EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014HB0019

Σύσταση για κανονισμό του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (ΕΚΤ/2014/19) (υποβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα)

OJ C 144, 14.5.2014, p. 2–10 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

14.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 144/2


Σύσταση για κανονισμό του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων

(ΕΚΤ/2014/19)

(υποβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα)

(2014/C 144/02)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στις 23 Νοεμβρίου 1998 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 (1). Λαμβανομένης υπόψη της πολυετούς εμπειρίας από την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού στους διάφορους τομείς αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), καθώς επίσης και του γεγονότος ότι η έκταση των εξουσιών επιβολής κυρώσεων της ΕΚΤ διευρύνθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου (2), καθίσταται πλέον απαραίτητο να εξεταστούν ορισμένες τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 129 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

II.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

Για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, η ΕΚΤ δύναται, σύμφωνα με το άρθρο 18 αυτού, να επιβάλλει διοικητικά χρηματικά πρόστιμα «σε περίπτωση που πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών ή μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παραβούν μια απαίτηση βάσει σχετικών άμεσα εφαρμοστέων νομοθετικών πράξεων της Ένωσης, για την οποία οι αρμόδιες αρχές έχουν στη διάθεσή τους διοικητικά χρηματικά πρόστιμα βάσει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας» (3), καθώς και κυρώσεις «σε περίπτωση παραβιάσεων των κανονισμών ή των αποφάσεών της» (4) (εφεξής αναφέρονται από κοινού ως «διοικητικές κυρώσεις»). Σε περίπτωση παραβάσεων εθνικού δικαίου στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ), οι εθνικές αρμόδιες αρχές παραμένουν αρμόδιες για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων αλλά μόνο σε πιστωτικά ιδρύματα άμεσα εποπτευόμενα από την ΕΚΤ, εφόσον η τελευταία απαιτήσει από εκείνες να κινήσουν τις σχετικές διαδικασίες.

Οι αρχές και διαδικασίες που εφαρμόζονται σχετικά με την επιβολή διοικητικών χρηματικών προστίμων για παραβάσεις άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/17) (5). Σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, η ΕΚΤ δύναται να επιβάλλει κυρώσεις για παραβάσεις κανονισμών και αποφάσεών της σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98. Το άρθρο 18 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 προβλέπει ότι η ΕΚΤ εφαρμόζει το άρθρο 18 σύμφωνα με τις πράξεις που αναφέρονται στην πρώτη υποπαράγραφο του άρθρου 4 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98, κατά περίπτωση.

Υπό το πρίσμα αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία η θέσπιση ενός συνεκτικού καθεστώτος για την επιβολή από την ΕΚΤ όλων των διοικητικών κυρώσεων που σχετίζονται με την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων της σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Επιπλέον, ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98 διαφέρουν από εκείνες του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Πρόκειται ιδίως για τα ανώτατα όρια των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών, τους διαδικαστικούς κανόνες και τις προθεσμίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98.

Επομένως, συνιστώνται οι ακόλουθες τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98:

α)

Θα πρέπει να παρεμβληθεί νέο άρθρο 1α για να οριστούν μερικές γενικές αρχές με εφαρμογή στις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλει η ΕΚΤ αναφορικά με τα εποπτικά καθήκοντά της και τις κυρώσεις που επιβάλλει αναφορικά με τα μη εποπτικά καθήκοντά της, και να εξειδικευτεί το πεδίο εφαρμογής των διαφορετικών διατάξεων οι οποίες εφαρμόζονται σε αυτές.

β)

Θα πρέπει να παρεμβληθούν νέα άρθρα 4α έως 4γ αναφορικά με το εφαρμοστέο καθεστώς διοικητικών κυρώσεων που επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της. Ο σκοπός των εν λόγω νέων άρθρων είναι να διαφοροποιηθεί το καθεστώς που διέπει την επιβολή διοικητικών κυρώσεων από την ΕΚΤ σε σχέση με τα εποπτικά της καθήκοντα από τις διατάξεις που διέπουν τις κυρώσεις που η ίδια δύναται να επιβάλλει σε σχέση με τα μη εποπτικά καθήκοντά της. Τούτο πρόκειται να διασφαλίσει την εφαρμογή ενός ενιαίου καθεστώτος σε όλες τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται στο εποπτικό πεδίο, λαμβάνοντας πάντως υπόψη και τις ρυθμίσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

