ABoR | Διοικητικό Συμβούλιο Επανεξέτασης |
BCBS | Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας |
BCP | Βασικές αρχές της Βασιλείας |
BRM | Μηχανισμός αναφοράς παραβάσεων |
BRRD | Οδηγία για την Ανάκαμψη και την Εξυγίανση των Τραπεζών |
CCyB | Αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα |
CET1 | Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (CET1) |
CFT | Καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας |
CJEU | Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
COI | Τμήμα Κεντρικής Διαχείρισης Επιτόπιων Επιθεωρήσεων |
COREP | Κοινή πληροφόρηση περί της κεφαλαιακής επάρκειας |
CRD | Οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις |
CRR | Κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις |
CRR/CRD IV | Κανονισμός και Οδηγία σχετικά με τις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις: Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων (CRR) και Οδηγία 2013/36/ΕΕ σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (CRD IV). Συχνά αναφέρονται από κοινού ως CRD IV. |
CSSF | Commission de Surveillance du Secteur Financier |
EUCLID | Ευρωπαϊκή κεντροποιημένη υποδομή για εποπτικά στοιχεία |
EΑΤ | Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών |
FCMC | Επιτροπή χρηματοπιστωτικών αγορών και κεφαλαιαγορών |
FinCEN | Δίκτυο δίωξης οικονομικών εγκλημάτων |
FINREP | Χρηματοοικονομική πληροφόρηση |
FMI | Υποδομές της χρηματοπιστωτικής αγοράς |
FSAP | Πρόγραμμα Αξιολόγησης του Χρηματοπιστωτικού Τομέα |
G-SIB | παγκοσμίως συστημικώς σημαντική τράπεζα |
G-SII | παγκοσμίως συστημικώς σημαντικά ιδρύματα |
ICAAP | Εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης της κεφαλαιακής επάρκειας. |
ILAAP | Εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης της επάρκειας ρευστότητας |
IMAS | Σύστημα διαχείρισης πληροφοριών του ΕΕΜ |
IPS | Θεσμικά συστήματα προστασίας |
IRRBB | Κίνδυνος επιτοκίου στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο |
IRT | Εσωτερικές Ομάδες Εξυγίανσης |
ITS | Εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα |
LCR | Δείκτης κάλυψης ρευστότητας |
MEΚ | Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου |
MMSR | Παροχή στατιστικών στοιχείων χρηματαγορών |
MoU | Μνημόνιο Συνεννόησης |
MREL | Ελάχιστες απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις |
NRA | Εθνικές αρχές εξυγίανσης |
ORC | Συνολική δυνατότητα ανάκαμψης |
OSI | Επιτόπια επιθεώρηση |
O-SII | λοιπά συστημικώς σημαντικά ιδρύματα |
RTS | ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα |
RWA | Σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ενεργητικό |
SEP | Πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης |
SQA | Διασφάλιση Ποιότητας Εποπτικού Έργου |
SREP | Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης |
SRMR | Κανονισμός για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης |
SSG | Ομάδα εργασίας για την απλοποίηση του ΕΕΜ |
TRIM | Στοχευμένη αξιολόγηση εσωτερικών υποδειγμάτων |
ΑΕΠ | ακαθάριστο εγχώριο προϊόν |
Αξιολόγηση καταλληλότητας και επάρκειας (Fit and proper assessment) | Οι εποπτικές αρχές αξιολογούν κατά πόσον οι υποψήφιοι για τα διοικητικά όργανα των τραπεζών είναι κατάλληλοι. Η ΕΚΤ λαμβάνει τέτοιες αποφάσεις καταλληλότητας και επάρκειας για τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των 119 μεγαλύτερων τραπεζών στη ζώνη του ευρώ, ενώ οι αποφάσεις καταλληλότητας και επάρκειας για τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα λαμβάνονται από τις εθνικές εποπτικές αρχές, εκτός εάν πρόκειται για νέα αδειοδότηση τράπεζας. |
