Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά

Τι σημαίνει «ειδική συμμετοχή»;

18 Μαρτίου 2016

Η συμμετοχή σε μια τράπεζα μπορεί να περιγραφεί ως «ειδική συμμετοχή» όταν αντιπροσωπεύει το 10% ή περισσότερο των μετοχών ή/και των δικαιωμάτων ψήφου στην τράπεζα ή όταν υπερβαίνει τα άλλα σχετικά όρια (20%, 30% ή 50%). Επιπλέον, η απόκτηση δικαιωμάτων για τον διορισμό (της πλειοψηφίας) του διοικητικού συμβουλίου ή η απόκτηση άλλων μέσων για την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διοίκηση της τράπεζας επίσης εμπίπτει στον ορισμό των ειδικών συμμετοχών.

Ως η ευρωπαϊκή αρχή εποπτείας, η ΕΚΤ είναι υπεύθυνη για την έγκριση των προτεινόμενων αποκτήσεων ειδικών συμμετοχών για όλες τις τράπεζες στις συμμετέχουσες χώρες.

Γιατί απαιτείται προηγούμενη έγκριση για την απόκτηση ειδικής συμμετοχής;

Η διαδικασία έγκρισης αποσκοπεί στη διασφάλιση ότι μόνο κατάλληλοι μέτοχοι εισέρχονται στο τραπεζικό σύστημα προκειμένου να αποτρέπονται τυχόν διαταραχές στην ομαλή λειτουργία του συστήματος.

Ειδικότερα, η αξιολόγηση προορίζεται να εξασφαλίζει ότι οι υποψήφιοι αγοραστές έχουν καλή φήμη και την απαραίτητη οικονομική ευρωστία, ότι η τράπεζα στόχος θα συνεχίσει να πληροί τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και ότι η συναλλαγή δεν χρηματοδοτείται με χρήματα που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.

Ποιος μπορεί να αποκτήσει ειδικές συμμετοχές;

Σε γενικές γραμμές, οποιοσδήποτε πληροί τα κριτήρια αξιολόγησης μπορεί να αγοράσει ειδική συμμετοχή σε τράπεζα, είτε πρόκειται για φυσικό πρόσωπο είτε για νομικό πρόσωπο.

Ποια κριτήρια αξιολογούνται;

Τα κριτήρια είναι εναρμονισμένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στην οδηγία σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRD) καθορίζονται πέντε κριτήρια για την αξιολόγηση της προτεινόμενης αγοράς:

Φήμη του υποψήφιου αγοραστή Έχει ο υποψήφιος αγοραστής την απαραίτητη ακεραιότητα και αξιοπιστία, π.χ. λευκό ποινικό μητρώο ή καμία εμπλοκή σε δικαστική διαδικασία; Μια άλλη πτυχή είναι η επαγγελματική επάρκεια του αγοραστή, δηλ. η διαχειριστική ή/και επενδυτική εμπειρία του στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Φήμη και εμπειρία των υποψήφιων νέων διοικητικών στελεχών Σκοπεύει ο αγοραστής να υλοποιήσει αλλαγές στα διοικητικά όργανα της τράπεζας; Εάν ναι, πρέπει να διενεργηθεί αξιολόγηση της καταλληλότητας των νέων μελών των διοικητικών οργάνων.
Οικονομική ευρωστία του αγοραστή Μπορεί ο υποψήφιος αγοραστής να χρηματοδοτήσει την προτεινόμενη αγορά και να διατηρήσει μια υγιή χρηματοπιστωτική δομή στο προσεχές μέλλον; Αυτό περιλαμβάνει τον προσδιορισμό του υπεύθυνου για την καταβολή κεφαλαιακών προσαυξήσεων στην τράπεζα στόχο.
Επίδραση στην τράπεζα Θα εξακολουθεί η τράπεζα να είναι σε θέση να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας; Για παράδειγμα, μια τράπεζα δεν θα πρέπει να δέχεται πίεση επειδή μέρος της αγοράς χρηματοδοτείται από χρέος. Επιπλέον, η δομή του αγοραστή δεν θα πρέπει να είναι τόσο σύνθετη ώστε να αποτρέπει την αποτελεσματική εποπτεία της τράπεζας από τις αρμόδιες αρχές.
Κίνδυνος συσχέτισης με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση τρομοκρατίας Μπορεί να επαληθευτεί ότι οι εμπλεκόμενοι πόροι δεν προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες ή ότι δεν συνδέονται με την τρομοκρατία; Η αξιολόγηση εξετάζει επίσης κατά πόσον η αγορά θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις;