γ)

Θα πρέπει να γίνουν επιπρόσθετες τροποποιήσεις ώστε να διασφαλισθεί ότι οι αρχές και διαδικασίες που διέπουν την επιβολή των κυρώσεων των άρθρων 2 έως 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98 είναι συμβατές με αυτές που διέπουν την επιβολή από την ΕΚΤ διοικητικών προστίμων κατά την άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

III.   ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ

Άρθρο 1 – Ορισμοί

Ορισμός των περιοδικών χρηματικών ποινών

Ο ορισμός των περιοδικών χρηματικών ποινών θα πρέπει να τροποποιηθεί για δύο λόγους. Πρώτον, ακολούθως προς άλλες σχετικές διατάξεις της ενωσιακής νομοθεσίας (6), θα πρέπει να διευκρινιστεί ρητά ότι η ΕΚΤ δύναται να επιβάλλει περιοδικές χρηματικές ποινές όχι μόνο εν είδει κύρωσης για διαρκείς παραβάσεις, αλλά και για να υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να συμμορφώνονται με τους κανονισμούς ή τις αποφάσεις της. Δεύτερον, ο υφιστάμενος ορισμός παραπέμπει στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98 όσον αφορά την κοινοποίηση απόφασης που απαιτεί την παύση μιας παράβασης. Δεδομένου ότι για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε σχέση με τα εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ θα πρέπει να ισχύει διαφορετική διαδικασία λήψης αποφάσεων, θα πρέπει να προστεθεί στον ορισμό αναφορά στην εν λόγω διαδικασία.

Συνεπώς, ο ορισμός των «κυρώσεων» θα πρέπει επίσης να τροποποιηθεί, έτσι ώστε να διαγραφεί η αναφορά στις περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται «ως συνέπεια μιας παράβασης».

Άρθρο 1a – Γενικές αρχές και πεδίο εφαρμογής

Αν και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 ορίζει, σύμφωνα με το άρθρο 34.3 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η ΕΚΤ δικαιούται να επιβάλλει κυρώσεις σε επιχειρήσεις που δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται σε κανονισμούς και αποφάσεις της, πρέπει να ληφθεί δεόντως υπόψη ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1024/2013, ο οποίος περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα διατάξεων που αφορούν άμεσα τις εξουσίες της ΕΚΤ για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων αναφορικά με την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της. Ως εκ τούτου, παρόλο που οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98 εφαρμόζονται καταρχήν σε κάθε κύρωση που δικαιούται να επιβάλλει η ΕΚΤ για παραβάσεις κανονισμών και αποφάσεών της, ορισμένες διατάξεις του που αντιβαίνουν στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 αναφορικά με την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε σχέση με την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ θα πρέπει είτε να μην εφαρμόζονται είτε να τροποποιηθούν.

Προκειμένου όλες οι αποφάσεις που λαμβάνει η ΕΚΤ να υπόκεινται στο ίδιο καθεστώς δημοσίευσης, η ίδια θα δικαιούται να δημοσιεύει κάθε απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης σε σχέση με τα εποπτικά καθήκοντά της ή κύρωσης σε σχέση με τα μη εποπτικά καθήκοντά της, ανεξαρτήτως του εάν η εν λόγω απόφαση υπόκειται σε επανεξέταση. Σε ό,τι αφορά την ως άνω δημοσίευση, η ΕΚΤ εφαρμόζει τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε εθνικό νόμο ή κανονισμό, και, συνεπώς, πρέπει να λαμβάνει υπόψη την αναλογικότητα μεταξύ της δημοσίευσης μιας απόφασης και της βαρύτητας της επιβαλλόμενης κύρωσης ή διοικητικής κύρωσης, καθώς και τις επιπτώσεις της δημοσίευσης στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Άρθρο 2 – Κυρώσεις

Το άρθρο 2 παράγραφος 4 αναφέρεται στη διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98, η οποία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται κατά την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε σχέση με τα εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προστεθεί αναφορά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων του άρθρου 4β.

Άρθρο 3 – Διαδικαστικοί κανόνες

Η αναφορά στην εκτελεστική επιτροπή ως το αρμόδιο όργανο για την κίνηση της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, στην πρώτη πρόταση του άρθρου 3 παράγραφος 1, θα πρέπει να διαγραφεί για να επιτρέψει στην ΕΚΤ να καθορίσει, με κανονισμό που θα εκδώσει σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2, ποιο εσωτερικό όργανο θα πρέπει να διεξάγει την έρευνα για την εικαζόμενη παράβαση. Αρμόδια για την έκδοση αποφάσεων που επιβάλλουν κυρώσεις παραμένει η Εκτελεστική Επιτροπή, με την επιφύλαξη του άρθρου 4β.