Βασιλεία ΙΙΙ (Basel IIΙ) | Ολοκληρωμένο σύνολο μεταρρυθμιστικών μέτρων, τα οποία αναπτύχθηκαν από την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας με σκοπό την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Η Βασιλεία ΙΙΙ βασίζεται στους κανόνες του πλαισίου Βασιλεία ΙΙ. Σκοπό έχει να ενισχύσει την κανονιστική ρύθμιση, την εποπτεία και τη διαχείριση κινδύνων του τραπεζικού τομέα. Τα μέτρα έχουν στόχο να βελτιώσουν την ικανότητα του τραπεζικού τομέα να απορροφά τους κραδασμούς που προέρχονται από χρηματοπιστωτικές και οικονομικές εντάσεις, να βελτιώσουν τη διαχείριση και τη διακυβέρνηση κινδύνων και να ενισχύσουν τη διαφάνεια και τη δημοσιοποίηση στοιχείων από πλευράς των τραπεζών. |
ΓΣΔ | Γραφείο Συμμόρφωσης και Διακυβέρνησης |
Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP) | Η διαδικασία που χρησιμοποιείται για την εποπτική εξέταση σημαντικών και λιγότερο σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων προκειμένου να κριθεί η σκοπιμότητα εφαρμογής πιθανών πρόσθετων απαιτήσεων (πέραν των ελάχιστων απαιτήσεων) ιδίων κεφαλαίων, δημοσιοποίησης, ρευστότητας ή άλλων εποπτικών μέτρων. |
Διαδικασία μη διατύπωσης αντίρρησης (non-objection procedure) | Η τυπική διαδικασία λήψης αποφάσεων, που καθιερώθηκε με τον Κανονισμό ΕΕΜ, για τις εποπτικές δραστηριότητες της ΕΚΤ. Το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΚΤ καταρτίζει σχέδια αποφάσεων, τα οποία υποβάλλονται στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ προς έγκριση. Οι αποφάσεις θεωρούνται εγκριθείσες εκτός εάν το Διοικητικό Συμβούλιο διατυπώσει αντίρρηση εντός ορισμένης προθεσμίας όχι μεγαλύτερης των δέκα εργάσιμων ημερών. |
Διαδικασίες ενιαίου διαβατηρίου (passporting procedures) | Διαδικασίες σχετικά με το δικαίωμα ενός πιστωτικού ιδρύματος, το οποίο έχει λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύεται από τις αρμόδιες αρχές κράτους-μέλους, να ασκεί δραστηριότητες σε άλλα κράτη-μέλη υπό καθεστώς εγκατάστασης ή υπό καθεστώς σταθερής παροχής υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω δραστηριότητες καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας του (κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 33-46 της CRD IV). |
ΔΠΧΑ | Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης |
ΕΑΑ | εθνική αρμόδια αρχή |
ΕΑΚΑΑ | Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών |
ΕΕΜ | Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός |
Εθνική αρμόδια αρχή (ΕΑΑ) (national competent authority – NCA) | Δημόσια αρχή ή όργανο που έχει επίσημα αναγνωριστεί από το εθνικό δίκαιο και έχει εξουσία βάσει του εθνικού δικαίου να εποπτεύει ιδρύματα στο πλαίσιο του συστήματος εποπτείας που εφαρμόζεται στο οικείο κράτος-μέλος. |
Ειδική συμμετοχή (qualifying holding) | Συμμετοχή σε πιστωτικό ίδρυμα η οποία αντιπροσωπεύει τουλάχιστον 10% του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου ή που καθιστά δυνατή την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διοίκηση του πιστωτικού ιδρύματος. |
ΕΚΤ | Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα |
Ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (minimum requirement for own funds and eligible liabilities – MREL) | Απαίτηση που επιβάλλεται σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα της ΕΕ, ώστε να είναι σε θέση να απορροφούν ζημίες σε περίπτωση πτώχευσης. Η απαίτηση MREL θεσπίστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την Οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών (BRRD). Έχει τον ίδιο σκοπό όπως η απαίτηση TLAC. Ωστόσο, οι συγκεκριμένες κεφαλαιακές απαιτήσεις που υπαγορεύονται από την MREL υπολογίζονται διαφορετικά, σύμφωνα με κριτήρια που καθορίζει η ΕΑΤ. |
Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (ΕΕΜ) (Single Supervisory Mechanism – SSM) | Μηχανισμός ο οποίος απαρτίζεται από την ΕΚΤ και τις ΕΑΑ των συμμετεχόντων κρατών-μελών. Είναι επιφορτισμένος με την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ. Η ΕΚΤ είναι υπεύθυνη για την αποτελεσματική και συνεπή λειτουργία αυτού του μηχανισμού, ο οποίος αποτελεί μέρος της ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης. |
Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (Basel Committee on Banking Supervision – BCBS) | Ο κύριος φορέας θέσπισης παγκόσμιων προτύπων για την προληπτική ρύθμιση των τραπεζών και φόρουμ συνεργασίας σε θέματα τραπεζικής εποπτείας. Αποστολή της είναι να ενισχύει την κανονιστική ρύθμιση, την εποπτεία και τις πρακτικές των τραπεζών σε διεθνές επίπεδο με στόχο την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Στα μέλη της Επιτροπής περιλαμβάνονται οργανισμοί με άμεση εξουσία τραπεζικής εποπτείας και κεντρικές τράπεζες. |
ΕΣΕ | Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης |
ΕΣΚΤ | Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών |
ΕΣΚΤ/ΔΟ | Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών και Διεθνείς Οργανισμοί |
ΕΣΣΚ | Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου |
Εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης της επάρκειας ρευστότητας (Internal Liquidity Adequacy Assessment Process – ILAAP) | Στρατηγικές, πολιτικές, διαδικασίες και συστήματα που εφαρμόζουν οι τράπεζες για την αναγνώριση, τη μέτρηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση του κινδύνου ρευστότητας για ενδεδειγμένο σύνολο χρονικών οριζόντων, συμπεριλαμβανομένων και ενδοημερήσιων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πιστωτικά ιδρύματα διατηρούν επαρκή αποθέματα ρευστότητας ασφαλείας. Οι αρμόδιες αρχές επανεξετάζουν την ILAAP στα πλαίσια του SREP. |
Εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης της κεφαλαιακής επάρκειας (Internal Capital Adequacy Assessment Process – ICAPP) | Στρατηγικές και διαδικασίες που χρησιμοποιούνται από τις τράπεζες για την αξιολόγηση και τη διατήρηση σε διαρκή βάση του ύψους, της σύνθεσης και της κατανομής των εσωτερικών κεφαλαίων που οι τράπεζες θεωρούν κατάλληλα για την κάλυψη της φύσης και του επιπέδου των κινδύνων τους οποίους έχουν αναλάβει ή ενδέχεται να αναλάβουν. Οι αρμόδιες αρχές επανεξετάζουν την ICAAP στο πλαίσιο της SREP. |
Εσωτερικό υπόδειγμα (internal model) | Η προσέγγιση την οποία έχει αναπτύξει και εφαρμόζει ένα πιστωτικό ίδρυμα για τη μέτρηση και διαχείριση των κινδύνων κατά τον υπολογισμό των απαιτούμενων ιδίων κεφαλαίων και η οποία χρειάζεται προηγούμενη άδεια της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με το Τρίτο Μέρος του CRR. |
Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EAT) (European Banking Authority – EBA) | Ανεξάρτητη αρχή της ΕΕ που ιδρύθηκε την 1η Ιανουαρίου 2011 ως μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας με σκοπό να διασφαλίζει αποτελεσματική και συνεπή προληπτική ρύθμιση και εποπτεία σε ολόκληρο τον τραπεζικό τομέα της ΕΕ. Βασικό της καθήκον είναι να συμβάλλει στη δημιουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού εγχειριδίου κανόνων για τον τραπεζικό τομέα, σκοπός του οποίου είναι να παρέχει ένα ενιαίο σύνολο εναρμονισμένων κανόνων προληπτικής εποπτείας σε ολόκληρη την ΕΕ. |
