απαιτήσει από τις τράπεζες να αναλάβουν δράση στους ακόλουθους τομείς όπου εντοπίστηκαν ευπάθειες.

  • Οι περίοδοι επιβίωσης που υπολογίζονται με βάση τις ταμειακές ροές σε ξένα νομίσματα είναι συχνά βραχύτερες από εκείνες που αναφέρονται σε ενοποιημένο επίπεδο. Αρκετές τράπεζες προσφεύγουν σε βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση χονδρικής σε ξένα νομίσματα και ορισμένες από αυτές μπορεί να εξαρτώνται υπερβολικά από τη συνεχή λειτουργία της αγοράς ανταλλαγής νομισμάτων.
  • Αν εξεταστούν αυτοτελώς, οι θυγατρικές τραπεζών της ζώνης του ευρώ που είναι εγκατεστημένες εκτός της ζώνης του ευρώ κατά κανόνα εμφανίζουν βραχύτερες περιόδους επιβίωσης από εκείνες που είναι εγκατεστημένες εντός. Ενώ είναι σύνηθες για τις θυγατρικές να βασίζονται σε ενδοομιλική χρηματοδότηση και/ή χρηματοδότηση από τη μητρική, αυτό μπορεί να εκθέσει ορισμένες τράπεζες σε κίνδυνο περιχαράκωσης σε τρίτες χώρες.
  • Κάποιες κανονιστικές «στρατηγικές βελτιστοποίησης» που αποκαλύφθηκαν στο πλαίσιο της άσκησης μπορούν να συζητηθούν με τις τράπεζες στο πλαίσιο του εποπτικού διαλόγου.
  • Πολλές τράπεζες θα ήταν ικανές να κινητοποιήσουν εξασφαλίσεις επιπλέον των άμεσα διαθέσιμων αποθεμάτων ασφαλείας ρευστότητας για να κατοχυρώσουν πρόσθετη χρηματοδότηση σε περιόδους ανάγκης. Ωστόσο, οι πρακτικές διαχείρισης εξασφαλίσεων, οι οποίες είναι καίριας σημασίας σε περίπτωση κρίσης ρευστότητας, χρειάζονται περαιτέρω βελτίωση σε ορισμένες τράπεζες.
  • Οι τράπεζες ενδέχεται να υποεκτιμήσουν την αρνητική επίδραση στη ρευστότητα που μπορεί να προκύψει από υποβάθμιση της πιστοληπτικής διαβάθμισης. Οι τράπεζες με πρόσφατη εμπειρία διαχείρισης ρευστότητας υπό συνθήκες πίεσης μπόρεσαν να παράσχουν δεδομένα υψηλότερης ποιότητας σε αυτό το πλαίσιο.

Οι περισσότερες τράπεζες υπέβαλαν τις απαιτούμενες πληροφορίες εγκαίρως. Ταυτόχρονα, η άσκηση βοήθησε να αποκαλυφθούν ζητήματα ποιότητας δεδομένων που σχετίζονται με τη διαδικασία υποβολής αναφορών ρευστότητας ορισμένων τραπεζών. Τα ευρήματα θα συμβάλουν στη βελτίωση της ποιότητας των εποπτικών πληροφοριών στο μέλλον.

Οι επόπτες θα συζητήσουν τα συμπεράσματα με τις επιμέρους τράπεζες στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης. Τα αποτελέσματα δεν θα επηρεάσουν άμεσα τις εποπτικές κεφαλαιακές απαιτήσεις. Ωστόσο, θα χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο της αξιολόγησης της διακυβέρνησης και της διαχείρισης κινδύνου ρευστότητας των τραπεζών.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθύνεστε στην Esther Tejedor, τηλ.: +49 69 1344 95596

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας

Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εφόσον γίνεται αναφορά στην πηγή.

Εκπρόσωποι Τύπου
Μηχανισμός καταγγελίας παραβάσεων