Το άρθρο 3 παράγραφος 10 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να μην αναφέρεται μόνο σε καθήκοντα που ανατίθενται στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών αλλά και σε καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 6 της Συνθήκης. Η τελευταία πρόταση του άρθρου 3 παράγραφος 10 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να αποτυπώνει τη νέα εποπτική αρμοδιότητα της ΕΚΤ.

Άρθρο 4a – Ειδικοί κανόνες όσον αφορά τα ανώτατα όρια κυρώσεων που επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της

Το ανώτατο όριο των διοικητικών χρηματικών προστίμων που δύναται να επιβάλλει η ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 για παραβάσεις άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας υπερβαίνει κατά πολύ το επιτρεπόμενο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 ανώτατο όριο. Η εν λόγω διαφορά δεν θεωρείται δικαιολογημένη, καθώς μια παράβαση κανονισμού ή απόφασης της ΕΚΤ δεν είναι απαραίτητα λιγότερο σοβαρή από μια παράβαση άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, όλες οι διοικητικές κυρώσεις τις οποίες επιβάλλει η ΕΚΤ στα πιστωτικά ιδρύματα που εποπτεύει στο πλαίσιο του ΕΕΜ θα πρέπει να υπόκεινται στα ίδια ανώτατα όρια. Το ανώτατο όριο για περιοδικές χρηματικές ποινές τις οποίες επιβάλλει η ΕΚΤ στο εποπτικό πεδίο θα πρέπει επίσης να τροποποιηθούν ακολούθως προς τα ανωτέρω.

Συνεπώς, το άρθρο 2 παράγραφος 1 δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις διοικητικές κυρώσεις τις οποίες επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της.

Άρθρο 4β – Ειδικοί διαδικαστικοί κανόνες όσον αφορά κυρώσεις που επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της

Το άρθρο 25 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ορίζει την αρχή της διάκρισης, σύμφωνα με την οποία τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 εκτελούνται διακριτά από τα καθήκοντα νομισματικής πολιτικής και οποιαδήποτε άλλα καθήκοντά της. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε σε ό,τι αφορά την επιβολή διοικητικών κυρώσεων στο εποπτικό πεδίο να προβλέπεται διαδικασία λήψης αποφάσεων με συμμετοχή του εποπτικού συμβουλίου και του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ακολούθως προς το άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Τούτο θα ήταν σύμφωνο και με τις βασικές αρχές αποτελεσματικής τραπεζικής εποπτείας της Επιτροπής Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (Basel Committee on Banking Supervision’s Core Principles for Effective Banking Supervision) (7) και με την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι αρχές που επιβάλλουν κυρώσεις σε οντότητες είναι αυτές οι οποίες και τις εποπτεύουν.

Απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης την οποία λαμβάνει το διοικητικό συμβούλιο στο εποπτικό πεδίο θα υπόκειται σε επανεξέταση από το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης κατά το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, εφόσον το ζητήσει φυσικό ή νομικό πρόσωπο και υπό τον όρο ότι η απόφαση απευθύνεται στο εν λόγω πρόσωπο ή το αφορά άμεσα και ατομικά. Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε, σε ό,τι αφορά την επιβολή διοικητικών κυρώσεων στο εποπτικό πεδίο, να προβλέπεται διαδικασία επανεξέτασης με συμμετοχή του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης της ΕΚΤ, ακολούθως προς το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Δεδομένων των ανωτέρω, το άρθρο 3 παράγραφοι 1 έως 8 δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις διοικητικές κυρώσεις που σχετίζονται με την άσκηση από την ΕΚΤ των εποπτικών καθηκόντων της.