Ο υποψήφιος αγοραστής κοινοποιεί στην εθνική εποπτική αρχή της τράπεζας στόχου την πρόθεσή του να αγοράσει ειδική συμμετοχή. Η εθνική εποπτική αρχή διενεργεί την αρχική αξιολόγηση και καταρτίζει σχέδιο πρότασης για την ΕΚΤ. Σε συνεργασία με την εθνική εποπτική αρχή, η ΕΚΤ διενεργεί τη δική της αξιολόγηση και στη συνέχεια ενημερώνει τον υποψήφιο αγοραστή και την εθνική εποπτική αρχή για το αποτέλεσμα αυτής της αξιολόγησης.

Η αξιολόγηση θα πρέπει να ολοκληρώνεται εντός 60 εργάσιμων ημερών. Εάν απαιτούνται πρόσθετες πληροφορίες, το διάστημα αυτό μπορεί να επεκταθεί κατά 20 εργάσιμες ημέρες ή και 30 εργάσιμες ημέρες σε ορισμένες περιπτώσεις.

Τι γίνεται όταν δύο (ή περισσότεροι) αγοραστές επιθυμούν να αγοράσουν την ίδια τράπεζα την ίδια στιγμή;

Εάν η ΕΚΤ λάβει πολλαπλές ειδοποιήσεις την ίδια στιγμή, υποχρεούται να τις αντιμετωπίσει ισότιμα. Δεν εναπόκειται στην ΕΚΤ να εκφράσει προτίμηση σχετικά με το ποιος υποψήφιος αγοραστής θα πρέπει να αγοράσει την τράπεζα. Το καθήκον της ΕΚΤ είναι να διασφαλίζει ότι οι υποψήφιοι αγοραστές συμμορφώνονται με τα πέντε κριτήρια που προαναφέρθηκαν. Εάν περισσότεροι του ενός αγοραστές πληρούν τα κριτήρια αξιολόγησης, η τελική απόφαση σχετικά με την αγορά εναπόκειται στους ιδιοκτήτες της τράπεζας.

Μπορεί η ΕΚΤ να επιβάλλει όρους όταν αποφασίζει για μια αίτηση;

Ναι, είτε κατόπιν πρότασης των εθνικών εποπτικών αρχών είτε με δική της πρωτοβουλία. Ωστόσο, οι όποιοι όροι επιβάλλονται στους υποψήφιους αγοραστές πρέπει να συνδέονται με τα πέντε κριτήρια αξιολόγησης. Εάν οι όροι θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τα δικαιώματα του υποψήφιου αγοραστή, θα διεξάγεται ακρόαση ώστε ο υποψήφιος αγοραστής να έχει την ευκαιρία να αντιδράσει.

Τι γίνεται αν ο αιτών λάβει αρνητικό αποτέλεσμα;

Εάν απορριφθεί η προτεινόμενη αγορά ή εάν ο υποψήφιος αγοραστής θεωρεί δυσμενή την απόφαση με οποιονδήποτε τρόπο, ο υποψήφιος αγοραστής μπορεί να προσβάλει την απόφαση στο Διοικητικό Συμβούλιο Επανεξέτασης της ΕΚΤ. Εάν το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας δεν είναι ικανοποιητικό, ο υποψήφιος αγοραστής μπορεί επίσης να προσφύγει στο Δικαστήριο της ΕΕ.

Τι γίνεται όταν συγχωνεύονται δύο εταιρείες; Διενεργείται αξιολόγηση σχετικά με την απόκτηση ειδικών συμμετοχών σε αυτήν την περίπτωση;

Ναι, εάν η συγχώνευση οδηγεί σε μία τράπεζα η οποία συγκεντρώνει το 10% ή περισσότερο των μετοχών ή/και των δικαιωμάτων ψήφου σε άλλη τράπεζα ή η οποία υπερβαίνει τα άλλα σχετικά όρια που καθορίζονται στην οδηγία σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (20%, 30% ή 50%).

Ωστόσο, εάν η συγχώνευση δεν οδηγεί σε απόκτηση ειδικών συμμετοχών, τότε το καθεστώς που θα ισχύσει εξαρτάται από το εθνικό δίκαιο. Σε κάποια κράτη μέλη απαιτείται προέγκριση των συγχωνεύσεων, ενώ σε άλλα όχι.

Μηχανισμός καταγγελίας παραβάσεων