Ιδρύματα σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας (ΚΑΕΑ) (failing or likely to fail – FOLTF) | Υπάρχουν τέσσερις λόγοι για τους οποίους μια τράπεζα κηρύσσεται σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας: (α) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις της άδειας λειτουργίας που έχουν τεθεί από την εποπτική αρχή, (β) το παθητικό της υπερβαίνει το ενεργητικό της, (γ) αδυνατεί να αποπληρώσει εμπρόθεσμα υποχρεώσεις της, (δ) χρειάζεται έκτακτη οικονομική ενίσχυση με δημόσιους πόρους. Κατά τον χρόνο κήρυξης μιας τράπεζας σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας, πρέπει να έχει διαπιστωθεί ή να πιθανολογείται η εκπλήρωση μιας από τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις. |
ΙΠΑ | Ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης |
ΚΑΕΑ | Κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας |
Κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ (SSM Framework Regulation) | Το κανονιστικό πλαίσιο που καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ και των εθνικών αρμόδιων αρχών εντός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού, όπως προβλέπεται στον Κανονισμό ΕΕΜ. |
Κανονισμός για τον ΕΕΜ (SSM Regulation) | Η νομική πράξη με την οποία δημιουργήθηκε ενιαίος εποπτικός μηχανισμός για τα πιστωτικά ιδρύματα της ζώνης του ευρώ και, δυνητικά, άλλων κρατών-μελών της ΕΕ, ως ένα από τα δομικά στοιχεία της ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης. Ο Κανονισμός ΕΕΜ αναθέτει στην ΕΚΤ ειδικά καθήκοντα σχετικά με τις πολιτικές προληπτικής εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων. |
ΚΕΠ | Κοινά εποπτικά πρότυπα |
Κοινές διαδικασίες (common procedures) | Διαδικασίες που ισχύουν τόσο για τα ΣΙ όσο και για τα ΛΣΙ. Οι κοινές διαδικασίες επιτρέπουν στην ΕΚΤ να εφαρμόζει το ευρωπαϊκό ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων με συνέπεια. Στις κοινές διαδικασίες περιλαμβάνονται: η χορήγηση άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών σε μια νέα επιχείρηση ή η επέκταση ισχύουσας άδειας, η εξουσιοδότηση απόκτησης συμμετοχής σε υφιστάμενο ίδρυμα, καθώς και η ανάκληση άδειας λειτουργίας. |
Λιγότερο σημαντικό ίδρυμα (ΛΣΙ) (less significant institution – LSI) | Το ίδρυμα που εποπτεύεται άμεσα από εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ) και έμμεσα από την ΕΚΤ, σε αντίθεση με τα σημαντικά ιδρύματα που εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ. |
ΛΣΙ | Λιγότερο σημαντικό ίδρυμα |
ΜΕΔ | μη εξυπηρετούμενα δάνεια |
ΜΕΟ | Μικτή εποπτική ομάδα |
Μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) (non-performing loans – NPLs) | Σύμφωνα με την παράγραφο 145 του Παραρτήματος V των εκτελεστικών τεχνικών προτύπων (ITS) της ΕΑΤ όσον αφορά την υποβολή εποπτικών αναφορών, είναι δάνεια που πληρούν ένα τουλάχιστον από τα εξής κριτήρια: (α) ουσιώδη ανοίγματα που παρουσιάζουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών, (β) ανοίγματα αβέβαιης είσπραξης, όπου ο οφειλέτης εκτιμάται ότι δεν είναι πιθανόν να εκπληρώσει στο ακέραιο τις δανειακές του υποχρεώσεις χωρίς τη ρευστοποίηση των συναφών εξασφαλίσεων, ανεξάρτητα από την ύπαρξη οποιουδήποτε ποσού σε καθυστέρηση ή από τον αριθμό των ημερών καθυστέρησης. |
Μικτή εποπτική ομάδα (ΜΕΟ) (Joint Supervisory Team – JST) | Εποπτική ομάδα που αποτελείται από στελέχη της ΕΚΤ και των ΕΑΑ που είναι επιφορτισμένα με την εποπτεία σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας ή σημαντικού εποπτευόμενου ομίλου. |
ΞΧ/ΧΤ | Ξέπλυμα χρήματος/Χρηματοδότηση τρομοκρατίας |
Πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης (Supervisory Examination Programme – SEP) | Για κάθε σημαντική τράπεζα, η ΜΕΟ δημιουργεί ένα πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης, το οποίο περιέχει τα κύρια εποπτικά καθήκοντα και τις δραστηριότητες για τους επόμενους 12 μήνες, τα ενδεικτικά χρονοδιαγράμματα και τους στόχους τους, καθώς και την ανάγκη για επιτόπιες επιθεωρήσεις και διερευνήσεις εσωτερικών υποδειγμάτων. |
Σημαντικό ίδρυμα (significant institution – SI) | Τα κριτήρια βάσει των οποίων οι τράπεζες χαρακτηρίζονται ως σημαντικές –και συνεπώς υπάγονται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ – προβλέπονται στον Κανονισμό ΕΕΜ και στον Κανονισμό για το πλαίσιο ΕΕΜ. Σημαντικές θεωρούνται οι τράπεζες που πληρούν τουλάχιστον ένα από αυτά τα κριτήρια. Ανεξάρτητα από την εκπλήρωση των κριτηρίων, ο ΕΕΜ μπορεί να ταξινομήσει ένα ίδρυμα ως σημαντικό, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή υψηλών εποπτικών προτύπων. Συνολικά, η ΕΚΤ επιβλέπει άμεσα 119 σημαντικούς τραπεζικούς ομίλους. |
ΣΙ | Σημαντικό ίδρυμα |
Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ) (Financial Stability Board – FSB) | Διεθνές όργανο που προάγει τη διεθνή χρηματοπιστωτική σταθερότητα, συντονίζοντας τις εθνικές χρηματοπιστωτικές αρχές και τους διεθνείς φορείς θέσπισης προτύπων στο έργο της ανάπτυξης εύρωστων ρυθμιστικών, εποπτικών και άλλων πολιτικών του χρηματοπιστωτικού τομέα. Προωθεί την ίση μεταχείριση ενθαρρύνοντας την ομοιόμορφη εφαρμογή αυτών των πολιτικών σε όλους τους τομείς και σε όλες τις επικράτειες. |
Συνολική αξιολόγηση (Comprehensive assessment) | Έλεγχοι χρηματοοικονομικής ευρωστίας που απαιτείται να διενεργεί η ΕΚΤ πριν αναλάβει την άμεση εποπτεία ενός πιστωτικού ιδρύματος. Οι συνολικές αξιολογήσεις συμβάλλουν στο να εξασφαλιστεί ότι οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες και μπορούν να αντεπεξέλθουν σε πιθανούς χρηματοπιστωτικούς κλονισμούς. Η αξιολόγηση αποτελείται από τον έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. |
Σχέδιο ανάκαμψης (recovery plan) | Οι τράπεζες υποχρεούνται να καταρτίζουν σχέδια ανάκαμψης ώστε να είναι προετοιμασμένες για ενδεχόμενες οικονομικές δυσκολίες και να μπορούν να αποκαταστήσουν εγκαίρως τη βιωσιμότητά τους σε περιόδους οικονομικών δυσχερειών. Ο πυρήνας του σχεδίου ανάκαμψης περιλαμβάνει ευρύ φάσμα αξιόπιστων και εφικτών επιλογών ανάκαμψης για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας, π.χ. ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης ή της ρευστότητας. |
Σχέδιο εξυγίανσης (resolution plan) | Σε αντίθεση με τα σχέδια ανάκαμψης, τα σχέδια εξυγίανσης δεν καταρτίζονται από τις τράπεζες, αλλά συντάσσονται και ενημερώνονται τακτικά από το ΕΣΕ και τις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Το σχέδιο εξυγίανσης περιλαμβάνει μια ολοκληρωμένη περιγραφή των αξιόπιστων και εφικτών ενεργειών εξυγίανσης που μπορούν να εφαρμοστούν σύμφωνα με τον ΕΜΕ, σε περίπτωση που μια τράπεζα πληροί όλες τις προϋποθέσεις εξυγίανσης. Προσδιορίζει τα μέτρα και τη διαδικασία για τη δυνητική συντεταγμένη εξυγίανση μιας τράπεζας, εξασφαλίζοντας τη συνέχεια των κρίσιμων λειτουργιών της. |
ΣΧΣ | Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας |
Τραπεζική ένωση (banking union) | Ένα από τα δομικά στοιχεία για την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Αποτελείται από ένα ενοποιημένο χρηματοπιστωτικό πλαίσιο που διαθέτει ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων και ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων, συμπεριλαμβανομένων εναρμονισμένων κανόνων για εναρμονισμένα συστήματα εγγύησης καταθέσεων, τα οποία μπορεί να εξελιχθούν σε ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης των καταθέσεων. |