Άρθρο 4γ – Ειδικές προθεσμίες όσον αφορά διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται στο εποπτικό πεδίο

Οι προθεσμίες που εφαρμόζονται στην επιβολή και εκτέλεση κυρώσεων που σχετίζονται με τα μη εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ έχει αποδειχθεί ότι λειτουργούν αποτελεσματικά, ιδίως λόγω της σχετικής ευκολίας της έρευνας που απαιτείται για να εξακριβωθεί η διάπραξη παράβασης, π.χ. παράβασης της υποχρέωσης τήρησης ελάχιστων αποθεματικών, των κανόνων για την καταλληλότητα των ασφαλειών, των υποχρεώσεων παροχής στατιστικών στοιχείων. Δεδομένου ότι οι έρευνες εικαζόμενων παραβάσεων στο εποπτικό πεδίο είναι πιο σύνθετες, η εξουσία επιβολής και εκτέλεσης διοικητικών κυρώσεων στο εν λόγω πεδίο θα πρέπει να υπόκειται σε μεγαλύτερες προθεσμίες από αυτές που προβλέπονται για κυρώσεις που σχετίζονται με μη εποπτικά καθήκοντα. Τούτο είναι σύμφωνο και με τις προθεσμίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 για την παράβαση κανόνων περί ανταγωνισμού. Καθώς όλες οι διοικητικές κυρώσεις που δύναται να επιβάλλει η ΕΚΤ σε επιχειρήσεις στο εποπτικό πεδίο θα πρέπει να υπόκεινται στις ίδιες προθεσμίες, είτε αυτές αφορούν παράβαση απόφασης ή κανονισμού της είτε αφορούν παράβαση άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας, οι προθεσμίες του άρθρου 4γ θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλες τις διοικητικές κυρώσεις τις οποίες επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της.

Η αναστολή και η διακοπή των εν λόγω προθεσμιών θα πρέπει να ρυθμίζεται αναλόγως, λαμβανομένης επίσης υπόψη της πιθανής επικάλυψης μεταξύ των διαδικασιών σε περίπτωση παραβάσεων στο εποπτικό πεδίο και ποινικών ερευνών και διαδικασιών που αφορούν τα ίδια πραγματικά περιστατικά.

Δεδομένων των ανωτέρω, το άρθρο 4 δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις διοικητικές κυρώσεις που σχετίζονται με την άσκηση από την ΕΚΤ των εποπτικών καθηκόντων της.

Σύσταση για:

«ΚΑΝΟΝΙΣΜΌ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 132 παράγραφος 3,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως το άρθρο 34.3,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 129 παράγραφος 4 της Συνθήκης και του άρθρου 41 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 (8) καθορίζει, σύμφωνα με το άρθρο 34.3 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα όρια και τις συνθήκες υπό τις οποίες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δικαιούται να επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές σε επιχειρήσεις που δεν συμμορφώνονται με υποχρεώσεις που απορρέουν από τους κανονισμούς και τις αποφάσεις της.

(2)

Η ΕΚΤ εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 για την επιβολή κυρώσεων στα διάφορα πεδία αρμοδιότητάς της, συμπεριλαμβανομένων ιδίως της εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής της Ένωσης, της λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών και της συλλογής στατιστικών πληροφοριών.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου (9) παρέχει στην ΕΚΤ το δικαίωμα να επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία εποπτεύει: α) διοικητικά χρηματικά πρόστιμα, όταν αυτά παραβαίνουν απαίτηση άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας· και β) κυρώσεις στην περίπτωση παράβασης κανονισμού ή απόφασης της ΕΚΤ (εφεξής αναφέρονται από κοινού ως “διοικητικές κυρώσεις”).

(4)

Το άρθρο 18 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 προβλέπει ότι για τους σκοπούς εκτέλεσης των καθηκόντων που αναθέτει στην ΕΚΤ ο παρών κανονισμός σε περίπτωση παράβασης των κανονισμών και των αποφάσεών της, η ΕΚΤ δύναται να επιβάλλει κυρώσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα διατάξεων που αφορούν άμεσα τις εξουσίες της ΕΚΤ για επιβολή διοικητικών κυρώσεων σχετιζόμενων με τα εποπτικά καθήκοντά της. Εν προκειμένω, ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98 αντιβαίνουν στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Ως εκ τούτου, απαιτείται ο προσδιορισμός των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2532/98 που θα πρέπει να τροποποιηθούν, ώστε να θεσπιστεί ένα συνεκτικό καθεστώς που θα διέπει την επιβολή κυρώσεων από την ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων τα οποία ανατίθενται σε εκείνη με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

(6)

Η ΕΚΤ οφείλει να δημοσιεύει αποφάσεις δυνάμει των οποίων επιβάλλει διοικητικά χρηματικά πρόστιμα για παραβάσεις άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας και κυρώσεις για παραβάσεις κανονισμών ή αποφάσεών της, τόσο στο εποπτικό όσο και στο μη εποπτικό πεδίο, εκτός αν η εν λόγω δημοσίευση θα ήταν δυσανάλογη της βαρύτητας του επιβαλλόμενου διοικητικού χρηματικού προστίμου ή της κύρωσης που επιβάλλεται σε μια επιχείρηση, ή θα διακινδύνευε τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών.

