Ανάλυση ευαισθησίας που διενεργεί η ΕΚΤ όσον αφορά τον IRRBB - άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων 2017
28 Φεβρουαρίου 2017
Απαντήσεις σε συνήθεις ερωτήσεις
1. Γιατί η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ διενεργεί ανάλυση ευαισθησίας όσον αφορά τον κίνδυνο επιτοκίου στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο (interest rate risk in the banking book - IRRBB) - την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων 2017;
Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ είναι υποχρεωμένη να πραγματοποιεί κάθε χρόνο ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για τους σκοπούς της εποπτείας (άρθρο 100 της οδηγίας για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις - CRD) και το 2017 θα διενεργήσει μια τέτοια άσκηση για τις τράπεζες που υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της.
Η φετινή άσκηση έχει σχεδιαστεί κατά τρόπο ώστε να παράσχει στην ΕΚΤ επαρκείς πληροφορίες προκειμένου αυτή να κατανοήσει την ευαισθησία (από πλευράς επιτοκίου) των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού που περιλαμβάνονται στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο μιας τράπεζας και των καθαρών εσόδων της από τόκους. Οι υποθετικές διαταραχές που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της άσκησης βασίζονται στα πρότυπα που έχει θεσπίσει η Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία στο έγγραφο «Standards – Interest rate risk in the banking book», το οποίο δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2016.
2. Ποιο είναι το επίκεντρο της ανάλυσης ευαισθησίας όσον αφορά τον IRRBB - της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων 2017; Πώς θα χρησιμοποιήσετε τα αποτελέσματα;
Οι εποπτικές αρχές θα εξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο υποθετικές μεταβολές στο περιβάλλον επιτοκίων θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις τράπεζες.
Κατά την ανάλυση των δυνητικών επιδράσεων των διαταραχών επιτοκίου στις τράπεζες, η άσκηση επικεντρώνεται στις μεταβολές της οικονομικής αξίας των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού που περιλαμβάνονται στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο και στην εξέλιξη των καθαρών εσόδων από τόκους που παράγουν τα εν λόγω στοιχεία. Το τραπεζικό χαρτοφυλάκιο αφορά τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού που δεν σχετίζονται με τις συναλλαγές των τραπεζών. Σκοπός της άσκησης είναι να αναλύσει επίσης πώς τα υποδείγματα που χρησιμοποιούν οι τράπεζες για τη συμπεριφορά των πελατών επηρεάζουν την εκτίμηση του κινδύνου επιτοκίου, καθώς αυτή η συμπεριφορά μπορεί να αλλάξει λόγω μεταβολών των επιτοκίων.
Τα αποτελέσματα της άσκησης θα ενσωματωθούν με μη αυτοματοποιημένο τρόπο στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP) του 2017, με την οποία προσδιορίζεται το ύψος των κεφαλαίων που πρέπει να διακρατεί μια τράπεζα. Στην απόφαση SREP του 2017 οι κεφαλαιακές ανάγκες για τους σκοπούς της εποπτείας δεν θα καθοριστούν βάσει των ποσοτικών αποτελεσμάτων της άσκησης, αλλά θα διαμορφωθούν λαμβανομένης υπόψη της σχετικής ευπάθειας των τραπεζών στις διάφορες διαταραχές επιτοκίων. Πιο συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα θα ενσωματωθούν στην εκτίμηση του επιπέδου των κεφαλαίων που είναι υποχρεωμένο να διακρατεί ένα ίδρυμα στο πλαίσιο των απαιτήσεων του Πυλώνα 2 (Pillar 2 Requirements - P2R) και των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2 (Pillar 2 Guidance - P2G).
3. Θα αυξηθούν οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών για τους σκοπούς της εποπτείας ως αποτέλεσμα της άσκησης;
Γενικά, οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών που υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ αναμένεται να παραμείνουν σταθερές, εφόσον οι λοιποί παράγοντες παραμένουν σταθεροί.