(7)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεπής μεταχείριση εξίσου σοβαρών παραβάσεων, το ανώτατο όριο προστίμου που δύναται να επιβάλει η ΕΚΤ σε επιχείρηση λόγω μη συμμόρφωσής της με κανονισμό ή απόφαση της ίδιας στο εποπτικό πεδίο δεν θα πρέπει να διαφέρει από το ανώτατο όριο προστίμου το οποίο αυτή δύναται να επιβάλει σε επιχείρηση για παράβαση άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, όλα τα πρόστιμα που επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της θα πρέπει να υπόκεινται στα ίδια ανώτατα όρια.

(8)

Η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλει περιοδικές χρηματικές ποινές σε επιχειρήσεις ώστε να τις υποχρεώνει να συμμορφώνονται με τους κανονισμούς και τις αποφάσεις της στο εποπτικό πεδίο ή να θέτουν τέλος στη διαρκή παράβαση αυτών. Το ανώτατο όριο περιοδικής χρηματικής ποινής θα πρέπει να είναι ανάλογο του ανώτατου ορίου των προστίμων που επιβάλλονται στο εποπτικό πεδίο.

(9)

Το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 προβλέπει την αρχή της διάκρισης, σύμφωνα με την οποία η ΕΚΤ εκτελεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον εν λόγω κανονισμό υπό την επιφύλαξη των καθηκόντων της των σχετικών με τη νομισματική πολιτική και οποιωνδήποτε άλλων καθηκόντων της, και διακριτά από αυτά. Προκειμένου να ενισχυθεί η ως άνω αρχή της διάκρισης, ιδρύθηκε εποπτικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 26, το οποίο είναι υπεύθυνο, μεταξύ άλλων, για την προετοιμασία των σχεδίων αποφάσεων για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ στο εποπτικό πεδίο. Επιπλέον, οι αποφάσεις τις οποίες λαμβάνει το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ υπόκεινται, υπό τους όρους του άρθρου 24, σε επανεξέταση από το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης. Λαμβανομένων υπόψη της αρχής της διάκρισης και της ίδρυσης του εποπτικού συμβουλίου και του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης, θα πρέπει να εφαρμόζονται δύο διακριτές διαδικασίες: α) όταν η ΕΚΤ εξετάζει την επιβολή διοικητικών κυρώσεων κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της, οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ βάσει ολοκληρωμένου σχεδίου απόφασης του εποπτικού συμβουλίου και με δυνατότητα επανεξέτασης από το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης· και β) όταν η ΕΚΤ εξετάζει την επιβολή κυρώσεων κατά την άσκηση των μη εποπτικών καθηκόντων της, οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται από την εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ και με δυνατότητα επανεξέτασης από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ.

(10)

Λόγω της πολυπλοκότητας των ερευνών για παραβάσεις στο εποπτικό πεδίο, η εξουσία επιβολής και εκτέλεσης διοικητικών κυρώσεων που σχετίζονται με τα εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ θα πρέπει να υπόκειται σε μεγαλύτερες προθεσμίες από τις προβλεπόμενες για τις κυρώσεις που σχετίζονται με τα μη εποπτικά καθήκοντά της. Η αναστολή και διακοπή των εν λόγω προθεσμιών θα πρέπει να ρυθμιστεί αναλόγως, λαμβανομένης επίσης υπόψη της πιθανής επικάλυψης μεταξύ των διαδικασιών σε περίπτωση παραβάσεων στο εποπτικό πεδίο και των ποινικών ερευνών και διαδικασιών που αφορούν τα ίδια πραγματικά περιστατικά.

(11)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 τροποποιείται ως ακολούθως:

1)

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Το σημείο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“‘περιοδικές χρηματικές ποινές’, τα χρηματικά ποσά τα οποία, σε περίπτωση διαρκούς παράβασης, μια επιχείρηση υποχρεούται να καταβάλλει ως κύρωση ή προκειμένου τα οικεία πρόσωπα να υποχρεώνονται σε συμμόρφωση με τους εποπτικούς κανονισμούς και αποφάσεις της ΕΚΤ. Οι περιοδικές χρηματικές ποινές υπολογίζονται για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης α) σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, μετά την κοινοποίηση στην επιχείρηση απόφασης που απαιτεί την παύση της παράβασης· ή β) σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 4β του παρόντος κανονισμού, όταν η διαρκής παράβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 18 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην ΕΚΤ σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (10)·

(10)  ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.”"

β)

Το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“‘κυρώσεις’, τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές.”.

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 1α:

“Άρθρο 1a

Γενικές αρχές και πεδίο εφαρμογής

1.   Εκτός αν άλλως προβλέπεται ρητά, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην επιβολή κυρώσεων από την ΕΚΤ λόγω μη συμμόρφωσης επιχειρήσεων με υποχρεώσεις που απορρέουν από τους κανονισμούς και τις αποφάσεις της.

2.   Οι διατάξεις που εφαρμόζονται στην επιβολή από την ΕΚΤ διοικητικών χρηματικών προστίμων για παραβάσεις άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας και κυρώσεων για παραβάσεις κανονισμών και αποφάσεων της ΕΚΤ (εφεξής αναφέρονται από κοινού ως ‘διοικητικές κυρώσεις’) κατά την άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων παρεκκλίνουν των διατάξεων των άρθρων 2 έως 4 στον βαθμό που προβλέπεται στα άρθρα 4α έως 4γ.

3.   Η ΕΚΤ δύναται να δημοσιεύει κάθε απόφαση που επιβάλλει σε επιχείρηση διοικητικά χρηματικά πρόστιμα για παράβαση άμεσα εφαρμοστέας ενωσιακής νομοθεσίας και κυρώσεις για παραβάσεις κανονισμών και αποφάσεων της ΕΚΤ, τόσο στο εποπτικό όσο και στο μη εποπτικό πεδίο, ανεξαρτήτως του εάν κατά της εν λόγω απόφασης έχει υποβληθεί αίτημα επανεξέτασης. Η ΕΚΤ προβαίνει στη δημοσίευση σύμφωνα με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε εθνικό νόμο ή κανονισμό και, στις περιπτώσεις που η σχετική ενωσιακή νομοθεσία αποτελείται από οδηγίες, ανεξάρτητα από την εθνική νομοθεσία που τις ενσωματώνει.”.

3)

Στο άρθρο 2 η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

“4.   Σε κάθε περίπτωση που η παράβαση συνίσταται σε παράλειψη εκτέλεσης καθήκοντος, η εφαρμογή της κύρωσης δεν απαλλάσσει την επιχείρηση από την υποχρέωση εκτέλεσής του, εκτός εάν η απόφαση που ελήφθη σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 ή το άρθρο 4β ορίζει ρητά το αντίθετο.”.

4)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η πρώτη πρόταση της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Η απόφαση για την κίνηση ή μη διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων λαμβάνεται από την ΕΚΤ, η οποία ενεργεί με ίδια πρωτοβουλία ή κατόπιν σχετικής προτάσεως την οποία της απευθύνει η εθνική κεντρική τράπεζα του κράτους μέλους στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας του οποίου εμπίπτει η εικαζόμενη παράβαση.”.

β)

Η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Σε περίπτωση που μια παράβαση αφορά αποκλειστικά καθήκον που έχει ανατεθεί στο ΕΣΚΤ ή στην ΕΚΤ σύμφωνα με τη Συνθήκη και το καταστατικό του ΕΣΚΤ, η διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων μπορεί να κινηθεί μόνο βάσει του παρόντος κανονισμού, ανεξαρτήτως της ύπαρξης οποιουδήποτε εθνικού νόμου ή κανονισμού που ενδεχομένως προβλέπει ξεχωριστή διαδικασία. Εάν μια παράβαση αφορά επίσης έναν ή περισσότερους τομείς εκτός της σφαίρας των αρμοδιοτήτων του ΕΣΚΤ ή της ΕΚΤ, το δικαίωμα κίνησης διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων βάσει του παρόντος κανονισμού είναι ανεξάρτητο από οποιοδήποτε δικαίωμα αρμόδιας εθνικής αρχής να κινήσει ξεχωριστές διαδικασίες στους τομείς που δεν εμπίπτουν στη σφαίρα των αρμοδιοτήτων του ΕΣΚΤ ή της ΕΚΤ. Η παρούσα διάταξη ισχύει υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής του ποινικού δικαίου και του εθνικού δικαίου που αφορά αρμοδιότητες προληπτικής εποπτείας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου.”.