4. Ποιες είναι οι υποθέσεις που διατυπώνονται για μεταβολές στο περιβάλλον επιτοκίων στο πλαίσιο της παρούσας άσκησης;
Θα χρησιμοποιηθούν έξι διαφορετικές διαταραχές επιτοκίων, οι οποίες βασίζονται στις διαταραχές που όρισε η Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία τον Απρίλιο του 2016 (βλ. Standards - Interest rate risk in the banking book) και θα εφαρμοστούν στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο. Αυτές οι διαταραχές αποτυπώνουν διάφορες μεταβολές στο επίπεδο και στην κλίση της καμπύλης των επιτοκίων και θα παράσχουν στους επόπτες πληροφορίες σχετικά με τη μεταβολή της οικονομικής αξίας του κεφαλαίου που περιλαμβάνεται στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο και των προβολών για τα καθαρά έσοδα από τόκους στο πλαίσιο κάθε διαταραχής. Οι διαταραχές είναι υποθετικές και δεν προορίζονται σε καμία περίπτωση να προβλέψουν τη μελλοντική εξέλιξη των επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ. Σκοπός τους είναι απλώς να εντοπίσουν δυνητικές ευπάθειες στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών.
Οι διαταραχές εφαρμόζονται επομένως περισσότερο με την έννοια μιας ανάλυσης ευαισθησίας. Η ανάλυση ευαισθησίας διαφέρει σημαντικά από μια άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε μακροοικονομικό επίπεδο, στην οποία ενσωματώνονται κατά κανόνα οικονομικές προβολές βάσει υποδειγμάτων σύμφωνα με κάποιο σενάριο.
5. Ποια μέρη των ισολογισμών των τραπεζών θα αποτελέσουν αντικείμενο της ανάλυσης ευαισθησίας;
Στο επίκεντρο της ανάλυσης βρίσκονται οι θέσεις του τραπεζικού χαρτοφυλακίου. Για κάθε τράπεζα η έκταση της ανάλυσης περιορίζεται στα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού που είναι εκφρασμένα στα σημαντικότερα νομίσματα της συγκεκριμένης τράπεζας. Η άσκηση εξετάζει μόνο τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού σε νόμισμα στο οποίο είναι εκφρασμένο πάνω από το 20% των στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού χαρτοφυλακίου μιας τράπεζας. Αποφασίστηκε να μην ληφθούν υπόψη διακρατήσεις σε άλλα νομίσματα που βρίσκονται κάτω από αυτό το όριο, προκειμένου να περιοριστεί η επιβάρυνση όσον αφορά την παροχή στοιχείων. Επιπλέον, ο αντίκτυπος τέτοιων μικρότερων διακρατήσεων είναι απίθανο να μεταβάλει σημαντικά τα συνολικά αποτελέσματα.
6. Πόσο θα διαρκέσει η άσκηση;
Η άσκηση ξεκινά στις 28 Φεβρουαρίου 2017 και τα αποτελέσματα θα ενσωματωθούν κυρίως στην αξιολόγηση SREP και θα συμβάλουν στον προσδιορισμό των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2 (P2G). Τα αποτελέσματα θα συζητηθούν το καλοκαίρι μεταξύ των τραπεζών και των μεικτών εποπτικών ομάδων στο πλαίσιο του εποπτικού διαλόγου της SREP.
Σε αυτήν την άσκηση «από κάτω προς τα πάνω» (bottom-up), οι τράπεζες παρέχουν τις προβολές για δεδομένες διαταραχές επιτοκίων βάσει των δικών τους υποδειγμάτων. Τα αποτελέσματα θα ενσωματωθούν στα ποιοτικά μέτρα και στις συζητήσεις που θα διενεργηθούν μεταξύ των μεικτών εποπτικών ομάδων και των τραπεζών στο πλαίσιο της SREP.