5)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 4α έως 4γ:

“Άρθρο 4a

Ειδικοί κανόνες όσον αφορά τα ανώτατα όρια κυρώσεων που επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 2 παράγραφος 1, η ΕΚΤ μπορεί να επιβάλλει πρόστιμα και περιοδικές χρηματικές ποινές εντός των ακόλουθων ορίων στην περίπτωση παραβάσεων που αφορούν αποφάσεις και κανονισμούς που εκδίδει η ίδια κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της:

α)

Πρόστιμα: το ανώτατο όριο είναι το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εφόσον τα εν λόγω ποσά δύνανται να προσδιοριστούν, ή το 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών της επιχείρησης.

β)

Περιοδικές χρηματικές ποινές: το ανώτατο όριο είναι το 5 % του μέσου ημερήσιου κύκλου εργασιών ανά ημέρα παράβασης. Περιοδικές χρηματικές ποινές δύνανται να επιβάλλονται για μέγιστη περίοδο έξι μηνών από την ημέρα που ορίζεται στην απόφαση επιβολής τους.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1: α) ως ‘ετήσιος κύκλος εργασιών’ νοείται ο ετήσιος κύκλος εργασιών νομικού προσώπου, όπως ορίζεται στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, σύμφωνα με τους εκάστοτε πιο πρόσφατους διαθέσιμους ετήσιους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς του εν λόγω προσώπου. Εφόσον η επιχείρηση είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο ενδεδειγμένος συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι εκείνος που προκύπτει από τους πιο πρόσφατους διαθέσιμους ενοποιημένους ετήσιους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς της τελικής μητρικής επιχείρησης του ομίλου που εποπτεύεται από την ΕΚΤ· β) ως ‘μέσος ημερήσιος κύκλος εργασιών’ νοείται ο ετήσιος κύκλος εργασιών, όπως ορίζεται υπό το ως άνω στοιχείο α), διαιρούμενος διά 365.

Άρθρο 4β

Ειδικοί διαδικαστικοί κανόνες όσον αφορά κυρώσεις που επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 3 παράγραφοι 1 έως 8, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε παραβάσεις που αφορούν αποφάσεις και κανονισμούς που εκδίδει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της.

2.   Μετά τη διενέργεια της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζει η ΕΚΤ κατά το άρθρο 6 παράγραφος 2, το εποπτικό συμβούλιο προτείνει στο διοικητικό συμβούλιο ένα ολοκληρωμένο σχέδιο απόφασης επιβολής κύρωσης στην οικεία επιχείρηση, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Πριν από την υποβολή του ολοκληρωμένου σχεδίου απόφασης από το εποπτικό συμβούλιο στο διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει χώρα ακρόαση της οικείας επιχείρησης αναφορικά με την εικαζόμενη παράβαση.

3.   Η θιγόμενη επιχείρηση δικαιούται να ζητήσει από το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης επανεξέταση της απόφασης που έλαβε το διοικητικό συμβούλιο κατά το άρθρο 2, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Άρθρο 4γ

Ειδικές προθεσμίες όσον αφορά διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 4, το δικαίωμα λήψης απόφασης επιβολής διοικητικής κύρωσης σχετικά με παραβάσεις που αφορούν άμεσα εφαρμοστέες πράξεις ενωσιακής νομοθεσίας, καθώς και αποφάσεις και κανονισμούς που εκδίδει η ΕΚΤ κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της, αποσβέννυται πέντε έτη μετά τη διάπραξη της παράβασης ή, στην περίπτωση διαρκούς παράβασης, πέντε έτη μετά την παύση της.

2.   Κάθε μέτρο που λαμβάνει η ΕΚΤ για τους σκοπούς έρευνας ή διαδικασιών σχετικών με παράβαση διακόπτει την προθεσμία της παραγράφου 1. Η προθεσμία διακόπτεται από την ημέρα της κοινοποίησης του μέτρου στη θιγόμενη εποπτευόμενη οντότητα. Μετά από κάθε διακοπή η προθεσμία αρχίζει εκ νέου. Πάντως, η προθεσμία δεν δύναται να υπερβαίνει τα δέκα έτη από τη διάπραξη της παράβασης ή, στην περίπτωση διαρκούς παράβασης, τα δέκα έτη από την παύση της.

3.   Οι προθεσμίες των προηγούμενων παραγράφων δύνανται να παραταθούν εάν: α) απόφαση του διοικητικού συμβουλίου υπόκειται σε επανεξέταση από το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης ή σε δικαστικό έλεγχο από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης· ή β) εναντίον της θιγόμενης επιχείρησης εκκρεμούν ποινικές διαδικασίες που αφορούν τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Στις περιπτώσεις αυτές οι προθεσμίες των προηγούμενων παραγράφων παρατείνονται, κατά περίπτωση, ωσότου το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης ή το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επανεξετάσουν την απόφαση ή ωσότου περατωθούν οι ποινικές διαδικασίες εναντίον της θιγόμενης επιχείρησης.

4.   Κάθε μέτρο που λαμβάνει η ΕΚΤ για τους σκοπούς της αναγκαστικής είσπραξης πληρωμής ή εκτέλεσης όρων και προϋποθέσεων πληρωμής στο πλαίσιο της επιβολής διοικητικής κύρωσης επιφέρει διακοπή της προθεσμίας όσον αφορά την εκτέλεση. Το δικαίωμα της ΕΚΤ να εκτελέσει απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης αποσβέννυται πέντε έτη μετά τη λήψη της εν λόγω απόφασης. Η προθεσμία όσον αφορά την εκτέλεση διοικητικών κυρώσεων αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα:

α)

δεν έχει εκπνεύσει η προθεσμία για την πληρωμή του ποσού της επιβληθείσας διοικητικής κύρωσης·

β)

αναστέλλεται η εκτέλεση της πληρωμής του ποσού της επιβληθείσας διοικητικής κύρωσης βάσει απόφασης του διοικητικού συμβουλίου ή του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.”.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις [ημερομηνία].

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη Συνθήκη.».

Φρανκφούρτη, 16 Απριλίου 2014.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4). Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε προηγουμένως υποβάλει στο Συμβούλιο τη σύστασή της περί του κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (ΕΕ C 246 της 6.8.1998, σ. 9).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).

(3)  Άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

(4)  Άρθρο 18 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΚΤ/2014/17) (ΕΕ L 141 της 14.5.2014, σ. 1).

(6)  Βλέπε π.χ. το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 4 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 946/2012 της Επιτροπής, της 12ης Ιουλίου 2012, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους διαδικαστικούς κανόνες σχετικά με τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για το δικαίωμα υπεράσπισης και διατάξεων περί χρονικών ορίων (ΕΕ L 282 της 16.10.2012, σ. 23)· άρθρο 66 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1)· άρθρο 16 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 646/2012 της Επιτροπής, της 16ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων για τα πρόστιμα και τις περιοδικές χρηματικές ποινές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 187 της 17.7.2012, σ. 29)· άρθρο 36β παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 513/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2011, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ΕΕ L 145 της 31.5.2011, σ. 30)· άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφαλείας της Αεροπορίας, καθώς και για την κατάργηση της οδηγίας 91/670/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 και της οδηγίας 2004/36/ΕΚ (ΕΕ L 79 της 19.3.2008, σ. 1)· άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1)· άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1).

(7)  Βλέπε αρχή 1, και ιδίως το βασικό κριτήριο 6(b), και αρχή 11, και ιδίως το βασικό κριτήριο 7, των βασικών αρχών αποτελεσματικής τραπεζικής εποπτείας της Επιτροπής Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (Basel Committee on Banking Supervision’s Core Principles for Effective Banking Supervision), του Σεπτεμβρίου 2012· αμφότερες απαιτούν από ένα αποτελεσματικό σύστημα τραπεζικής εποπτείας να διαθέτει σαφείς αρμοδιότητες και στόχους για κάθε αρχή που εμπλέκεται στην εποπτεία τραπεζών και τραπεζικών ομίλων, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας του επόπτη να επιβάλλει σειρά κυρώσεων, ενώ απαιτούν από τον επόπτη να έχει στη διάθεσή του ένα κατάλληλο φάσμα εποπτικών εργαλείων για να προβαίνει σε έγκαιρες διορθωτικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων σε τράπεζες. Το κείμενο είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (www.bis.org).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).


Top